Ανισότητα και άλλες κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις

Του Ανδρέα Θεοφάνους*


Ενώ το κράτος και οι πολίτες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την πανδημία δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι την ίδια ώρα στο κοινωνικοοικονομικό πεδίο συντελούνται εξελίξεις οι οποίες δημιουργούν σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Πέραν της τεράστιας πίεσης στα συστήματα υγείας όλων των χωρών και της κάμψης στην οικονομική δραστηριότητα έχουν δημιουργηθεί επιπρόσθετα προβλήματα καθώς και στρεβλώσεις, που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσα από τα υφιστάμενα εργαλεία οικονομικής πολιτικής.

Στη σημερινή συγκυρία παρατηρείται, μεταξύ άλλων, μια σοβαρή αύξηση στις τιμές πρώτων υλών καθώς και αρνητικά επιτόκια. Όπως είναι αναμενόμενο η αύξηση τιμών στις πρώτες ύλες οδηγεί σε αλυσιδωτές αντίστοιχες αυξήσεις στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών. Η κατάσταση αυτή εξ ορισμού συνεπάγεται μείωση της αγοραστικής αξίας των μισθών. Όπως έχει επισημανθεί σε διεθνές επίπεδο, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει αρνητικά supply shocks (αρνητικά shocks της προσφοράς). Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τη μειωμένη ζήτηση δημιουργεί επιπρόσθετες επιπλοκές. Ενώ στα αρχικά στάδια της πανδημίας υπήρχε βαθειά ύφεση, ο αποπληθωρισμός απεφεύχθη ως αποτέλεσμα μιας πολύ επεκτατικής νομισματικής πολιτικής. Σήμερα όμως ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα στην οικονομική δραστηριότητα οι τιμές έχουν ανέλθει χωρίς την πλήρη αναθέρμανση της οικονομίας.

Οι αρνητικές συνέπειες στο επίπεδο της αύξησης των τιμών δεν αντανακλώνται πλήρωςστον υπολογισμό του πληθωρισμού. Αυτό είναι εν πολλοίς απότοκο του τρόπου υπολογισμού του πληθωρισμού. Συνήθως με την αύξηση των τιμών και τον πληθωρισμό παρατηρείται αύξηση των επιτοκίων. Στη σημερινή συγκυρία όμως παρατηρείται το αντίθετο. Είναι γνωστό ότι στις χώρες της Ευρωζώνης αλλά και σε άλλα κράτη του ανεπτυγμένου κόσμου τα επιτόκια είναι αρνητικά. Τα χαρακτηριστικά αυτά σηματοδοτούν μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Προφανώς θα πρέπει να υπάρξει ουσιαστικός επανακαθορισμός του οικονομικού υποδείγματος καθώς και των οικονομικών πολιτικών που ενδείκνυται να ακολουθηθούν.

Τα προβλήματααυτά επηρεάζουν όλες σχεδόν τις χώρες. Και για την περαιτέρω αξιολόγηση των συγκεκριμένων ζητημάτων και προκλήσεων θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν και οι ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε χώρας. Η Κύπρος όπως και το κάθε κράτος δεν μένει ανεπηρέαστη. Είναι όμως καθοριστικό να μελετηθούν εις βάθος οι συγκεκριμένες περιστάσεις στο οικονομικό και ευρύτερο πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι της χώρας.

Ενώ οι επίσημες ανακοινώσεις στην Κύπρο υπογραμμίζουν ότι η ανεργία έχει μειωθεί στο 4,4% δεν πρέπει να παραβλέπουμε άλλα δεδομένα τα οποία είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπ’ όψιν. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται ότι ο τρόπος υπολογισμού της ανεργίας επηρεάζει τον συγκεκριμένο δείκτη. Σημειώνεται επίσης ότι δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την ημιαπασχόληση.

Πάνω απ’ όλα είναι καθοριστικής σημασίας να αξιολογήσουμε τους μισθούς. Στην περίπτωση της Κύπρου σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας το 50% των εργαζομένων αμοίβεται με ακαθάριστο μηνιαίο μισθό μέχρι €1.500 ενώ το 25,7% μέχρι €1.000. Πέραν τούτου τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι οι χαμηλά αμοιβόμενοι αυξήθηκαν το 2020. Η τάση αυτή συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια του 2021.

Τα δεδομένα αυτά παραπέμπουν σε μια σταθερή αύξηση της ανισότητας, τάση η οποία προϋπήρχε της υγειονομικής κρίσης. Επισημαίνεται συναφώς ότι διάφορες έρευνες υποδεικνύουν ότι η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης τείνει να επιδεινώνει την ανισότητα. Και παρά τις οποιεσδήποτε διορθωτικές αλλαγές που έγιναν η ανισότητα έχει επιδεινωθεί μετά την πανδημία.

Στην ιδιαίτερη περίπτωση της Κύπρου βλέπουμε επίσης ότι η άνοδος των ενοικίων καθώς και του κόστους ιδιοκατοίκησης έχει ανέλθει σε τέτοιο βαθμό που δημιουργεί επιπρόσθετες επιπλοκές σε χιλιάδες πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους. Ένας νέος με μισθό €900 αδυνατεί να ζήσει μόνος του όταν θα καταβάλει ενοίκιο €500-600. Με το ίδιο σκεπτικό η κατάσταση αυτή επηρεάζει τον δείκτη γονιμότητας και τα δημογραφικά δεδομένα. Το κράτος καλείται να συμβάλει με νέες προσεγγίσεις στην επίλυση των προβλημάτων αυτών. Και τούτο παρά το γεγονός ότι ήδη υφίσταται ένα δημόσιο χρέος πέραν του 120% του ΑΕΠ.

Στη δύσκολη αυτή περίοδο ο ρόλος του κράτους για την αντιμετώπιση των ποικιλόμορφων προκλήσεων θα είναι καθοριστικής σημασίας. Πάνω απ’ όλα απαιτείται σκληρή δουλειά για τη διαμόρφωση ενός νέου οικονομικού υποδείγματος το οποίο ενώ θα ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα της αγοράς θα αναβαθμίζει τον στρατηγικό, κοινωνικό και επιδιαιτητικό ρόλο του κράτους. Στα πλαίσια αυτά είναι απαραίτητο να εμπλουτισθούν τα εργαλεία πολιτικής τα οποία είναι αναγκαίαγια την αντιμετώπιση των πολλαπλών προκλήσεων.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ