
Είναι με ιδιαίτερη χαρά που αποδέχθηκα την πρόσκληση των φίλων Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, για να χαιρετίσω το Ετήσιο Συνέδριο της Ακαδημίας της Νομικής Υπηρεσίας. Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, συγχαίροντας την Ακαδημία για τη διοργάνωση του συνεδρίου και την εύστοχη επιλογή του θέματος για έναν θεσμό που σημάδεψε καθοριστικά την Ιστορία και την πορεία της Κυπριακής Δημοκρατίας και που, από την ίδρυση του μέχρι σήμερα, υπήρξε θεματοφύλακας της νομιμότητας, υπερασπιστής του κράτους δικαίου και στυλοβάτης της Δημοκρατίας.
Θέλω να συγχαρώ τη Νομική Υπηρεσία για την εξαιρετική δουλειά που έγινε με αφορμή την πρόσφατη απόφαση σε σχέση με το θέμα των σφετεριστών. Θεωρώ ότι η κατάληξη της υπόθεσης, η εξέλιξη της πορείας αποδεικνύει την εξαιρετική δουλειά που έγινε.
Με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, το Σύνταγμα καθιέρωσε τον Γενικό Εισαγγελέα και τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα ως ανεξάρτητους αξιωματούχους και τους απέδωσε αρκετές εξουσίες και αρμοδιότητες, μεταξύ άλλων: προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, νομικός σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Υπουργικού Συμβουλίου και των Υπουργών, επικεφαλής των ποινικών διώξεων, εκπρόσωπος του κράτους ενώπιον των κυπριακών δικαστηρίων, αντιπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλες τις υποθέσεις στις οποίες αυτή είναι διάδικος ενώπιον Διεθνών Δικαστηρίων, ενώ, παράλληλα, λειτουργεί και ως ο θεματοφύλακας του Συντάγματος και του δημοσίου συμφέροντος.
Τα δύσκολα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις σοβαρές συνταγματικές δυσλειτουργίες, που ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο μετά την τουρκική εισβολή του 1974, ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο τον ρόλο και τη σημασία του Γενικού Εισαγγελέα. Η συμβολή του την περίοδο εκείνη ήταν καθοριστική στη νομική τεκμηρίωση των θέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, η υπόσταση της οποίας αμφισβητήθηκε, όπως αμφισβητείται μέχρι σήμερα και είναι σημαντικός ο ρόλος της Νομικής Υπηρεσίας στη συνεχή συνεργασία που υπάρχει με όλες τις Κυβερνήσεις στο να υπερασπιστούμε τη διεθνή νομιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και σε άλλα θέματα όπως στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων και των εγκλωβισμένων και στη διατήρηση της νομιμότητας σε συνθήκες εθνικής τραγωδίας.
Στη συνέχεια, σε έναν άλλο πολύ καθοριστικό για την πατρίδα μας σταθμό, την έναρξη των διαπραγματεύσεων για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από το 2004 με την ιδιότητα πλέον της πατρίδας μας ως Κράτος Μέλος της ΕΕ, το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα ανέλαβε έναν τεράστιο όγκο έργου. Εργάστηκε για την εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, ένα εγχείρημα που απαιτούσε χιλιάδες νομοθετικές τροποποιήσεις και εξειδικευμένες γνωματεύσεις. Ταυτόχρονα, προώθησε τη μεταρρύθμιση του ποινικού και του αστικού δικαίου και εργάστηκε για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.
Σήμερα, ο θεσμός του Γενικού Εισαγγελέα συνεχίζει να αντιμετωπίζει νέες και σύνθετες προκλήσεις, όπως οι υποθέσεις διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος, η εκπροσώπηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε διεθνή δικαστήρια και πολλά άλλα. Είναι αδιαμφισβήτητο, λοιπόν, ότι από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι σήμερα, καθοδήγησε νομικά, ενίσχυσε θεσμικά και προστάτευσε πολιτικά το κράτος μας.
Ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει στον εκ του Συντάγματος αποδοθέντα διττό ρόλο του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο συνδυασμός αυτός που τον καθιστά θεσμικά ισχυρό, την ίδια ώρα δημιουργεί και προβληματισμούς σε σχέση με ενδεχόμενη σύγκρουση ρόλων του ίδιου του θεσμού, ένα θέμα που έχει απασχολήσει, κατ΄ επανάληψη, τη δημόσια συζήτηση και νομική επιστήμη στην Κύπρο και εξάλλου για αυτό είναι και το κύριο θέμα συζήτησης σήμερα.
Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, την ανάγκη για εκσυγχρονισμό και περαιτέρω βελτιστοποίηση του τρόπου λειτουργίας σημαντικών θεσμών του Κράτους, στη βάση των σύγχρονων αναγκών και καλών πρακτικών άλλων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και την ανάγκη για ενίσχυση του κράτους δικαίου, της διαφάνειας και λογοδοσίας- όλα αυτά που η κοινωνία θεωρεί ότι χρειάζονται βελτίωση- και, κατ’ επέκταση, στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς, η Κυβέρνηση μέσα στο πλαίσιο της προώθησης μεταρρυθμίσεων για εκσυγχρονισμό των θεσμών, προχώρησε και σε σχέση με τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, Μεταρρύθμιση που συνάδει και με τις κατά καιρούς αναφορές και συστάσεις ευρωπαϊκών και διεθνών οργάνων, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω του Νόμου (Επιτροπή Βενετίας), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το Κράτος Δικαίου (Rule of Law) και η Ομάδα Κρατών ενάντια στη Διαφθορά του Συμβουλίου της Ευρώπης (Επιτροπή GRECO).
Ουσιαστικά, το βασικότερο που επιδιώκεται με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, είναι ο διαχωρισμός του υφιστάμενου διττού ρόλου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, με την απονομή των ποινικής φύσεως αρμοδιοτήτων του στον Γενικό Δημόσιο Κατήγορο. Ο Γενικός Εισαγγελέας θα παραμείνει ως ο νομικός σύμβουλος του κράτους και προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας, με τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα να έπεται αυτού. Αντίστοιχα, τον διαχωρισμό του θεσμικού ρόλου, ακολουθεί ο διοικητικός διαχωρισμός της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, με τη δημιουργία της ανεξάρτητης Υπηρεσίας του Γενικού Δημόσιου Κατήγορου. Πέραν του διαχωρισμού, οι προτεινόμενες από την Κυβέρνηση ρυθμίσεις προνοούν και άλλα, πολύ σημαντικά ζητήματα, όπως είναι ο καθορισμός θητείας στο αξίωμα των ανεξάρτητων αξιωματούχων, αλλά και η ανεξαρτητοποίηση της κάθε Υπηρεσίας, τόσο της Νομικής, όσο και της υπό δημιουργία Υπηρεσίας του Γραφείου του Γενικού Δημόσιου Κατήγορου.
Για τη διακυβέρνησή μας, ο διαχωρισμός του διττού ρόλου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κρίνεται αναγκαίος ως μέτρο εκσυγχρονισμού ως απαίτηση της κοινωνίας, για λόγους ανεξαρτησίας, πλήρους διαφάνειας και αποφυγής ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων ή ρόλων. Ο διαχωρισμός των δύο ρόλων, που θέλω να ξεκαθαρίσω δεν αφορά την υφιστάμενη ηγεσια της Νομικής Υπηρεσίας, θα ενίσχυε την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη, θα εξασφάλιζε τη λογοδοσία και θα εναρμονιζόταν με ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, όπου η νομική στήριξη της εκτελεστικής εξουσίας και η άσκηση ποινικών διώξεων ανατίθενται σε διαφορετικούς θεσμούς.
Την ίδια στιγμή, αναγνωρίζω και σέβομαι απόλυτα το γεγονός ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, όπως δημόσια εξάλλου έχει αναφέρει, διατηρεί επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων. Επαναλαμβάνω ότι, οι εν λόγω επιφυλάξεις, οι σκέψεις, οι προβληματισμοί είναι απόλυτα σεβαστά και μέσα στο πλαίσιο του διαλόγου θα εργαστούμε, προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος της Κυβέρνησης για εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας μετά από 65 χρόνια.
Η σημερινή εκδήλωση είναι και ένα φιλολογικό μνημόσυνο εις μνήμην των αποβιωσάντων Γενικών Εισαγγελέων που υπηρέτησαν με αφοσίωση και ήθος έναν από τους υψηλότερους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Και θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι η Ιστορία της Νομικής Υπηρεσίας δεν γράφτηκε μόνο από τον θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα, γράφτηκε κυρίως από τους ανθρώπους που ηγήθηκαν αυτού, αφού ο καθένας τους άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στην πορεία του τόπου.
Ο πρώτος Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο αείμνηστος Κρίτων Τορναρίτης, ο οποίος υπήρξε για σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα η ψυχή της Νομικής Υπηρεσίας. Με το κύρος του, τη νομική του σοφία και το ήθος του, καθοδήγησε τη χώρα σε περιόδους κρίσιμες. Η συμβολή του υπήρξε ανεκτίμητη και η παρακαταθήκη του καθορίζει ακόμη τη λειτουργία της Υπηρεσίας.
Στη συνέχεια, τον θεσμό ανέλαβε η Στέλλα Σουλιώτου, η οποία εργάστηκε με αφοσίωση στην προετοιμασία και υποστήριξη προσφυγών της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εναντίον της Τουρκίας, σε συνέχεια της τουρκικής εισβολής του 1974. Η παρουσία της στον νομικό κόσμο της Κύπρου υπήρξε πρωτοποριακή και βαθιά εμπνευστική. Με τη σοφία και το θάρρος της άνοιξε δρόμους για τις γυναίκες στον χώρο της Δικαιοσύνης και ανέδειξε το ανθρώπινο πρόσωπο του δικαίου.
Τη σκυτάλη ανέλαβε ο Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης, ο οποίος με το κύρος και τη βαθιά νομική του γνώση, εργάστηκε για τον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας και συνέβαλε καθοριστικά στην ενίσχυση του κύρους της Υπηρεσίας, τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό. Υπήρξε στυλοβάτης στη μετάβαση της Κύπρου προς την ευρωπαϊκή της πορεία.
Στη συνέχεια ο Αλέκος Μαρκίδης άφησε βαθιά τη σφραγίδα του, ειδικότερα στην πορεία εναρμόνισης της Κύπρου με το κοινοτικό κεκτημένο, προετοιμάζοντας θεσμικά την πατρίδα μας για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν γνωστός για την καθαρότητα του λόγου, την πρακτική του σκέψη και την πολιτική του ευθυκρισία, ενώ η συμβολή του στο Κυπριακό, στις διαπραγματεύεις για επίλυση του Κυπριακού μέσα από τη συμμετοχή του στις συνομιλίες ήταν πρωταγωνιστική.
Τέλος, ο Σόλων Νικήτας, η θητεία του οποίου χαρακτηρίστηκε από την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, τη διασφάλιση της νομιμότητας των κρατικών διαδικασιών και την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος σε κάθε κρίσιμη στιγμή. Υπήρξε, κατά γενική ομολογία, παράδειγμα ακεραιότητας, δικαιοσύνης και προσήλωσης στο καθήκον, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα στη Νομική Υπηρεσία.
Σήμερα, τιμώντας τους, δεν αναλογιζόμαστε μόνο το παρελθόν, αλλά ανανεώνουμε την πίστη μας σε αξίες που είναι διαχρονικές: τη δικαιοσύνη, την εντιμότητα, την αφοσίωση στο καθήκον. Η μνήμη τους δεν είναι απλώς ιστορική, είναι ζωντανή παρακαταθήκη και οδηγός για όλους μας.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ









