Του Δημήτρη Ι. Μπρούχου*
Σε μια εποχή που όλα ξεπουλιούνται και όλα εξαγοράζονται αδιακρίτως, που όλες οι παραδοσιακές αρχές και αξίες έχουν εκπέσει, που κάθε σημαία ελεύθερου, ανεξάρτητου και αδέκαστου λόγου έχει υποσταλεί… Σε έναν κόσμο που αλλοίωσε κλασσικές λέξεις και έννοιες της βασιλίδος των Γλωσσών, αντικαθιστώντας τες με «φραγκολεβαντίνικες», χάριν εκσυγχρονισμού, προόδου και προσαρμογής σε ένα ομογενοποιημένο, απρόσωπο διεθνές περιβάλλον, που αφαίρεσε την ταυτότητα από το πρόσωπο, το πρόσωπο από την εικόνα, την εικόνα από το κάδρο, ώστε να καθίσταται ευχερέστερη η αντικατάσταση, η τοποθέτηση και η ανάδειξη στη θέση όλων αυτών είτε με νεοφυείς τίτλους είτε με νεολογισμούς, αυτό που το εκάστοτε «αόρατο ιερατείο» του «Συστήματος» αποφασίζει να ορίσει ως κανόνα, σε μια ζωή απήδαυλη, όπου κυριαρχεί ο ένας και μόνο νόμος της αγοράς…
Εκεί όπου η νέα τάξη πραγμάτων μας έχει επιβάλλει ένα νομοτελειακό αφήγημα, με πρόταγμα την εξέλιξη του ανθρώπου, την προαγωγή κάποιων αόριστων ζωτικών λειτουργιών και δραστηριοτήτων για την επιβίωση των οικοσυστημάτων, για την προστασία του εδάφους, για την πράσινη ανάπτυξη, για την κλιματική αλλαγή και πολλά άλλα, στη βάση της μεταβολής της καθημερινότητάς μας και στην προοπτική της προάσπισης των μελλοντικών γενεών, κτίζεται ένας καινούργιος ψηφιακός πια κόσμος, με δύο μεγάλους απόντες: Τον άνθρωπο και το συναίσθημα. Η νοητική κρίση, δεν θα είναι πλέον ατομική, παρά θα αντικατοπτρίζει μονοπρισματικά, με κάποιες βέβαια διαβαθμίσεις, τα διάφορα επίπεδα της επιτρεπόμενης κάθε φορά ανάγνωσης της πολιτικής οργάνωσης και διακυβέρνησης.
Σε αυτή την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση, καλείται ο άνθρωπος ως πολίτης να πάρει θέση. Να τοποθετηθεί. Να πορευτεί «κατά τον δαίμονα εαυτού» ή να αποφασίσει να βαδίσει «πειθαρχημένα», για να μην διαταραχτεί το εκπονημένο σχέδιο μιας προεπιλεγμένης «ασφαλούς» ζωής, με κόστος βέβαια τον περιορισμό (για να μην πω αφανισμό), των ελευθεριών του. Φυσικά «…για το καλό του».
Για να μην ξεχνιόμαστε, πολίτης θεωρείται ο κάτοικος πόλης που έχει πολιτικά δικαιώματα και είναι ελεύθερος. Σε μιαν άλλη εκδοχή, ο ιθαγενής ενός κράτους (αυτός δηλαδή που έχει την ιθαγένεια) και υπόκειται στην εξουσία του. Και ως παρώνυμο ο «υπάκουος», το «καλό παιδί», που καταπίνει αμάσητη την τροφή που του δίνουν, που δεν αμφισβητεί και προπάντων δεν αντιδρά.
Υπάρχει μια βασική αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα των δύο εννοιών. Από τη μια πλευρά ο άνθρωπος που λειτουργεί με βάση τη συνείδησή του, το αξιακό του σύστημα, το ήθος του, διεκδικώντας την κοινωνική δικαιοσύνη και από την άλλη, ο άνθρωπος-εργαλείο, που προκειμένου να έχει «τη δουλίτσα του», διατηρώντας έναν τρόπο επιβίωσης από οριακό έως στοιχειωδώς αξιοπρεπή, παραβλέπει τη δυσαναλογία ανάμεσα στην υπερπαραγωγή και στο υπερκέρδος, χωρίς ο ίδιος να ωφελείται πέραν των στοιχειωδώς προβλεπομένων. Και αυτό ενδεχομένως να μην ήταν μείζον, εάν δεν αποτελούσε τη βάση ενός ενδοτισμού, όσο και ηθικού ανερματισμού, με αύξουσα πρόοδο. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν αυτοί που πιστεύουν και υπηρετούν το περίφημο «…dream» και απαντούν με απολύτως φυσικό τρόπο ότι σε κάθε τους βήμα προασπίζουν τον τρόπο ζωής τους.
Πρόδηλα παραδείγματα αποτελούν οι περιπτώσεις ορισμένων επαγγελματιών του ιδιωτικού και λειτουργών του δημόσιου τομέα, καθώς (δυστυχώς) και κάποιων πολιτικών – κομματικών στελεχών που, άλλοτε καθοδηγούμενα και άλλοτε αφ’ εαυτών, ασκούν πρακτικές ατομικής ιδιοκτησίας (κάποτε ακόμα και επί εθνικού εδάφους), πιθανώς για να γίνουν αρεστοί στο «αόρατο ιερατείο του Συστήματος» που προανέφερα, επιδεικνύοντας είτε πειθηνιότητα και διαγωγή «κοσμιοτάτη», προκειμένου για μια ταχύτερη ανέλιξή τους είτε για την αύξηση του κύρους και της επιρροής τους, σε συνδυασμό με προσωπικά οικονομικά οφέλη.
Αυτό το είδος πολιτών του ζωϊκού μας βασιλείου, αποτελεί το πλέον επίζηλο και δακτυλοδειχτούμενο είδος, με πολυδιεκδικούμενα κοινωνικά πρόσημα. Εδώ θα ταίριαζε καλύτερα μια ελαφρά μεταβολή της ορθογραφίας και του τονισμού και αυτού του είδους ο πολίτης, σε οποιονδήποτε θώκο κι αν βρίσκεται, γίνεται πωλητής… Της συνείδησής του, της αξιοπρέπειάς του, της ψυχής του και ενίοτε της ίδιας του της πατρίδας. Είναι αφάνταστος ο αριθμός των «επίδοξων» ή… «μουστερήδων» επί το πεζοδρομιακότερον, που αναμιγνύονται στα κοινά (μέρες που είναι), για να υπηρετήσουν αυτό που στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουν ή που επιεικώς το φαντάζονται, για να τύχουν μιας δημοσιότητας «αποτιμώμενης» ή μιας διάκρισης «ευανάγνωστης» στο πεδίο των προσωπικών φιλοδοξιών και επιδιώξεων. Όπου τα κάθε λογής κέρδη θα προκύπτουν από την απλήρωτη εργατική δύναμη, που συνήθως συμβάλει τα μέγιστα στην πλουσιοπάροχη ανεργία και αναποτελεσματικότητα των κρατικών (εκάστοτε κυβερνητικών κυρίως), στελεχών.
Την αναδιανομή του πλούτου, που κάποιοι την ευαγγελίζονται δίκαιη και τις «νεοφιλελέ» εμμονικές προσκολλήσεις, τις νοιώθουμε στο πετσί μας για τα καλά, εδώ και χρόνια.
Η οσφυοκαμψία, η ολιγωρία επί των εδαφικών μας δικαίων, ο φόβος μέχρις υποτέλειας και η πάντοτε αναγνώριση «αφεντικών», συνιστούν τον ορισμό του «ασπόνδυλου», που οδηγεί σταθερά σε εθνικές μειώσεις και μειοδοσίες.
Καλείται λοιπόν ο καθένας να δώσει αποφασιστικά μιαν απάντηση, καθαρίζοντας και καθορίζοντας τη θέση του, για την κατηγορία στην οποία έχει επιλέξει να ανήκει:
-Στους πωλητές ονείρων, ευκαιριών, υποσχέσεων, ευτελών φιλοδοξιών, στους φιλήσυχους «νοικοκυραίους», τους κομματικούς στρατιώτες, που θα ακολουθούν ασκαρδαμυκτί τις βουλές του κόμματος με την αντίστοιχη ονομασία ιδεολογικής προέλευσης ή…
-Στους σκεπτόμενους, ενεργούς πολίτες, διαρκείς αξιολογητές της κάθε εξουσίας, με διαβήτη τη συνείδηση και το ήθος, πάνω στον γνώμονα της ελεύθερης σκέψης και βούλησης;…
Πολίτης ή …πωλητής λοιπόν;
Κρίνοντες και κρινόμενοι σε μια διαρκή εναλλαγή ρόλων, καλούνται να αναγνωρίσουν κάποια στιγμή το αληθινό τους πρόσωπο.
Μήπως αρχίσει κάποια στιγμή να οικοδομείται ένας δικαιότερος κόσμος…
*Ο Δημήτρης Ι. Μπρούχος είναι ποιητής, συγγραφέας και Σύμβουλος Επικοινωνίας.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.