της Δρ.Άννας Κωνσταντινίδου*
Στο διπλωματικό τραπέζι της Κύπρου υφίσταται το αίτημα της αμερικανικής πλευράς να δοθούν στην Ουκρανία οι δύο τύποι αντιαεροπορικών συστημάτων, άρματα μάχης και επιθετικά όπλα, όλα ρωσικής κατασκευής που διαθέτει η Εθνοφρουρά.
Το θέμα είναι αρκετά πολύπλοκο, καθώς η μία παράμετρος δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι ο κατασκευαστής, εν προκειμένω η Ρωσία διαθέτει τις εργοστασιακές ρυθμίσεις των οπλικών συστημάτων, αλλά κυριότατα ότι τα συμβόλαια προμήθειας που συνήφθησαν ανάμεσα στο ρωσικό και το κυπριακό κράτος αναφέρουν πχ κατά πόσο μπορεί να γίνει μεταπώληση ρωσικού οπλισμού, σε ποιον μπορεί να μεταπωληθεί κτλ και όλα αυτά- να το πούμε τελείως απλοϊκά- τα “ψιλά γράμματα” που δεσμεύουν μία εμπορική συμφωνία.
Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με το πολιτικό-διπλωματικό σκέλος, που αυτό είναι και η πιο πολυσύνθετη προβληματική της υπόθεσης…
Αναμφισβήτητο καθίσταται το γεγονός και δεν πρέπει να το ξεχνάμε, όταν το 1974 η Δύση έκλεισε με τον πιο “αήθη” τρόπο την πόρτα στην Κύπρο, και ειδικά η Αμερική με το εμπάργκο για την πώληση όπλων στο κυπριακό Κράτος, η Ρωσία ήταν αυτή που πουλούσε οπλισμό στην Εθνοφρουρά.
Αυτό είναι ένα πολύ κρίσιμο σκέλος ενός διλήμματος που η Κυπριακή Κυβέρνηση οφείλει να το λάβει πολύ σοβαρά υπόψη.
Από την άλλη, όλο αυτό καταδεικνύει, εκτός από όλα τα επιμέρους που παραθέσαμε και ενώ θα έπρεπε εν προκειμένω να φαντάζουν επουσιώδη ότι δυστυχώς έχουν σημασία, καθώς η Ελλάδα και η Κύπρος αν είχαν ενιαίο Στρατηγικό Δόγμα (και όχι μόνο Αμυντικό, που τη δεκαετία του 1980 είχε τεθεί στο διπλωματικό τραπέζι) αυτήν την στιγμή οι Αμερικανοί δεν θα έθεταν το συγκεκριμένο δίλημμα στην Κύπρο, ένα δίλημμα που όσο παράξενο και να φαίνεται, αν και η Ελλάδα έδειξε από την αρχή του Ουκρανικού Πολέμου τις διαθέσεις της τασσόμενη αυτόματα, όπως ήταν φυσικό, στις επιταγές της Συμαχίας, αφορά και την ίδια…
Και φυσικά αυτό που γράφω, και είναι μία οπτική που ως προς το στρατιωτικό σκέλος της μπορεί να την κρίνουν οι καθ’ύλην αρμόδιοι, που είναι οι υπηρετήσαντες και υπηρετούντες στις ΕΔ, καθώς το ένα από τα δύο αντιαεροπορικά συστήματα που έχει κληθεί να παραδώσει η Κύπρος στην Ουκρανία, συνδέεται άμεσα με τους S300 που βρίσκονται στο ελληνικό οπλοστάσιο. Και παρά το γεγονός ότι η Ελληνική Κυβέρνηση τοποθετήθηκε πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, δηλαδή των S300, ωστόσο το δίλημμα που τέθηκε στην κυπριακή πλευρά, κάθε άλλο, παρά είναι ανεξάρτητο.
Απο εκεί και πέρα και όσον αφορά το αμυντικό δόγμα και όταν λέμε αμυντικό δόγμα εννοούμε όλους εκείνους τους παράγοντες (πολιτικούς, διπλωματικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς χειρισμούς) που συμβάλλουν στην περιφρούρηση και διασφάλιση του εθνικού συμφέροντος, είναι αναγκαίο και με τον πιο εμφατικό τρόπο να ειπωθεί, ότι η Ελλάδα και η Κύπρος, μετά τα γεγονότα του 1974, όφειλαν, παρά το γεγονός ότι είναι δύο διαφορετικά κράτη, να διαμορφώσουν σε ενιαίο πλαίσιο την εξωτερική πολιτική τους και την άμυνά τους.
Στη μόνη περίπτωση που η Ελλάδα έφτασε πολύ κοντά στην – δεν είναι αδόκιμο να ειπωθεί-ενιαία διαχείριση του Κυπριακού Ζητήματος, κι όχι απλά ως “εγγυήτρια” χώρα, ήταν όταν Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, ήταν ο αείμνηστος, Γιάννος Κρανιδιώτης που ήταν κυπριακής καταγωγής…
Και να πούμε και κάτι που είναι αναμφισβήτητο, ότι οι χειρισμοί οι δικοί του, που σε κάθε διάλογο με τους θεσμικούς παράγοντες τόσο της ΕΕ όσο και του τουρκικού κράτους, έβαζε το Ζήτημα Κύπρος, ήταν και κατ’ουσίαν αυτοί, που παρά το γεγονός ότι έχασε τη ζωή του σε αεροπορικό δυστύχημα πέντε χρόνια πριν να μπει η γενέτειρά του στο ενωσιακό περιβάλλον, ωστόσο δεν παύει να ήταν αυτός που είχε διαμορφώσει μέσω δεσμευτικων συμφωνιών τη συγκεκριμένη έκβαση….
Τώρα απέναντι σε αυτό το δίλημμα που έθεσε η Αμερική στην Κύπρο, το ερώτημα που τίθεται, είναι κάτω από ποιο πρίσμα το έβαλε στο τραπέζι;;;; Η απάντηση είναι διττή… Το πρώτο σκέλος είναι, ότι οι ΗΠΑ θέλουν να πατήσουν στην οποιαδήποτε στάση της Κύπρου με το θέμα ουκρανική εισβολή, για ευνόητους λόγους και το δεύτερο σκέλος είναι ότι οι Αμερικανοί ήρθαν για να μείνουν ως ενεργειακή παρουσία στη ΝΑ Μεσόγειο και φυσικά θέλουν να διαμορφώσουν μία συνθήκη που να προωθεί τα συμφέροντά τους.
Σε αυτό που έκαναν οι Αμερικανοί, δηλαδή θέτοντας το δίλημμα στην Κύπρο, αποδεικνύεται ότι υποσκελίζουν με “χειρουργικό τρόπο” την υπόσταση των τριών εγγυητριών δυνάμεων μέσα στο κυπριακό, πολιτειακό περιβάλλον, καθώς παρουσιάζεται το αμερικανικό Κράτος για πρώτη φορά στην Ιστορία του να έχει άμεσο ενδιαφέρον για την Κύπρο.
Θα ήταν τελείως επιπόλαιο η κυπριακή πλευρά να πράξει το οτιδήποτε, χωρίς να έχει τις απαραίτητες εγγυήσεις από τις ΗΠΑ. Και ως φαίνεται, η Κύπρος με την Ελλάδα οφείλουν να δουλέψουν πολύ σοβαρά στο διπλωματικό σκέλος, να μην φανούν σε τίποτα υποχωρητικές, παρά αντίθετα, είναι η ευκαιρία διεκδίκησης των εθνικών συμφερόντων και εθνικών δικαίων μας…
*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός – Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΑΠΘ (Νομικής Σχολής και Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ), Εξωτερική Συνεργάτιδα της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και της Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.