Ομιλία του Υπουργού Άμυνας Βασίλη Πάλμα στην εκδήλωση μνήμης και τιμής για τα 106 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που διοργανώνει ο Δήμος Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη

«Σαν νούφαρο η μνήμη σου ανεβαίνει και λαμπρύνει την ύπαρξή μας! 

Με τόσο αίμα, πόνο και δάκρυα, ζούμε για να σε θυμόμαστε δοξασμένε Πόντε, αλησμόνητη πατρίδα, αρματωμένη με τις ψυχές εκείνων που έμειναν εκεί γιατί ατιμάστηκαν, ταπεινώθηκαν, αφανίστηκαν (…)»

Ανακαλώντας στη μνήμη τους στίχους της εκπαιδευτικού, ποιήτριας, και συγγραφέως Άννας Δεληγιάννη – Τσιουλπά από την ποιητική συλλογή «Πόντος! Ποιητικό Αφιέρωμα», με αισθήματα βαθύτατης συγκίνησης και εθνικού αναστοχασμού προσέρχομαι στην εκδήλωση που διοργανώνει ο Δήμος Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη.

Σήμερα, με αυτή την εκδήλωση, τιμούμε τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, αποτίνουμε με τον προσήκοντα σεβασμό, τον ελάχιστο φόρο τιμής στα χιλιάδες θύματα του Ποντιακού Ελληνισμού που έχασαν τη ζωή τους απάνθρωπα, σε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, που διαπράχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.

Θα ήθελα εξαρχής να ευχαριστήσω το Συμβούλιο του Δήμου Παύλου Μελά και προσωπικά τον Δήμαρχο Δημήτρη Ασλανίδη για την πρόσκληση να απευθύνω την κεντρική ομιλία στην εκδήλωση.

Με την ευκαιρία συγχαίρω θερμά όλους όσοι συνέβαλαν στην οργάνωση των ομολογουμένως συγκινητικών εκδηλώσεων μνήμης και τιμής για τα 106 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.

Επιτρέψτε μου να σας μεταφέρω τους εγκάρδιους χαιρετισμούς του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη, αλλά και ολόκληρου του Κυπριακού Ελληνισμού, ο οποίος σήμερα συμπάσχει μαζί σας και αποδίδει με τη σειρά του, μέσα από διάφορες εκδηλώσεις, τον πρέποντα φόρο τιμής στα χιλιάδες θύματα του Πόντου.

Ως Κυπριακή Δημοκρατία δηλώνουμε απερίφραστα τη στήριξη μας στους αγώνες που διεξάγετε για αναγνώριση των δίκαιων αιτημάτων σας, καθώς και των προκλήσεων που αντιμετωπίζετε.

Κύπρος και  Πόντος, διάγουν κοινή πορεία και διεξάγουν κοινούς αγώνες. Αποτελούν αφενός θύματα του ίδιου τουρκικού επεκτατισμού και της ίδιας σοβινιστικής πολιτικής και αφετέρου σύμβολα αγωνιστικότητας του μείζονος Ελληνισμού.

«Εάν θυμάσαι τα περασμένα, αυτά δηλαδή που έχουν συμβεί, ξέρεις πως να αντιμετωπίσεις καλύτερα το μέλλον, αυτά δηλαδή που θα έρθουν»,

ανέφερε ο σπουδαίος ρητοροδιδάσκαλος της κλασσικής αρχαιότητας Ισοκράτης, θέλοντας να υποδείξει ότι η γνώση του παρελθόντος αποτελεί τον οδηγό και την πυξίδα για το παρόν και το μέλλον.

Εν προκειμένω αποτελεί για όλους εμάς χρέος να ανακαλούμε στη μνήμη το ιστορικό μας παρελθόν και να επιχειρούμε να μεταλαμπαδεύσουμε τη γνώση στις επόμενες γενιές, σε ότι αφορά τα τραγικά γεγονότα του περασμένου αιώνα, κατά τον οποίο συντελέστηκαν τόσο η γενοκτονία  1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων, όσο και η γενοκτονία 353 χιλιάδων Ελλήνων Ποντίων, θυμάτων του τουρκικού εθνικισμού.

Κυρίες και κύριοι,

Για 28 σχεδόν αιώνες, Έλληνες από την Ιωνία ρίζωσαν σ’ όλα τα παράλια της Μικράς Ασίας μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και ίδρυσαν οικισμούς, κατά τη διάρκεια του φαινομένου του Β’ Ελληνικού Αποικισμού, τον 8ο αιώνα π. Χ.

Στη γη του Πόντου μέσα στην πορεία του χρόνου άκμασαν πόλεις όπως η Σινώπη, η Αμισός, η Αμάσεια, η Τραπεζούντα, η Κερασούντα και άλλες.

Οι κάτοικοι διατήρησαν τον ελληνικό πολιτισμό και ομιλούσαν την ποντιακή γλώσσα, ως γνήσια συνέχεια της  αρχαίας ελληνιστικής κοινής και της ιωνικής διαλέκτου.

Η ελληνική παρουσία ήταν συνεχής και αδιάλειπτη σε όλες τις περιόδους της ιστορίας. Οι πόλεις μεγάλωναν και σταδιακά αποτέλεσαν σπουδαία πνευματικά και διαμετακομιστικά κέντρα.

Τον 19ο αιώνα η περιοχή του Πόντου αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Μετά από μια δύσκολη περίοδο εξαιτίας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και των αντιποίνων που επέβαλαν οι Οθωμανοί, η παραχώρηση από τον Σουλτάνο ειδικών προνομίων στους χριστιανούς υπηκόους τα έτη 1839 και 1856, οδήγησαν στην επαναδραστηριοποίηση του εμπορίου με συνέπεια την οικονομική ανάκαμψη και, όπως ήταν φυσικό, σε δημογραφική αύξηση.

Η ίδρυση νέων σχολείων, εκκλησιών και τυπογραφείου και η μεθοδική καλλιέργεια της παιδείας οδήγησαν στην πνευματική αναγέννηση και ταυτόχρονα στη δημιουργία ενός ισχυρού υπόβαθρου για ανάπτυξη νεοελληνικής συνείδησης.

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πηγές, το 1913 στον Πόντο διαβιούσαν 697,000 Έλληνες και το ίδιο διάστημα λειτουργούσαν 1890 εκκλησίες και 1401 σχολεία, στα οποία φοιτούσαν περίπου 85 χιλιάδες μαθητές.

Μετά το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Νεότουρκοι με το πρόσχημα της δήθεν «αποκατάστασης της εθνικής ομοιογένειας και ασφάλειας» έθεσαν σε εφαρμογή σχέδια εθνοκάθαρσης εναντίον των μειονοτήτων.

Οι μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμιακών ομάδων μέσα από ατέλειωτες «πορείες θανάτου» στην άγονη ενδοχώρα της Τουρκίας, τα καταναγκαστικά έργα στα περιβόητα τάγματα εργασίας,  οι λεηλασίες και οι καταστροφές χωριών, οι βίαιοι εξισλαμισμοί, οι εξανδραποδισμοί, οι μαζικές δολοφονίες και οι θάνατοι από την πείνα και τις κακουχίες, αποτέλεσαν φαινόμενο ενός καλά οργανωμένου σχεδίου.

Το 1918, μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου και την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων και των συμμάχων τους είχαμε μια σχετική ύφεση, όμως, λίγο αργότερα, τον Μάιο του 1919 και μετά την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, ο Τούρκος στρατιωτικός Κεμάλ Ατατούρκ προχώρησε και οργάνωσε τη 2η φάση των διωγμών, μετά την άφιξή του με αριθμό συμβούλων στη Σαμψούντα.

Οι τουρκικές θηριωδίες, οι σφαγές και οι βίαιοι εκτοπισμοί επανήρχισαν με περισσότερη σφοδρότητα. Η τρομοκρατία ξεπέρασε κάθε όριο, με τις τουρκικές συμμορίες να διαπράττουν τις πιο αποτρόπαιες πράξεις βίας εναντίον των Ποντίων.

Η τρομοκρατική δράση των Κεμαλικών συνεχίστηκε μέχρι το 1923 και σταμάτησε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, όταν επιβλήθηκε η  υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών.

Συνολικά, πέραν των 353 χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Τούρκους. Όσοι επέζησαν, με πόνο ψυχής και μέσα σε άθλιες συνθήκες αναζήτησαν νέες πατρίδες.

Ο Ποντιακός Ελληνισμός ζει από τότε στην προσφυγιά και επιδιώκει μέχρι σήμερα τη δική του δικαίωση και την αναγνώριση των τουρκικών εγκλημάτων ως πράξεις γενοκτονίας, όπως αυτή ορίσθηκε από τον ΟΗΕ με τη Συνθήκη για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας το 1948, η οποία τέθηκε σε ισχύ στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου το 1951.

Τον Φεβρουάριο του 1994 το ελληνικό κοινοβούλιο έλαβε την ιστορική απόφαση να ορίσει τη 19η Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ποντιακού Ελληνισμού».

Η Κύπρος, έχοντας βιώσει τις τουρκικές θηριωδίες, αποτέλεσε την πρώτη χώρα μετά την Ελλάδα που αναγνώρισε τη Γενοκτονία, με απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων, στις 19 Μαΐου του ιδίου έτους.

Το 2006, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην ετήσια έκθεσή του για την πρόοδο της Τουρκίας στην ΕΕ, αναφέρει ρητά ότι η υποψήφια για ένταξη χώρα θα πρέπει να συμβιβαστεί με το παρελθόν της και να αναγνωρίσει ως πράξεις γενοκτονίας όσα επισυνέβησαν εις βάρος των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων του Πόντου.

Η Τουρκία όμως, αρνείται πεισματικά να συμβιβαστεί με το ιστορικό της παρελθόν, και να απολογηθεί για τη διάπραξη των εγκλημάτων σε βάρος των γηγενών της μειονοτήτων.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Το Έθνος μας έχει βαθιές ρίζες στον χρόνο και λαμπρό ιστορικό παρελθόν. Ως Έλληνες νιώθουμε περήφανοι για την ιστορία, τον πολιτισμό, τη γλώσσα, τους αγώνες και τα επιτεύγματα της φυλής μας.

Δεν λησμονούμε όμως, ότι η ιστορική μας διαδρομή ποτίστηκε σε πολλές περιπτώσεις με το αίμα και τα δάκρυα των προγόνων μας.

Η ελευθερία μας, η διατήρηση της ταυτότητάς μας, η προάσπιση των αρχών, των αξιών και των ιδανικών μας, δεν ήταν ποτέ αυτονόητες, ούτε μας χαρίστηκαν.

Ως Ελληνοκύπριοι και Έλληνες Πόντιοι βιώσαμε στο πετσί μας την ωμή βία, τον πόνο, τον θάνατο, τις καταστροφές και την προσφυγιά.

Η Κύπρος αποτελώντας ένα ακόμα θύμα της επιθετικής πολιτικής της Άγκυρας, βίωσε τα δεινά του πολέμου, όταν ο τουρκικός στρατός εισέβαλε παράνομα τον Ιούλιο του 1974 σκορπώντας τον όλεθρο και καταλαμβάνοντας το 37% του εδάφους της.

Λόγω της κοινής μας πορείας, των βιωμάτων, των κοινών πόθων και αγώνων, διατηρούμε άρρηκτους δεσμούς, τρέφουμε απεριόριστο σεβασμό και συμπάσχουμε με τον πόνο των ομοεθνών μας.

Τον Ιούνιο του 2023, ως ελάχιστο φόρο τιμής, προχωρήσαμε ως κυβέρνηση στην απόφαση ώστε κάθε 19η Μαΐου να πραγματοποιούνται εκπαιδευτικές εκδηλώσεις σε όλα τα σχολεία μας, με σκοπό οι νέοι μας να καθίστανται κοινωνοί της ιστορίας του Ελληνικού Πόντου.

Σήμερα στο νησί διαβιούν, εργάζονται και ευημερούν εκατοντάδες Έλληνες Πόντιοι. Η συνεισφορά τους σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας, στην οικονομία, στον πολιτισμό, στις τέχνες και στον αθλητισμό είναι σημαντική και ανεκτίμητη.

Οι Πόντιοι κάτοικοι της Κύπρου δεν ξέχασαν τις ρίζες, την καταγωγή, τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους. Απόδειξη τούτου η ίδρυση και λειτουργία της Ένωσης Ποντίων Κύπρου και του Σωματείου του Κέντρου Νεότητας «Παναγία Σουμελά».

Οι δράσεις τους είναι ιδιαίτερα αξιέπαινες και συμβάλλουν καθοριστικά στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, της παράδοσης και της διαλέκτου, καθώς και τη μετάδοσή τους στις νέες γενιές.

Φίλες και φίλοι,

Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της αδιαλλαξίας και των επεκτατικών βλέψεων της Άγκυρας, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Κύπρο.

Η διαίρεση και η τουρκική κατοχή της Κύπρου, ο παράνομος εποικισμός, η συστηματική προσπάθεια αλλοίωσης της θρησκευτικής και πολιτιστικής μας ταυτότητας και του ελληνικού χαρακτήρα των κατεχομένων μας, η παράνομη οικοδόμηση σε έδαφος ελληνοκυπριακών περιουσιών, η παραβίαση του στάτους κβο της νεκρής ζώνης, οι έκνομες ενέργειες στην πόλη των Βαρωσίων και η υιοθέτηση του αφηγήματος για αλλαγή του συμφωνημένου πλαισίου της λύσης με την απαράδεκτη αξίωση για δύο κράτη, δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνονται ανεκτές από τη διεθνή κοινότητα.

Παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, την αδικία και την καταφανή καταπάτηση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου, ως Έλληνες Κύπριοι, επιδιώκουμε την επίτευξη της ειρήνης και της ασφάλειας στον τόπο μας, ο οποίος υποφέρει για 51 χρόνια.

Μέσα σ’ αυτό το γεωπολιτικά δυσχερές και επικίνδυνο περιβάλλον, οφείλουμε με σύνεση, σύμπνοια και ομογνωμία να συνεχίσουμε τον αγώνα που διεξάγουμε για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας και απαλλαγή από τα κατοχικά στρατεύματα και τις ξένες εγγυήσεις.

Έχοντας το δίκιο με το μέρος μας και κύριο όπλο την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως διεθνούς αναγνωρισμένου κράτους, πλήρους μέλους της ΕΕ, με την αμέριστη συμπαράσταση της Ελλάδας, εργαζόμαστε καθημερινά, για επανέναρξη των συνομιλιών για επίλυση του κυπριακού και αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους τους νόμιμους κατοίκους του νησιού.

Μέσω της σημερινής εκδήλωσης κυρίες και κύριοι, αποτίνουμε ύψιστο φόρο τιμής στις χιλιάδες θύματα του τουρκικού εθνικισμού.

Σε όλους τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, στους Αρμένιους, στους Ασσύριους, και στους Έλληνες της Κύπρου που υπήρξαν θύματα των εγκληματικών πολιτικών της Τουρκίας.

Τιμούμε ταυτόχρονα και όλους εκείνους που εκτοπίστηκαν με τη βία από τις πατρογονικές τους εστίες και ζουν μέχρι σήμερα στην προσφυγιά.

Ανανεώνουμε την υπόσχεση ότι δεν πρόκειται να αφήσουμε τα εγκλήματα της Τουρκίας να ξεχαστούν.

Θα  συνεχίσουμε τον αγώνα για δικαίωση και διεθνή αναγνώριση.

Τιμώντας τη σημερινή ημέρα ας κλίνουμε ευλαβικά το κεφάλι μνημονεύοντας τις χιλιάδες αθώους που έχασαν τη ζωή τους τόσο απάνθρωπα, με την ευχή και την ελπίδα ότι θα έρθει σύντομα η ώρα που θα δικαιωθούν οι ψυχές τους.

Ενώνοντας τις δυνάμεις μας όλες οι δημοκρατικές κοινωνίες, μέσα σε πλαίσια ειρηνικής συνύπαρξης, συνεργασίας, σεβασμού και αλληλεγγύης ας υποσχεθούμε ότι δεν θα επιτρέψουμε στο μέλλον τη διάπραξη ανάλογων εγκλημάτων.

Επιθυμώ τελειώνοντας τη σημερινή μου ομιλία, να υπομνήσω ένα ακόμη στίχο από το συγκινητικό ποιητικό αφιέρωμα στον Πόντο της κυρίας Δεληγιάννη Τσιουλπά:

 «(…) Ποντία γη!  Δεν σε κατάκτησε η Ανατολή, ούτε η Δύση, μονάχα εμείς, οι Πόντιοι όπου γης, γιατί σε κρατήσαμε στην καρδιά μας κι εκεί ανθίζεις μέσα απ’ τον πνιγμένο θρήνο!»


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ