Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Τα συνέδρια των τριών κομμάτων που
διεκδικούν την εξουσία ή μερίδιο και
συμμετοχή σε αυτήν, δείχνουν ότι οι
μονομάχοι ακονίζουν τα μαχαίρια τους
και προετοιμάζονται για την μάχη των
μαχών.
Ο πολιτικός αγώνας με έπαθλο την
εξουσία έχει προσωποποιηθεί και
επικεντρώνεται στο τρίο Μητσοτάκης,
Τσίπρας, Ανδρουλάκης. Σε όσα ακούγονται
και μέλλει να ακουστούν, την προσοχή
επικεντρώνει η πρόσφατη δήλωση του
Νίκου Ανδρουλάκη, ότι για να συζητήσει
οποιαδήποτε μελλοντική συνεργασία, θα
απαιτήσει να μην είναι στο τιμόνι ούτε
ο Μητσοτάκης ούτε ο Τσίπρας.
Αν καταλάβαμε καλά, το όποιο κόμμα
έρθει πρώτο με ποσοστό άνω του 30%, θα
πρέπει να συμφωνήσει για πρωθυπουργό
ένα τρίτο πρόσωπο, προκειμένου να
δεχθεί να συνεργαστεί σε αυτό το σχήμα
το τρίτο κόμμα το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Η εμπειρία των συμμαχικών κυβερνήσεων,
σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχει έναν
άτυπο κανόνα. Να γίνεται πρωθυπουργός ο
αρχηγός του πρώτου σε ποσοστά κόμματος
και να καταλαμβάνουν υπουργικά
καθήκοντα αναλογικά στελέχη του
κόμματος, που θα συνεργαστεί με αυτό
που έχει την μεγαλύτερη
κοινοβουλευτική δύναμη.
Αλλά πέρα από τις καρέκλες, το
σημαντικότερο όλων είναι μια
προγραμματική συμφωνία, που θα
καθοδηγεί τα επόμενα βήματα της
συμμαχικης κυβέρνησης, που θα
σχηματιστεί. Κάτι που δυστυχώς δεν
έγινε στη χώρα μας, ούτε με την
κυβέρνηση συνεργασίας Σαμαρά –
Βενιζέλου, ούτε με αυτήν που ακολούθησε
των Τσίπρα – Καμμένου.
Μοίρασαν τα ιμάτια της εξουσίας και ο
καθένας έκανε ότι του κατέβει. Σε χώρες
της Ευρώπης, που υπάρχει η πολιτική
κουλτούρα των συνεργασιών μεταξύ των
κομμάτων, οι κυβερνητικές
προγραμματικές συμφωνίες είναι
καθιερωμένες και λειτουργούν άψογα.
Ένα από τα πολύ ενδεικτικά
παραδείγματα, είναι αυτό της λεγόμενης
μεγάλης συμμαχίας στη Γερμανία,
ανάμεσα στους Χριστιανοδημοκράτες και
τους Σοσιαλιστές. Τα δύο μεγάλα
γερμανικά κόμματα, την συμφωνία τους
που χρειάστηκαν τρεις μήνες για να
επιτευχθεί, την τύπωσαν σε φυλλάδια,
που ήταν προσιτά σε όλους τους πολίτες.
Με βάση αυτή την συμφωνία, κινήθηκαν
για μια τετραετία με επικεφαλής την Α.
Μέρκελ.
Εκεί μολονότι το δεύτερο κόμμα ήταν
ιδιαίτερα ισχυρό, δεν ετέθη θέμα να μην
αναλάβει καγκελάριος η Α. Μέρκελ. Θα πει
κανείς ότι στην Ιταλία τα κόμματα
συμφώνησαν στο πρόσωπο του Ντράγκι να
αναλάβει την πρωθυπουργία.
Όμως ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας δεν είναι μια
οποιαδήποτε προσωπικότητα. Και εκεί
σχηματίστηκε πολυκομματική και όχι
δικομματική κυβέρνηση.
Το σύνηθες είναι να αναλαμβάνει
πρωθυπουργός, όπως συνέβη και στη
Γερμανία, ο αρχηγός του πρώτου σε
ποσοστά κόμματος. Αν ρίξουμε μια ματιά
και στο πρόσφατο παρελθόν στη χώρα μας,
δεν έχουμε και το καλύτερο παράδειγμα
από την κυβέρνηση Παπαδήμου.
Ήταν μια απλή διαχείριση τρεχουσών
υποθέσεων, με τους εταίρους να βάζουν
τρικλοποδιές ο ένας στον άλλο. Σε αυτή
την κρίσιμη συγκυρία με τα μεγάλα
προβλήματα, υγειονομικά και
γεωπολιτικά, με τον πόλεμο να μαίνεται
στην γειτονιά μας, θα ήταν ότι
χειρότερο να υπάρξει μετά τις
προσεχείς εκλογές μια παράλυτη
κυβέρνηση.
Την στιγμή που η χώρα έχει ανάγκη να
προχωρήσει σε σημαντικές
μεταρρυθμίσεις, για να κερδίσει τον
χαμένο χρόνο της προηγούμενης
δεκαετίας και την ώρα που χρειάζεται να
λαμβάνονται χωρίς χρονοτριβές
σημαντικές σημαντικές αποφάσεις, μια
κυβέρνηση με ξύλινα πόδια στην
σημερινή συγκυρία, θα ήταν ότι
χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί στην
πατρίδα μας.
Είναι λοιπόν αδιέξοδες οι σημερινές
μεγαλοστομίες του Ν. Ανδρουλάκη και
υπάρχει κίνδυνος να χάσει αυτή την
άνοδο, που εμφανίζει δημοσκοπικά. Γιατί
αυτή η άποψη και μόνο, δικαιολογεί το
προϋπάρχον σύστημα του μεγάλου bonus στο
πρώτο κόμμα και ακυρώνει την απλή
αναλογική.
Για όσους καιροσκοπικά κινούνται γύρω
από την πολιτική και το μόνο, που τους
ενδιαφέρει η πάρτη τους, πουλώντας
φύκια για μεταξωτές κορδέλες, υπάρχουν
τρία νούμερα, που οφείλουν να τα λάβουν
όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί σοβαρά
υπόψη τους.
Σύμφωνα με πρόσφατες μετρήσεις το 60%
των νέων θέλει να μετακομίσει στο
εξωτερικό. Άρα το κύμα εξόδου δεν έχει
εξαλειφθεί. Και ένα σημαντικό ποσοστό
που ξεπερνάει το 50% με ότι σημαίνει
αυτό, θέλει να προσληφθεί στο δημόσιο.
Στην αντίπερα όχθη σε μέτρηση που έγινε
από Γερμανικό Ίδρυμα Friedrich Ebert (FES),
καταγράφει ένα 56%, που πιστεύει ότι τους
ανήκουν εδάφη άλλων χωρών. Αυτά προς
γνώση και συμμόρφωση…
Καλή Ανάσταση…