
Ομιλία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη
Είναι με αισθήματα τιμής και περηφάνιας που συμμετέχω στην αποψινή εκδήλωση με την Υπουργό Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας και τους Υφυπουργούς Τουρισμού και Μετανάστευσης. Ένα ρίγος συγκίνησης και υπερηφάνειας με διαπερνά κάθε φορά που συμμετέχω σε εκδηλώσεις για την επέτειο της 19ης Μαΐου του 1919, για να τιμήσουμε τα θύματα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Ιδιαίτερα σήμερα, που βρισκόμαστε στην ακριτική περιοχή της Ελεύθερης Επαρχίας Αμμοχώστου, που είναι σχεδόν στο 85% υπό τουρκική κατοχή εδώ και μισό αιώνα μαζί με ποντιακά σύνολα με τους Πόντιους αδελφούς μας από την Ελλάδα και την Κύπρο.
Τα αισθήματα είναι έντονα και ανάμεικτα. Οι Έλληνες του Πόντου με μια μακραίωνη παρουσία σχεδόν τριών χιλιάδων χρόνων στα χώματα του Πόντου αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να αναζητήσουν νέους προορισμούς, είτε βόρεια προς χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είτε προς τη μητέρα Ελλάδα. Μαζί τους, όπου και αν πήγαν, κουβάλησαν την αδούλωτη και περήφανη ελληνική ψυχή τους, μετέφεραν την εργατικότητα τους, την ευφυΐα τους, την εντιμότητά τους και τον πολιτισμό τους. Και παρά τις κακουχίες, τις αλλεπάλληλες μετοικήσεις, τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες επιβίωσης και εθνικές περιπέτειες, κατάφεραν μετά από 100 και πλέον χρόνια να διατηρούν άσβεστη τη μνήμη και ανεξίτηλη τη σφραγίδα της καταγωγής τους. Όπου κι αν βρέθηκαν οι αδελφοί μας Πόντιοι, όπου κι αν κατέληξαν, ζουν με αξιοπρέπεια και περηφάνια.
Μπόλιασαν τις κοινωνίες που τους φιλοξενούν και τις νέες τους πατρίδες και πρόσφεραν σε όλους τους τομείς της ζωής, στις τέχνες, στον πολιτισμό, στην επιχειρηματικότητα, στον αθλητισμό, στη λογοτεχνία, στην πολιτική. Εκτός από την Ελλάδα, πολλοί Πόντιοι ταξίδεψαν και μετανάστευσαν για δεύτερη και ακόμα τρίτη φορά σε πολλά μέρη του κόσμου. Παντού όμως, κράτησαν με σθένος και απαράμιλλο ζήλο τις παραδόσεις και τις καταβολές τους. Η γλώσσα, η μουσική, ο χορός και το τραγούδι τους ακούγονται μέχρι σήμερα και συνεπαίρνουν τους πάντες, Πόντιους και μη. Κατάφεραν να κάνουν μέτοχους και ακόλουθους της παράδοσής τους όλους τους Έλληνες και όχι μόνο, χάρη στη δύναμη της ψυχής τους και την απίστευτη ενέργεια που μεταδίδουν.
Ακόμα και εδώ, στην πατρίδα μας Κύπρο, την πονεμένη και πληγωμένη από τα τραγικά γεγονότα της σύγχρονης Ιστορίας, ο Ποντιακός Ελληνισμός –και είμαστε περήφανοι για αυτό– δίνει τη δική του μαρτυρία και κερδίζει όλο και περισσότερες ψυχές Ελλήνων της Κύπρου. Σε αυτό το πλαίσιο, πολλοί είναι οι συμπατριώτες μας που ενδιαφέρονται να μάθουν να τραγουδούν και να χορεύουν Ποντιακά, ενδιαφέρονται να μάθουν για την Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, είτε μέσα από προσωπικές μαρτυρίες είτε μέσα από ιστορικές έρευνες και μελέτες. Κι αυτό διότι οι Έλληνες του Πόντου και οι Έλληνες της Κύπρου, με την αδιάψευστη και αδιάκοπη ελληνική τους καταγωγή, νιώθουν και είναι αδέλφια στην ψυχή, αδέλφια στη μοίρα, αδέλφια στους αγώνες, αδέλφια στην πίστη και τον πολιτισμό.
Και μια από τις πρώτες αποφάσεις που έλαβε η Κυβέρνηση μας στο Υπουργικό Συμβούλιο, και χαίρομαι που ήδη εφαρμόζεται, ήταν να διδάσκεται στα σχολεία μας η 19η Μαΐου, να μάθουν όλα τα παιδιά στην Κύπρο τι έγινε στους αδελφούς μας Πόντιους τόσα χρόνια πριν. Η Υπουργός Παιδείας Αθλητισμού και Νεολαίας μπορεί να μαρτυρήσει το ενδιαφέρον των παιδιών μας αυτά τα δύο χρόνια που διδάσκεται στα σχολεία μας η Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού και το δράμα των αδελφών μας από τον Πόντο.
Η Παναγία Σουμελά και ο Απόστολος Ανδρέας αποτελούν τρανά σύμβολα της πίστης και του πόθου τους, προσκυνήματα και τόποι προσευχής και υπόσχεσης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου έχουν ανεγερθεί εκκλησίες προς τιμήν της Παναγίας Σουμελά και Ελληνοπόντιοι κάνουν τάματα στην κατεχόμενη Μονή του Αποστόλου Ανδρέα στο Ριζοκάρπασο. Μας ενώνουν πολλά, τα ίδια που μας ενώνουν με όλους τους Ρωμιούς της Μικράς Ασίας, της Καππαδοκίας, της Κωνσταντινούπολης. Η γλώσσα, η πίστη, ο πολιτισμός, η Ιστορία, με μία φράση, η πονεμένη Ρωμιοσύνη.
Και χαίρομαι πραγματικά που αυτοί οι δεσμοί ενισχύονται καθημερινά, όπως αποδεικνύεται και από την πραγματοποίηση της σημερινής εκδήλωσης εδώ, όπως αποδεικνύεται και από τις πρόσφατες αποφάσεις. Και τιμά όλους αυτούς που έλαβαν τις αποφάσεις, των Σχολικών Εφορειών στην Αμμόχωστο και στην Πάφο, που έχουν επιβεβαιώσει την ονοματοδοσία δύο αιθουσών προς τιμήν του εθνομάρτυρα του Πόντου Νίκου Καπετανίδη, μία στο Γυμνάσιο της Θεοσκέπαστης στην Πάφο και μία εδώ στο Λύκειο Παραλιμνίου.
Επειδή είχα την τιμή να προσκληθώ σε μια εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη για τον Νίκο Καπετανίδη και τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, σάς καλώ να αφιερώσετε λίγα λεπτά, για να διαβάσετε την ιστορία του Νίκου Καπετανίδη και να δείτε πόσα χρόνια μετά, 30 χρόνια, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ακολούθησε ακριβώς τον ίδιο δρόμο.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός δέχθηκε το πρώτο πλήγμα του τουρκικού φανατισμού, κυρίως μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το κίνημα των Νεότουρκων, με αρχηγό τον Μουσταφά Κεμάλ, αποβιβάζεται στη Σαμψούντα στις 19 Μαΐου του 1919, για να συντονίσει την ήδη αρχινημένη από το 1914 εκστρατεία εθνοκάθαρσης στον Πόντο. Οι Νεότουρκοι, μεθοδευμένα και συστηματικά, με διωγμούς, εκτελέσεις, σφαγές, πυρπολήσεις, πορείες θανάτου, τα Τάγματα Εργασίας προσπαθούν να εξουθενώσουν και να εξαλείψουν κάθε χριστιανικό στοιχείο στην περιοχή.
Μετά τους Αρμένιους, σειρά παίρνουν οι Έλληνες. Παρά την αντίσταση από ομάδες ανταρτών, ομάδες ανταρτών όπως η ΕΟΚΑ, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις, κυρίως από την Εκκλησία, προς τη Δύση και την Ελληνική Κυβέρνηση για βοήθεια και παρά τις μαρτυρίες από ξένους ιεραποστόλους και διπλωμάτες, το έργο του κινήματος των Νεότουρκων προχωρούσε κανονικά και απρόσκοπτα. Κατά τη διάρκεια της εθνοκάθαρσης έχασαν τη ζωή τους 350.000 αδελφοί μας Έλληνες Πόντιοι.
Το οριστικό τέλος δόθηκε με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών. Εκατοντάδες χιλιάδες Ποντίων ανάμεσα στο ενάμιση εκατομμύριο Μικρασιατών, εγκαταλείπουν την πατρίδα τους, αφήνουν τη Σινώπη, τη Σαμψούντα, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα, αφήνουν τις πυκνόφυτες Ποντιακές Άλπεις και τις πενταγάλανες ακτογραμμές, αφήνουν τα μνημεία, τις εκκλησιές, τα Μοναστήρια, τις οικίες τους, τα ειδυλλιακά τοπία, τις περιουσίες, τα εύφορα χώματα, τις καλλιέργειες, αφήνουν το βιός τους και εγκαθίστανται σε νέες πατρίδες, μακρινές και άγνωστες γι’ αυτούς.
Από τότε οι Πόντιοι αγωνίζονται να κρατήσουν ζωντανή την πίστη και την καταγωγή τους. Ιδρύουν Σωματεία και Συλλόγους, ανεγείρουν μνημεία και προσκυνήματα, για να μην ξεχνούν, να μεταλαμπαδεύουν τις θύμησες και να μαρτυρούν το μεγαλείο της ψυχής τους. Από τότε οι Πόντιοι αγωνίζονται για το ιστορικά αυταπόδεικτο, την αναγνώριση της Γενοκτονίας από μέρους της Τουρκίας. Η Τουρκία την αρνείται μέχρι σήμερα, ακούσατε τη σημερινή ανακοίνωση, και επικαλείται λόγους ατεκμηρίωτους, υποστηρίζει ότι έγιναν εγκλήματα και βιαιότητες δήθεν από μεμονωμένες ομάδες, αλλά όχι Γενοκτονία. Μέχρι σήμερα όμως, με τις επίμονες προσπάθειες των Ποντίων του κόσμου, τη Γενοκτονία, εκτός από την Ελλάδα και την Κύπρο, έχουν έμμεσα ή άμεσα αναγνωρίσει κι άλλες χώρες, όπως η Σουηδία, η Αρμενία, η Ολλανδία, ορισμένες Πολιτείες των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αυστραλίας κ.ά. Και αυτή η προσπάθεια συνεχίζεται.
Ως Έλληνες Κύπριοι διεξάγουμε και εμείς τον δικό μας μακροχρόνιο αγώνα. Πενήντα και πέραν χρόνια μετά την τουρκική εισβολή και 70 χρόνια από την έναρξη του πιο αγνού αγώνα του τόπου, του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955-‘59, η ειρήνη και η ενότητα στην Κύπρο είναι ακόμα ζητούμενα. Η μοιρασμένη μας πατρίδα, λόγω της τουρκικής εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής και της παράνομης παρουσίας των τουρκικών στρατευμάτων, ακόμα αναμένει την απελευθέρωση. Ο Κυπριακός Ελληνισμός το 1974 δέχθηκε το πιο βαρύ πλήγμα και όπως οι Μικρασιάτες, οι Καππαδόκες και οι Πόντιοι, αναγκάστηκε κατά χιλιάδες να εγκαταλείψει με τη βία τις πατρογονικές του εστίες, να καταφύγει στις ελεύθερες περιοχές ή στο εξωτερικό και να αρχίσει τη ζωή του από το μηδέν. Μαζί με τους πεσόντες, τους αγνοούμενους, τους αιχμάλωτους και τους τραυματίες αποτελούν τον τραγικό επίλογο της τουρκικής εισβολής. Και επιτρέψετέ μου να αναφέρω ένα συλλογισμό που συνειρμικά κάνω κάθε φορά σε τέτοιες εκδηλώσεις.
Και αυτός ο συλλογισμός είναι η τραγική σύμπτωση της μεταφοράς αριθμού Κυπρίων αιχμαλώτων του 1974 στις φυλακές της Αμάσειας του Πόντου. Εκεί που πριν από 100 και πλέον χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 1921 συντελέστηκε ένα ειδεχθές έγκλημα, ο απαγχονισμός 168 προκρίτων, διανοούμενων, κληρικών και επιφανών Ποντίων από τα λεγόμενα «δικαστήρια ανεξαρτησίας» των Νεότουρκων. Εκεί, στον ίδιο τόπο, βρέθηκαν και οι δικοί μας αιχμάλωτοι, βασανισμένοι, κατάκοποι και εξουθενωμένοι το τραγικό καλοκαίρι του 1974. Εκεί, Πόντος και Κύπρος, ένωσαν το μαρτύριό τους και έγιναν τα θύματα ενός κοινού εγκλήματος.
Οι Κύπριοι πρόσφυγες, όπως όλοι οι διωγμένοι Έλληνες πρόσφυγες, προσπαθούμε και καταφέρνουμε μέσα από μνημεία, εκκλησίες, εκδηλώσεις και άλλες δράσεις να διατηρήσουμε άσβεστη τη μνήμη της καταγωγής μας και, ναι, να διεκδικούμε την απελευθέρωση, την ειρήνη και την επανένωση της πατρίδας μας.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Κυπριακό, ως αποτέλεσμα των δικών μας στοχευμένων ενεργειών, η ευρύτερη γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή μας και η αναβάθμιση του ρόλου της Κυπριακής Δημοκρατίας διεθνώς, δημιουργούν μια νέα δυναμική και προοπτική. Η Τουρκία όμως, όπως και στην περίπτωση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, οφείλει πρωτίστως να καταλάβει ότι η πορεία της προς την Ευρώπη περνά αναπόδραστα μέσα και από την Κύπρο.
Πέρσι, σε μια παρόμοια εκδήλωση, μου είχατε κοινοποιήσει μερικά θέματα που επηρεάζουν την καθημερινότητά σας, και για τα οποία είχα δημόσια υποσχεθεί ότι, ως Κυβέρνηση, τα εξετάζουμε με θετική προσέγγιση και διερευνούμε σχετικές λύσεις. Ξεκινήσαμε με την απόφαση που σας είπα, που ήταν από τις πρώτες αυτής της Κυβέρνησης, για τη διδασκαλία στα σχολεία.
Θα ήθελα απόψε να αναφερθώ τηλεγραφικά σε κάποια από αυτά τα θέματα, ξεκινώντας από τις διαδικασίες πολιτογράφησης, και ειδικά για τους αιτητές ελληνικής καταγωγής, ότι ως πρώτο στάδιο προχωρήσαμε με νομοθετικές ρυθμίσεις, ώστε να μην απαιτείται η πιστοποίηση της γνώσης της ελληνικής γλώσσας –ειδικότερα είναι ένα θέμα που αφορά τους γονείς σας, τους πιο ηλικιωμένους– και μάλιστα για αυτούς που προκύπτει ανάγκη διευθετήσαμε, μετά από δικό σας αίτημα, να γίνεται πιο συχνά η σχετική εξέταση, για να αποφύγουμε τις όποιες καθυστερήσεις. Και σήμερα, ερχόμενος εδώ, είχα συνάντηση με τον Υπουργό Εσωτερικών, για να ενημερωθώ συγκεκριμένα, ότι αυτήν τη στιγμή εκκρεμούν τέσσερεις χιλιάδες αιτήσεις, οι οποίες θα προχωρήσουν αμέσως.
Υπάρχει και ένα άλλο θέμα, το οποίο αφορά την παροχή κοινωνικής σύνταξης, ένα θέμα που έθεσα στον Έλληνα Πρωθυπουργό και, στο πλαίσιο της θεσμοθετημένης πλέον διακυβερνητικής συνεργασίας με την Ελληνική Κυβέρνηση, το θέμα έχει τεθεί ως προτεραιότητα και προχωράμε σε συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων Αρχών Ελλάδας και Κύπρου για επίλυση του θέματος.
Απόψε θέλω να ανακοινώσω την απόφαση της Κυβέρνησης για ανέγερση μνημείου για τη Γενοκτονία του Πόντου εδώ στο Παραλίμνι. Και, φίλε Δήμαρχε, μόλις μας υποδείξετε τον χώρο ξεκινάμε τις εργασίες, έτσι ώστε του χρόνου τέτοια μέρα να εγκαινιάσουμε το Μνημείο για τη Γενοκτονία του Πόντου.
Επίσης, ως Κυβέρνηση, έχουμε αποφασίσει τη διάθεση κρατικού κτηρίου, κυβερνητικής κατοικίας στη Λευκωσία, το οποίο θα λειτουργεί ως Κέντρο Ποντιακού Πολιτισμού ως ελάχιστη αναγνώριση των κοινών μας αγώνων, των κοινών μας στόχων και των κοινών μας επιδιώξεων.
Συγχαίροντας όλα τα εμπλεκόμενα σύνολα Κύπρου και Ελλάδας, τον Ποντιακό Σύλλογο «Τεμέτερον» Αμμοχώστου, το Σωματείο Δράσης «Νίκος Καπετανίδης», την Ένωση Ποντίων Αργυρούπολης Αττικής, τη Λέσχη Ποντίων Νομού Καβάλας και το Ινστιτούτο Ελληνικού Πολιτισμού Κύπρου που μας κάνει περήφανους για τη δράση και την προσφορά τους τόσο σε θέματα διατήρησης της ιστορικής μνήμης όσο και σε θέματα πολιτισμού, παιδείας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Επίσης, συγχαίρω τον Δήμο Παραλιμνίου-Δερύνειας και προσωπικά τον Δήμαρχο. Είστε σε μια από τις πιο φιλόξενες περιοχές της Κύπρου, είστε σε μια περιοχή που 85% της επικράτειας της είναι υπό κατοχή.
Κλείνω, λέγοντας ότι τιμάμε όλους τους ήρωες που έπεσαν για την προάσπιση της πατρίδας, όσους θυσιάστηκαν και έχασαν τη ζωή τους κατά τους εθνικούς και απελευθερωτικούς αγώνες, όλα τα θύματα κάθε ξένης, βίαιης, επεκτατικής και εχθρικής θηριωδίας. Θυμόμαστε. Δεν ξεχνάμε τα θύματα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Δεν ξεχνάμε τα θύματα της τουρκικής εισβολής του 1974. Αιωνία να είναι η μνήμη τους.
Πηγή : pio.gov.cy
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ
