Της Δρ. Άννας Κωνσταντινίδου*
Θα μπορούσαμε, άραγε, να μιλήσουμε για “μοναξιά” των ΗΠΑ σε χειρισμούς πολιτικών αποφάσεων, μετά την αποχώρηση Μέρκελ; Πώς είχαν διαμορφωθεί όλα αυτά τα χρόνια οι σχέσεις ΗΠΑ και Γαλλίας, ούσα στο βάθος η Μεγάλη Βρετανία; Χθες, στα Ηλύσια Πεδία ο Εμμανουέλ Μακρόν υποδέχτηκε τον “αγαπητό”, αλλά όχι “φίλο” (μία αγαπημένη φράση του Γάλλου Προέδρου), Όλαφ Σόλτς.
Η Γαλλία, όπως αναφέρουμε το τελευταίο διάστημα, βρίσκεται σε αναβρασμό, λόγω των επικείμενων προεδρικών εκλογών. Μάλιστα, ο Μακρόν εξέθεσε δημόσια το έργο του για μια Ευρώπη ισχυρή, με προστασία των συνόρων της, αναθεώρηση των θεσμικών πτυχών της ευρωπαϊκής, μεταναστευτικής πολιτικής, τονίζοντας την αναγκαιότητα σύμπλευσης και εμπιστοσύνης των κρατών – μελών σε μείζονα πολιτικά και κοινωνικά θέματα.
Η Γαλλία του Μακρόν δεν επιδιώκει μόνο να καταστεί η πλέον “ηγετική” φυσιογνωμία του ενωσιακού περιβάλλοντος, αλλά κυρίως στοχεύει να καλύψει όλα τα κενά που άφησε η γερμανική, μερκελική πολιτική, κενά που επέφεραν μεγάλο πλήγμα στην αξιοπιστία της θεσμικής υπόστασης ενός μηχανισμού, όπως είναι η Ένωση.
Είναι αναγκαίο να ειπωθεί κάτι, αυτό που τουλάχιστον αποδεικνύει η Ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οτι, καλώς ή κακώς (και ως αποδεικνύεται κακώς) η Ένωση, έτσι όπως λειτούργησε από το 1957 μέχρι τουλάχιστον την αποχώρηση της Μέρκελ από την πολιτική σκηνή της Ευρώπης, είχε καταστεί το “πολιτικό σκέλος” του ΝΑΤΟ. Και μπορεί οι ΗΠΑ με το σχέδιο Μάρσαλ το 1947 να στόχευαν στην ανοικοδόμηση και την οικονομική αρωγή της Ευρώπης, μετά τη λήξη του Β’ΠΠ, ωστόσο θέλανε διακαώς την ίδρυση ενός οικονομικού οργανισμού εντός του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, ο οποίος θα ήταν υπεύθυνος για τα κράτη – μέλη του, καθώς η οικονομική κατάρρευση του 1929, ήταν ένα στοιχείο που κυριολεκτικά στοίχειωνε την αμερικανική πολιτική (εσωτερική και εξωτερική)…
Ναι μεν, η Αμερική δεν ήθελε η Ευρώπη να πέσει στην αγκαλιά του Στάλιν, όμως σε καμία των περιπτώσεων, παρόλο που είχαν ήδη συσταθεί οι πρώτοι διεθνείς, οικονομικοί Οργανισμοί, όπως ήταν η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, δεν ήθελε να βιώσει τις οικονομικές επιπτώσεις ενός νέου Κραχ.
Οι ΗΠΑ για το πώς λειτούργησε και κινήθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, καθιστώντας την εν πολλοίς δεκανίκι του ΝΑΤΟ, πρόθυμο αρωγό των ενεργειών της είχε τη Μεγάλη Βρετανία (μια χώρα που εξαιτίας των αποικιοκρατικών κριμάτων της και των διακυβευμάτων που είχε θέσει στα πλαίσια ενός Κόσμου ανατολικού, που όμως ανασχηματιζόταν), η οποία συνέπλευσε στον απόλυτο βαθμό με την Αμερική. Η συμμαχία τους και η “συνδιαχείριση” των ευρωπαϊκών κοινοτικών πραγμάτων, ανάγκασε τη Γαλλία του Ντε Γκωλ να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (μέχρι το 2009 που επανήλθε).
Το 1989 με την Πτώση του Τείχους στο Βερολίνο είχαμε την αναδιάταξη ισχύος στο παγκόσμιο, πολιτικό και οικονομικό σύστημα, καθώς κατέρρευσε ο Υπαρκτός Σοσιαλισμός. Και ενώ για σχεδόν μία δεκαετία οι ισχυροί, οι λιγότερο ισχυροί και τα νέα μορφώματα που έψαχναν την πολιτική και την εθνοτική ταυτότητά τους προσπαθούσαν να βρουν τα “πατήματά” τους στο Νέο Κόσμο, όλες οι επιπτώσεις της κατάρρευσης του ψυχροπολεμικού διπόλου (ανεξαρτήτως που ποτέ τελικά δεν έπαψε να υφίσταται ο Ψυχρός Πόλεμος) φάνηκαν στις 11 Σεπτεμβρίου 2001…. Όταν όλος ο Κόσμος μπήκε σε νέα τροχιά…
Η Αμερική βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν εφιάλτη που για δεκαετίες ολόκληρες αποστρεφόταν, να έρθει αντιμέτωπη “κατά πρόσωπο” όχι μόνο με τον αραβικό Κόσμο, αλλά με τον μουσουλμανικό. Ο Πόλεμος στον Κόλπο το 1991 ήταν στα πλαίσια των “αρμοδιοτήτων της ανθρωπιστικής επέμβασης”.
Η Μεγάλη Βρετανία λόγω των ιστορικών κριμάτων της στη μεσανατολική περιοχή δεν μπορούσε πλέον να βοηθήσει τις ΗΠΑ που επιδίωκαν λυσσαλέα να βρουν ένα κράτος πρόθυμο να καταστεί αρωγός, αλλά και πολλές φορές δεκανίκι των χειρισμών τους. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μετά τις επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν έψαχναν κάτι πάρα πολύ συγκεκριμένο, μία χώρα που θα μπορούσε να εξευμενίσει τον ισλαμισμό και και το μένος των μουσουλμανικών ομάδων που υπήρχε εναντίον του αμερικανικού κράτους και παράλληλα δεν θα ήταν εμπόδιο στους χειρισμούς της Αμερικής στο “μαξιλάρι Ευρώπη”, όπως αυτή αντιμετώπιζε τον Θεσμό.
Η Γαλλία είχε πολύ συγκεκριμένη νοοτροπία για το μουσουλμανισμό και κυρίως πολύ συγκεκριμένη στάση και άποψη, κι αυτό φάνηκε από το γεγονός ότι η Ρώμη ΙΙ (πτυχή της οποίας ήταν το Ευρωσύνταγμα) έμεινε στις καλένδες. Η Γαλλία αποστρεφόταν (και αποστρεφεται) όσο τίποτα την προσχώρηση της Τουρκίας στο Θεσμό, εκτός των άλλων.
Η Γερμανία εκείνη την περίοδο είχε κάτι το καταπληκτικό για τις ΗΠΑ, μία πολύ μεγάλη μουσουλμανική Κοινότητα, από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη και συγχρόνως πολύ καλές σχέσεις, λόγω των οικονομικών μεταναστών, με την Τουρκία. Θα πρέπει να σημειωθεί αυτό, η Αμερική, παρά τον έντονο διπολισμό του Ψυχρού Πολέμου και την βοήθεια από μέρους της σε μουσουλμανικα μορφώματα για τη δημιουργία ισλαμικών κινημάτων εναντίον της πρώην ΕΣΣΔ, ωστόσο δεν έπαυε να θεωρεί τη Σοβιετική Ένωση ως αντίβαρο για την ανάσχεση του Ισλαμισμού στη δυτική περιφέρεια (γεγονός που το πίστευε και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα).
Μετά τον κατακερματισμό του σοβιετικού κράτους, οι ΗΠΑ επένδυσαν υπέρμετρα στην Τουρκία (πράγμα που εν πολλοίς φάνηκε στους δύο εμφυλίους της Γιουγκοσλαβίας), καθώς θεωρούσαν ότι θα μπορούσε το τουρκικό κράτος να λάβει τη θέση του πρώην σοβιετικού, κάμπτοντας τον ακραίο Ισλαμισμό (αν και φυσικά διαψεύστηκαν πανηγυρικά) και κάτω από το πλαίσιο αυτό βρήκαν έναν πρόθυμο σύμμαχο, τη Γερμανία, που κάθε άλλο παρά είχε – και μάλιστα μέχρι πρόσφατα, τουλάχιστον – δυσμενή στάση απέναντι στην Τουρκία.
Το σίγουρο είναι, ότι οι ΗΠΑ τη δεδομένη χρονική στιγμή που επανακάμπτουν επιχειρηματικά στη ΝΑ Μεσόγειο έχουν να αντιμετωπίσουν ένα γαλλικό Κράτος που επενδύει στην περιθωριοποίηση της Τουρκίας και ένα γερμανικό Κράτος, που θα δείξει τις προθέσεις του (αν δηλαδή η νέα Κυβέρνηση είναι κλώνος της Μέρκελ ή μια εντελώς διαφορετική “πολιτική οντότητα”), όταν θα τεθούν τα οικονομικά ταμειακά της ΕΕ στο ευρωπαϊκό τραπέζι. Καθώς ας μην ξεχνάμε ότι ο Σόλτς, αλλά και ο νέος Γερμανός “τσάρος” της Οικονομίας, θα σταθμίσουν και θα διαμορφώσουν τα βήματα για τη διαχείριση της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, συναρτήσει των συμφωνιών που θα υπάρξουν ανάμεσα σε Γαλλία και Γερμανία για το Ταμείο Ανάκαμψης, που ναι μεν είναι επιγέννημα του Σόλτς, αλλά έχοντας μια Καγκελάριο Μέρκελ στη “γενική επιστασία” της ΕΕ.
*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός – Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΑΠΘ (Νομικής Σχολής και Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ), Εξωτερική Συνεργάτιδα της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και της Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.