«Τον Μάη παντρεύονται μόνον οι γαϊδάροι…»

Γράφει η Καρίνα Ιωαννίδου


Ο δρόμος μου προς την Ελευθερία ήταν σπαρμένος με γαϊδουράγκαθα, αλλά εγώ, ως γνωστόν, τα μασάω τα γαϊδουράγκαθα… Τα προτιμάω από τις λειχήνες, τα βούρλα, τα χόρτα… Αλλά, ακόμα κι όταν δεν βρίσκω τέτοιες γκουρμεδιές, ακόμα κι όταν δεν έχω τίποτα να φάω, ο γάιδαρος, αναμασάω τα προηγούμενα… Και μαζί με την τροφή μου «μηρυκάζω» και τις σκέψεις, τις αναμνήσεις, τα συναισθήματά μου…

Κάποτε ένα γαϊδουράγκαθο μου αντιστάθηκε:

-Πίσω! Ξέρεις από πούθε κρατάει η σκούφια μου, εμένα; Είμαι το έμβλημα του τάγματος του γαϊδουράγκαθου, εγώ,  του αρχαιότερου και ευγενέστερου τάγματος ιπποτών της Σκωτίας.

-Σκοτίστηκα! Γιατί, εγώ, ποιος νομίζεις πως είμαι; Κανένας φτωχοσυγγενής του αλόγου; Πεινάωωωω! Φταίει η δίαιτα των βούρλων. Κανονικά θα έπρεπε να έχω άλλο βάρος, πιο μεγάλο.

Ήταν στραβά τα αγκάθια τα έφαγε κι ο γάιδαρος… (Κλαψούρισε το γαϊδουράγκαθο).

Αυτή ήταν η τελευταία του φράση. Μηρύκαζα ακόμα… όταν δέχτηκα το πρώτο κτύπημα από μαστίγιο στην πλάτη… Ο ήχος του ήταν αυτός που με ενόχλησε περισσότερο από τον πόνο που προκάλεσε στα πλευρά μου. «Έτσι νομίζεις πως κρατάς πειθήνια την αγέλη, ανθρωπάκο;», του γκάρισα. Φυσικά, δεν πήρα καμία απάντηση. Ο άνθρωπος δεν μιλούσε τη γλώσσα των ζώων. Παρά τον πόνο μου του χαμογέλασα. Άφησα να φανούν τα δόντια μου μέχρι τα ούλα, μεγάλα, σουβλερά, αιχμηρά… Μετά ξανα-γκάρισα τόσο βροντερά που η φωνή μου ακούστηκε χιλιόμετρα μακριά, μέχρι τη Γαϊδουροχώρα, τη γη της επαγγελίας, για κάθε όμοιό μου. Εκείνος, τρόμαξε τόσο πολύ που το μαστίγιό του βρήκε στο σαμάρι μου κι ως μπούμερανγκ επέστεψε σε αυτόν και τον πέτυχε στην παρειά. Όχου, αυτό θα πρέπει να τον πόνεσε πολύ γιατί έσκουξε κι έφυγε τρέχοντας με την «ουρά στα σκέλια». Εγώ, στήλωσα τα πόδια μου με πείσμα. Τα κάρφωσα στο χώμα. Δεν το έβαλα στα πόδια, δεν φοβήθηκα!

Όμως, το αφεντικό επέστρεψε. Με έδεσε σε ένα δέντρο και μ΄ άφησε εκεί να πεθάνω από πείνα και δίψα… οι ώρες περνούσαν μαρτυρικά… έλιωνα από τη ζέστη… οι μύγες με τσιμπούσανε στο ψαχνό, τα πόδια μου λύγιζαν… δεν με κρατούσαν… η γλώσσα μου ξερή… έξω από το στόμα… έχασκε δεξιά κι αριστερά… αποζητώντας και την τελευταία σταγόνα δροσιάς… Τα κοράκια -που είχανε πάρει χαμπάρι τη φάση- με τριγύριζαν … περιμένοντας με καρτερία πότε θα υποκύψω στο μοιραίο για να ορμήσουν… Μια ζωή θυσία για να «θρέψω» μια οικογένεια ανθρώπων… και ποια η ανταμοιβή μου;… Δυο χούφτες σανό με -ηχηρή παρένθεση- το βούρδουλα… Αυτός ο κύριος αποφάσισε να έχω ένα τόσο αναξιοπρεπές τέλος. Θύμωσα πολύ… τόσο που άρχισα να τραβάω με όση δύναμη μου είχε απομείνει το σκοινί κι ας πληγωνόταν ο λαιμός μου σε κάθε προσπάθεια… κι ας μάτωνα… Έλεγα: «Θα τα καταφέρεις ! Θα λυθείς!» Έτσι κι έγινε! Έλυσα τα δεσμά μου… Και κάλπασα προς την Ελευθερία! Για μια νέα αρχή. Για να δείξω πως αξίζω!

Κίνησα με κατεύθυνση τη «Γαϊδουροχώρα» των ονείρων μου… Τον επίγειο παράδεισο για κάθε ζωντανό. Τα μισά από όσα έχω ακούσει για αυτή τη «χώρα» να ισχύουν θα είμαι ευτυχισμένος!!!

Απομακρύνθηκα. Στο δρόμο συνάντησα ένα σκύλο. Προχωρούσε σα δαρμένος, μονολογούσε, κλαψούριζε:

-Με έδιωξε ο άπονος, να πεθάνω σαν το σκυλί στ΄ αμπέλι…

Τον πλησίασα αργά για να μην τον τρομάξω.

-Για ποιο αμπέλι μιλάς, φίλε!

-Έκφραση είναι!

-Ποιος σε έδιωξε;

-Το αφεντικό μου! Βάρυνα από τα χρόνια, λέει και δεν κάνω πια για κυνηγόσκυλο… Τελευταία έπιανα κάτι κουβέντες ότι δεν ήταν ευχαριστημένος από την απόδοσή μου και ότι ήθελε να με αντικαταστήσει με νέο αίμα… οπότε καταλαβαίνεις… τα ψωμιά μου ήταν λίγα … Το έσκασα για να σώσω το τομάρι μου… Εξάλλου, για ποιο λόγο να κυνηγάω σαν τρελός τα άλλα ζώα; Τι μου κάνανε σκέφτηκα… και «την έκανα».

-Το έχουνε σύστημα φαίνεται! Τι λες, προχωράμε παρέα;

Και προχωρήσαμε γκαρίζοντας και γαυγίζοντας ώσπου κάπου εκεί ανάμεσα ακούστηκαν και κάτι νιαουρίσματα.

– Φίλε, εξαιρετική ακοή και πρέπει να σου πω ότι κρύβεις μια γάτα μέσα σου… Δεν εξηγείται αλλιώς… Νιαούρισες!

– Αν δεν σου χρωστούσα χάρη… θα θύμωνα με αυτό που είπες! Η γάτα είναι παραδοσιακά εχθρός μου!

-Γιατί;

– Που να ξέρω! Έτσι το βρήκα, έτσι το συνεχίζω!

Τότε μια γατίσια μούρη ξεπρόβαλε μέσα από ένα θάμνο. Ο σκύλος ετοιμάστηκε να της ορμίσει.

-Συγκρατήσου! Η ζωή θα έπρεπε να σου έχει διδάξει ότι δεν είναι η γάτα τελικά… ο εχθρός σου!

-Δεν έχεις κι άδικο!

Της μίλησα με καλοσύνη γιατί έδειχνε τρομαγμένη.

-Πως από δω φιλενάδα; Μια κυρία του σαλονιού όπως εσύ τί γυρεύει μόνη της στην ερημιά;

-Με έδιωξε η κυρά μου… Με πέταξε στο δρόμο για να πάει λέει διακοπές… της ήμουνα βάρος βλέπεις… Ούτε νοιάστηκε για μένα! Εγώ, μια γάτα γλυκιά, τρυφερή, με τόσα χαρίσματα … Εγώ, που γεννήθηκα μέσα σε σπίτι, γνώρισα μόνο ανθρώπους πώς θα επιβιώσω ελεύθερη; Εγώ, που τρώω μόνο μαγειρευτά και άμα δω ποντίκι μπήγω τις φωνές…

– Καλά, επιδημία απανθρωπιάς έχει πέσει; Καλωσόρισες στην παρέα μας… Κι εμείς… μία από ίδια!

Ξαφνικά ακούστηκαν κοκοκο κι εμφανίστηκε από το πουθενά μια κότα. Μας απευθύνθηκε:

-Ε, πατριωτάκια, καλά πάω από εδώ για την πόλη;

-Καλέ, τι αστυφιλία έχει πέσει; Εγκαταλείπεις και εσύ την ύπαιθρο;

-Εξ ανάγκης! Έχεις δοκιμάσει κότα βραστή;

-Όχι! Είμαι vegan!

– Η κυρά μου, όμως, κι η φαμίλια της δεν είναι! Έκανε επέκταση στο κοτέτσι κι έφερε καινούρια πουλερικά. Μια ποικιλία που κάνει δίκροκα αυγά, έτσι εγώ με τα κλασικά αυγά σιγά-σιγά έπεσα σε δυσμένεια. Την άκουσα λοιπόν να λέει ότι η γριά η κότα έχει το ζουμί… και πως ετοίμαζε δείπνο για τους φίλους της… Το έσκασα λοιπόν για να σώσω τη ζωή μου και ξεκίνησα να βρω την τύχη μου στην πόλη…

-Μα τι έχουν πάθει οι άνθρωποι; Τόση αναισθησία, τόση αχαριστία, να συμπεριφέρονται τόσο βάναυσα στα ζώα που στα αλήθεια τρέφουν καλά αισθήματα γι αυτούς.

– Ωραία λοιπόν! Πάμε παρέα στη «Γαϊδουροχώρα» αδέλφια μου, στη «Γαϊδουροχώρα»!!! Εκεί, θα ζήσουμε αληθινά ελεύθεροι!

Νύχτωσε. Από μακριά ακούστηκαν πυροβολισμοί. Τρέξαμε στους θάμνους να κρυφτούμε. Ένας κυνηγός πλησίασε στην κρυψώνα μας με προτεταμένο το όπλο. Τότε η γάτα του χιμάει και μπήγει τα νύχια της στα μούτρα του, ουρλιάζοντας σαν δαιμονισμένη. Ο σκύλος του δαγκώνει τη μύτη. Καθώς αυτός παραπατάει, πέφτει πάνω μου. Του δίνω μια κλωτσιά. Και τότε η κότα μέσα σε όλο αυτό το πανδαιμόνιο άρχισε να φωνάζει «Κοκοκοκο σου ΄ρχεται στο κεφάλι μια χειροβομβίδα αυγό». Παύση. Μετά ήρθε κάποιος σε βοήθεια του κυνηγού που ακόμα έσκουζε.

-Τί κρύβεται πίσω από τα γαϊδουράγκαθα;

Κόλαση! Ένας πεζοναύτης που η ανάσα του έκαιγε σαν καμίνι μου χίμηξε με τα νύχια του και μου έγδαρε το πρόσωπο. Ύστερα ένας φρουρός γίγαντας με το μαχαίρι του με λάβωσε στη μύτη, ενώ την ίδια στιγμή ένα τέρας των ειδικών δυνάμεων κατάμαυρο που παραμόνευε, μου ρίχτηκε με βαρύ οπλισμό και με έκανε του αλατιού. Και πάνω στην κορφή ένας «κοκορεύονταν» πως θα μου ρίξει χειροβομβίδα αυγό.

Τέτοια γέλια δεν έκανα ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. Ακόμα τρέχουν οι κυνηγοί. Πόσο αρχίζει να μου αρέσει η Ελευθερία…

Περπατήσαμε μέρες και νύχτες όταν -αποκαμωμένοι πια- φτάσαμε στα σύνορα της «Γαϊδουροχώρας».

Τίποτα δεν ήταν όπως μου το είχαν περιγράψει. Επειδή, ήταν εκατό φορές καλύτερο! Οι άνθρωποι εκεί μας υποδέχτηκαν με τιμές «Αρχηγού Στάβλου»! Ακόμα εδώ ζω. Σήμερα, η «μπάντα των ζώων» παίζει το γαμήλιο εμβατήριο:

Μάη μήνα ντύθηκα γαμπρός | γιατί όπως λέει ο λαός | το μήνα Μάη | κανένας δεν παντρεύεται πλην μόνον οι γάιδαροι |Κι ως γάιδαρος αγάπησα μια μικρή γαϊδούρα| κι ευθύς το αποφάσισα να βάλω την κουλούρα |Με άνθη γαιδουραγκανθιάς στολίζεται η νύφη | κι η ελευθερία μου σε αυτήν πλέον ανήκει | Τους φίλους και κουμπάρους μου τους έχω «στα βελούδα» | Και τώρα πια οι αγνώμονες ας παίζουνε |τη «μακριά γαϊδούρα»…

Λένε πως αληθινή Ελευθερία δεν υπάρχει αλλά για μένα Ελευθερία είναι να μπορώ να επιλέξω πως θα ζήσω…

Ακούγονται γκαρίσματα, γαυγίσματα, τιτιβίσματα, νιαουρίσματα, επιφωνήματα θαυμασμού -σημάδι πως η νύφη καταφθάνει-. Τη βλέπω να έρχεται προς το μέρος μου… «Ωωωωω! Είναι πανέμορφη η «Ελευθερία!»… ».


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

Προηγούμενο άρθροΕκλογές στην Τουρκία: Ο Κιλιτσντάρογλου ανεβάζει τους τόνους σε θέματα προσφύγων και τρομοκρατίας
Επόμενο άρθροΓερμανικό ΥΠΕΞ για Μπελέρη: Η προστασία των μειονοτήτων βασική προϋπόθεση για την ΕΕ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ