Υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων
Συνέντευξη στον Ανδρέα Γερμανό
«Το 2019 η προηγούμενη κυβέρνηση προχώρησε σε μία εντελώς λαϊκιστική επιλογή. Γέμισε την Ελλάδα πανεπιστημιακά τμήματα μετατρέποντας χωρίς καμία αξιολόγηση τα ΤΕΙ σε ΑΕΙ.»
Ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Άγγελος Συρίγος μιλάει στη SPEAKNEWS για τις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στην ανώτερη εκπαίδευση, για την ποιότητα των ΑΕΙ και των ΤΕΙ και την ανάγκη αξιολόγησης των τμημάτων και σχολών. Ταυτόχρονα εκφράζει την αισιοδοξία του για κανονική διεξαγωγή των μαθημάτων την ερχόμενη περίοδο, εφόσον προχωρήσει βάσει σχεδίου ο εμβολιασμός στις νεότερες ηλικιακές ομάδες.
Μία ακαδημαϊκή χρονιά λόγω πανδημίας που πραγματοποιήθηκε και ολοκληρώθηκε με τηλεκπαίδευση. Τι να περιμένουν οι φοιτητές για την επόμενη χρονιά; Ποιο είναι το θετικό και ποιο το αρνητικό σενάριο;
Έως σήμερα η πανδημία μας έχει εκπλήξει αρνητικά. Είναι σαφές ότι ο μοναδικός τρόπος αντιμετωπίσεώς της είναι ο εμβολιασμός. Τα εμβόλια πλέον φτάνουν σε επαρκείς ποσότητες στη χώρα. Καθημερινώς εμβολιάζεται περισσότερο από το 1% του πληθυσμού. Με τους συγκεκριμένους ρυθμούς σύντομα θα προχωρήσει ο εμβολιασμός και στις ηλικιακές ομάδες 18 έως 30 ετών. Το λογικό -όχι το καλό- σενάριο είναι να λειτουργήσουν όλα ομαλά από το Σεπτέμβριο. Σε αυτή την περίπτωση τα πανεπιστήμια θα ανοίξουν κανονικά για τη διεξαγωγή μαθημάτων. Οπωσδήποτε θα τηρούνται μέτρα εντός των πανεπιστημιακών χώρων, αλλά αυτό δεν θα αποτρέπει την δια ζώσης διδασκαλία.
Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να αναπληρώσουμε τα κενά 18 μηνών πρωτοφανούς πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως με διακοπές της ζώσας διδασκαλίας, έλλειψη επαφής και αλληλεπιδράσεων, περιορισμένη πρόσβαση στην έρευνα και όλα αυτά που συνιστούν αυτό που αποκαλούμε ως πανεπιστήμιο. Το κακό σενάριο είναι να βρεθεί κάποια μετάλλαξη του ιού που δεν αντιμετωπίζεται από τα υπάρχοντα εμβόλια και να υποχρεωθούμε να πάρουμε μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας. Οι μέχρι σήμερα ενδείξεις πάντως κατατείνουν ότι, τουλάχιστον τα βασικά εμβόλια που χρησιμοποιούνται στον δυτικό κόσμο, και είναι αυτά που έχουμε στην Ελλάδα, αντιμετωπίζουν με επάρκεια τον ιό.
Η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο του Φεβρουαρίου προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις σε ότι αφορά την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, όπως ο καθορισμός βάσης εισαγωγής, και ο περιορισμός των επιλογών στο μηχανογραφικό, καθώς και των ετών φοίτησης. Ποια είναι τα αποτελέσματα που προσδοκάτε από αυτές τις αλλαγές;
Χαίρομαι που αναφέρεστε στις πραγματικές τομές που έφερε ο νόμος 4777 που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2021. Έως τώρα όλοι επικεντρώνονται στο θέμα της ασφάλειας στα ΑΕΙ. Από τον συγκεκριμένο νόμο για την ανώτατη εκπαίδευση θα ξεχώριζα την καθιέρωση της ελάχιστης βάσεως εισαγωγής. Θα περιορίσει το φαινόμενο εισόδου στα ΑΕΙ φοιτητών που δεν έχουν τη γνωσιακή βάση για να συνεχίσουν σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Ο περιορισμός των επιλογών στο μηχανογραφικό σε δύο φάσεις θα ισχύσει από του χρόνου. Θα βοηθήσει εκείνους οι οποίοι θέλουν να εισαχθούν σε ένα συγκεκριμένο πανεπιστημιακό τμήμα και σήμερα εκτοπίζονται από άλλους με υψηλότερες βάσεις που όμως επιλέγουν τυχαία ως 15η ή 20η επιλογή το συγκεκριμένο τμήμα. Η ελάχιστη βάση εισαγωγής θα διευκολύνει να δούμε καθαρά τόσο το υπουργείο Παιδείας όσο και τα ΑΕΙ πως αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία το ελληνικό πανεπιστήμιο.
Είναι εκπεφρασμένη η θέληση της τωρινής κυβέρνησης για αναδιάταξη του χάρτη των ΑΕΙ. Πιστεύετε ότι ο αριθμός των ΑΕΙ της χώρας μας είναι όντως μεγάλος, και χρειάζεται να γίνουν συνενώσεις και να καταργηθούν τμήματα;
Το 2019 η προηγούμενη κυβέρνηση προχώρησε σε μία εντελώς λαϊκιστική επιλογή. Γέμισε την Ελλάδα πανεπιστημιακά τμήματα μετατρέποντας χωρίς καμία αξιολόγηση τα ΤΕΙ σε ΑΕΙ. Ο στόχος ήταν κάθε πόλη να έχει κι ένα πανεπιστημιακό τμήμα. Από τα δεκάδες νέα πανεπιστημιακά τμήματα που δημιουργήθηκαν εν μία νυκτί, 12 δεν είχαν ούτε έναν καθηγητή, ούτε ένα μέλος διδακτικού προσωπικού για να διδάξει. Άλλα 20 τμήματα είχαν 2-3 καθηγητές. Δεν υπήρχαν αίθουσες, υποδομές εργαστηρίων, βιβλιοθήκες, εστίες, φοιτητικά εστιατόρια. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι είναι καλό να έχεις σκόρπια πανεπιστημιακά τμήματα χωρίς σύνδεση μεταξύ τους, είναι δυνατόν να έχουμε πανεπιστημιακά τμήματα που δέχονται κάθε χρόνο φοιτητές αλλά δεν έχουν καθηγητές; Όλα αυτά πρέπει να αξιολογηθούν και να ελεγχθούν. Αλλιώς υπονομεύεται το όνομα των ελληνικών πανεπιστημίων και η αξία των πτυχίων μας. Εκ των πραγμάτων αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει σε συγχωνεύσεις τμημάτων ή σε μετατροπή των επιστημονικών τους πεδίων.
Είναι τα ελληνικά πανεπιστήμια ανταγωνιστικά με τα πανεπιστήμια άλλων ευρωπαϊκών χωρών, και αν ναι, ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά που τα διακρίνουν;
Τη δεκαετία του 1990 εργάστηκα σε πανεπιστήμια του εξωτερικού. Με χαρά διαπίστωνα ότι οι απόφοιτοι των ελληνικών πανεπιστημίων που έρχονταν να κάνουν μεταπτυχιακά, ήσαν πολύ υψηλού επιπέδου και είχαν κατά κανόνα ολοκληρωμένη άποψη για την επιστήμη που θεράπευαν. Ήταν η ίδια περίοδος που στην Αγγλία εφαρμόζονταν τα τριετή προγράμματα σπουδών. Είχα διαπιστώσει επανειλημμένως ότι οι απόφοιτοί αγγλικών πανεπιστημίων είχαν περιορισμένες γνώσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Αμερική όλα τα πανεπιστήμια εξακολουθούν να έχουν τετραετή προγράμματα σπουδών. Τα σημεία στα οποία υστερούσαμε τότε, ήσαν όσα σχετίζονταν με την πρόσβαση στην πληροφορία για έρευνα.
Επί παραδείγματι δεν είχαμε καλές βιβλιοθήκες. Τα βιβλία ήσαν κατά κανόνα παλαιά. Οι συνδρομές μας σε επιστημονικά περιοδικά του εξωτερικού δεν ήσαν σταθερές και μας έλειπαν τεύχη. Η πρόοδος της τεχνολογίας έχει αλλάξει ριζικά αυτή τη βασική αδυναμία μας. Το ελληνικό κράτος πληρώνει ετησίως ένα σημαντικό ποσόν που δίνει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής προσβάσεως σε τεράστιες βάσεις δεδομένων. Απαντώντας στο τελευταίο σκέλος της σκέλος της ερωτήσεώς σας, θα έλεγα ότι τα πανεπιστήμια είναι πρωτίστως το ανθρώπινο δυναμικό τους. Θεωρώ ότι το επίπεδο των ελλήνων επιστημόνων που διδάσκουν στα ΑΕΙ, δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα από πολλά καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Δεν είναι σχήμα λόγου ή ωραιοποίηση. Είναι η αλήθεια. Αυτό είναι το συγκριτικό μας πλεονέκτημα.
Στην Ελλάδα υπάρχουν Σχολές που διακρίνονται διεθνώς για το επίπεδο των σπουδών τους, και άλλα τμήματα που λειτουργούν χωρίς βασικές προϋποθέσεις; Πως μπορεί να διασφαλιστεί η ποιότητα των σπουδών οριζόντια στην ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης της χώρας μας;
Σας περιέγραψα προηγουμένως τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την χωρίς αξιολόγηση μετατροπή των ΤΕΙ σε ΑΕΙ. Όπως ήταν λάθος της προηγούμενης κυβέρνησης να μετατρέψει συλλήβδην όλα τα ΤΕΙ σε ΑΕΙ, έτσι θα ήταν και λάθος να βάλω στο ίδιο τσουβάλι όλα τα τμήματα που προέρχονται από πρώην ΤΕΙ και να αποφανθώ ότι είναι μέτρια. Υπάρχουν καλά και κακά τμήματα με τα περισσότερα προβλήματα να εντοπίζονται κυρίως στην περιφέρεια. Στο παρελθόν έγιναν δύο στρατηγικές επιλογές. Ή πρώτη στρατηγική επιλογή ήταν η δημιουργία Πανεπιστημίου στην Θράκη τη δεκαετία του 1970. Η δεύτερη στρατηγική επιλογή ήταν η δημιουργία του Πανεπιστημίου Αιγαίου τη δεκαετία του 1980. Ο λόγος ήταν για να στηριχθούν δύο κρίσιμες περιφέρειες της Ελλάδας που έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι είναι ακριτικές. Και οι δύο επιλογές απεδείχθησαν σωστές. Αυτό είναι πιο εμφανές στην περιοχή της Θράκης. Το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο αποτελεί κύρια αναπτυξιακή μηχανή σε όλη την περιοχή.
Το ίδιο ισχύει και για το Αιγαίο. Εκεί όμως, λόγω του τουρισμού, υπάρχουν κι άλλοι μοχλοί αναπτύξεως. Τίς επόμενες δεκαετίες τι κάναμε; Υπονομεύσαμε αυτές τις δύο στρατηγικές επιλογές δημιουργώντας πολλά περιφερειακά ΑΕΙ. Το μεγάλο χτύπημα όμως έγινε το 2019 με την μετατροπή των ΤΕΙ σε ΑΕΙ. Ήταν εντελώς διαφορετικός ο ρόλος ενός ΤΕΙ είσαι μια μικρή κοινωνία. Κάλυπτε τοπικές ανάγκες και κατά κανόνα διασυνέδεε την εκπαίδευση με την αγορά.
Το 2019 μετατρέψαμε το σύνθημα της χούντας «κάθε πόλη και στάδιο και κάθε χωριό και γυμναστήριο» σε «κάθε περιφέρεια και τα ΑΕΙ της, κάθε πόλη και το πανεπιστημιακό της τμήμα». Τα πράγματα θα μπουν σε τάξη μέσα από την αξιολόγηση. Τα ΑΕΙ γνωρίζουν ότι η αξιολόγηση παίζει μείζονα ρόλο. Μείζονος σημασίας για την αξιολόγηση είναι η δημιουργία της ανεξάρτητης εθνικής αρχής για την ανώτατη εκπαίδευση. Λειτουργεί εδώ και ένα περίπου χρόνο. Βάσει των δικών της αξιολογήσεων θα διασφαλιστεί η ποιότητα των σπουδών.
Πρόσφατα η Σχολή Ιατρικής του ΑΠΘ ανακοίνωσε αγγλόφωνο πρόγραμμα σπουδών για αλλοδαπούς φοιτητές. Υπάρχουν σκέψεις και για άλλα παρόμοια προγράμματα; Υπάρχει σχεδιασμός για προσέλκυση στην Ελλάδα φοιτητών από το εξωτερικό;
Η δημιουργία ξενόγλωσσων πανεπιστημιακών προγραμμάτων οφείλεται στην πρόσφατη αλλαγή του νόμου που το επέτρεψε. Η αλλαγή αυτή δίνει τη δυνατότητα στα ελληνικά ΑΕΙ να ανοίξουν τα φτερά τους σε μία πιο διεθνοποιημένη κατεύθυνση. Εάν δούμε συνολικά τις χώρες της ευρύτερης περιοχής στα Βαλκάνια και στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, θα διαπιστώσουμε ότι η χώρα μας έχει την πλέον μακρόχρονη και πιο στέρεη παράδοση στον πανεπιστημιακό τομέα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να εκμεταλλευθούμε. Εκτός από το ΑΠΘ, τέτοια προγράμματα έχει ξεκινήσει και το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επίσης, έχουν ξεκινήσει συνεργασίες με μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Θεωρώ ότι η πεταλούδα βγαίνει από το κουκούλι της.
Σύνδεση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Είναι τα Ελληνικά πανεπιστήμια σε θέση να εκπληρώσουν αυτό το ρόλο;
Κάποια πανεπιστημιακά τμήματα, ιδίως σε πολυτεχνικές σχολές, έχουν διασυνδεθεί πολύ καλά με την αγορά εργασίας. Το ίδιο συνέβαινε και στο παρελθόν με αρκετά ΤΕΙ. Είναι ενδεικτικό ότι οι απόφοιτοι τους έβρισκαν πολύ γρήγορα εργασία μετά την αποφοίτησή τους. Η εν μία νυκτί μετατροπή τους σε πανεπιστήμια έσπασε σε πολλές περιπτώσεις αυτή την διασύνδεση με την αγορά εργασίας. Τους επόμενους μήνες θα θεσμοθετήσουμε την δημιουργία τμημάτων εφαρμοσμένων επιστημών. Ευελπιστώ ότι έτσι θα καλύψουμε το σημερινό κενό που υπάρχει μεταξύ ΑΕΙ και κόσμου της εργασίας.
Ποια είναι πιστεύετε η κατεύθυνση που πρέπει να έχει η πανεπιστημιακή εκπαίδευση στην εποχή μας, εν όψει της 5ης βιομηχανικής επανάστασης;
Θα ήθελα να αποφύγω να κάνω μία έκθεση για το προφανές: τα ελληνικά ΑΕΙ και η 5η βιομηχανική επανάσταση. Θα περιοριστώ στην φράση ότι αυτό είναι που με ρωτάτε είναι το αυτονόητο. Είναι όμως το αυτονόητο; Το ρωτώ αυτό διότι δεν παίζει ρόλο τι πιστεύει το υπουργείο Παιδείας ή η κυβέρνηση. Λόγω του αυτοδιοίκητου, τα πανεπιστήμια έχουν τη δυνατότητα να στραφούν προς όποιον επιστημονικό τομέα θέλουν.
Από τη θέση του υφυπουργού Παιδείας όμως, διαπιστώνω ότι υπάρχει μία στρεβλή έννοια αυτοδιοικήσεως. Αντί να επικεντρωνόμαστε σε θέματα όπως τα προγράμματα σπουδών που πρέπει να είναι πιο σύγχρονα και πιο ανταγωνιστικά, αναλωνόμαστε κυρίως σε θεολογικού τύπου συζητήσεις για το τι συνιστά άσυλο. Με τον όρο «άσυλο» εννοούμε κατά κανόνα το άβατο των ΑΕΙ για την ελληνική αστυνομία που υπήρχε επί δεκαετίες και καταργήθηκε τον Ιούλιο του 2019. Όταν έρχεται η συζήτηση σε θέματα που σχετίζονται με την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, διαπιστώνω ότι ένα σημαντικό τμήμα της πανεπιστημιακής κοινότητας κινείται στη λογική του «ει δυνατόν εστί, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο».
Ήταν χαρακτηριστικό αυτό που συνέβη όταν ανακοινώθηκε ότι τίθεται στην κρίση των πανεπιστημιακών τμημάτων εάν οι εξετάσεις του Ιουνίου θα γίνουν διά ζώσης η εξ αποστάσεως. Ένας μεγάλος αριθμός καθηγητών ζήτησε μετ’ επιτάσεως να βγει το υπουργείο και να απαγορεύσει τις εξετάσεις δια ζώσης. Ο λόγος ήταν ότι δεν μπορούσε να υπάρξει συμφωνία εντός των τμημάτων για τον τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων. Πρέπει να καταλάβουμε την έννοια της ευθύνης. Είμαστε υπεύθυνοι απέναντι στην κοινωνία για το τι πανεπιστήμια έχουμε, τί εκπαίδευση προσφέρουμε και με τι εξοπλίζουμε τους νέους μας για να αντιμετωπίσουν με επάρκεια το μέλλον.