Η ποιήτρια Ελευθερία Θάνογλου μιλάει στον Ανδρέα Καρακόκκινο και το SPEAKNEWS για την ποίηση που ανθεί ακόμη και σε κακές εποχές, όπως αυτή που διανύουμε με τον πόλεμο, για την έμπνευση, την απώλεια και το αντίδοτό της, και το πώς ο χρόνος είναι ο μόνος που μπορεί να τοποθετήσει ένα βιβλίο στη θέση που πραγματικά του αξίζει.
Η τελευταία σας ποιητική συλλογή έχει το τίτλο «Ο θάνατος των πτηνών» και το πρώτο ποίημα της συλλογής «Σύμπτωμα της αποδημίας ή ο θάνατος των πτηνών» ξεκινά με το μότο του Γ. Σεφέρη «0 θάνατος ενός ανθρώπου δεν είναι πολύ διαφορετικός από το θάνατο ενός πουλιού». Οι ποιητές και γενικά οι άνθρωποι πετούν με τον δικό τους τρόπο μέχρι να τους βρει ο θάνατος;
Ο άνθρωπος, ον με όνειρα και οράματα δημιουργίας ανανεωμένα μέσα στο πέρασμα των εποχών, κατάφερε να πραγματοποιήσει πτήσεις ολοένα και ψηλότερες και μακρύτερες από αυτές του παρελθόντος. Οι πτήσεις εντός μας λοιπόν, θα έπρεπε να μοιάζουν υπερπόντιες. Μα ο κόσμος σήμερα δεν είναι παρά ένα γιγαντιαίο κλουβί που πετάμε ελεύθερα εντός των σιδερένιων του ορίων.
Οι ποιητές με τον καιρό αποκτούν την ικανότητα να δραπετεύουν από το κλουβί ή να διευρύνουν τον ορίζοντά τους δοκιμάζοντας τις πρώτες αδέξιες πτήσεις στην αρχή, προσπαθώντας να επανανοηματοδοτήσουν μια ζωή χωρίς πολλές φορές νόημα.
Ενίοτε, τέτοιες πτήσεις είναι πιο κοντά στο χώμα γι’ αυτό κι ο θάνατος τους είναι ακαριαίος, πτηνόμορφα ποιητικός κι ακραία ανθρώπινος συνάμα.
Στο ποίημα «Άνθιση» γράφετε:
Σε μια κακή για την ανθρωπότητα εποχή,/η ποίηση μπορεί κι ανθεί/
και οι νεκροί επίσης·
Σ’ αυτή τη κακή εποχή με το πόλεμο στην Ουκρανία που αγγίζει όλη την Ευρώπη, είδατε να ανθεί η ποίηση ή απλά αυξάνονται οι νεκροί;
Η ποίηση από τα χρόνια της γέννας της κι έπειτα, δεν σταμάτησε ποτέ να ανθοφορεί μέσα στους αιώνες˙ το ίδιο και οι νεκροί όπως και είναι προορισμένο από την ανθρώπινη φύση. Δεν μένει παρά η παραδοχή ότι από την στιγμή που υπάρχει αρχή αναπόφευκτα επέρχεται το τέλος.
Φυσικό είναι, μ’ έναν πόλεμο παραπάνω σε πλήρη ανθοφορία, ν’ αυξάνονται οι νεκροί και η ανάγκη για δημιουργία σε κάθε μορφή τέχνης.
Σήμερα τα ποιήματα πολύ φοβάμαι πως έχουν μικρύνει την αριθμητική απόσταση της ψαλίδας από την πληθώρα των νεκρών. Αυτά είναι τα «νεκρά ποιήματα», δηλαδή ποιήματα που δεν μπόρεσαν να γίνουν ο καθρέφτης της εποχής τους ή δεν αντικατοπτρίστηκαν στον άνθρωπο.
Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε την μεγάλη εκκαθάρισή από τον Χρόνο, για να διαπιστώσουμε στο μέτρημα κατά πόσο η ποίηση άνθισε πραγματικά και έμεινε ζωντανή να συνομιλεί με τους νεκρούς που βίαια αποκόπηκαν ως άλλα άνθη από το χέρι του πολέμου.
Στο ποίημα «Το αντίδοτο» το τελευταίο της συλλογής γράφετε:
Αφού η ανάσταση προϋποθέτει τον θάνατο/κι ο έρωτας τον άλλον/γιατί λοιπόν τόσος οδυρμός;/Βρέθηκε ποτέ αντίδοτο χωρίς αρρώστια;
Ποιο το αντίδοτο της απώλειας;
Η απώλεια είναι πληγή. Ο χρόνος απαλύνει τα σημάδια αλλά δεν πιστεύω στην πλήρη ίαση μονάχα στην αλλαγή βηματισμού μετρώντας αυτά που έχουν μείνει.
Ένα αντίδοτο στοχεύει να ιάνει το ορατό. Το αδιόρατο μέσα μας υπενθυμίζει πάντα το σημάδι.
Η ανακάλυψη ενός αντίδοτου που θα διαβρώνει και θα ιαίνει και την παραμικρή αμυχή, ίσως σηματοδοτήσει και την αρχή του τέλους για κάθε ίχνος τελευταίας ανθρωπιάς…
Πότε αρχίσατε να γράφετε και τι σας ώθησε σ’ αυτό.
Η ώθηση ή το κίνητρο που με παρακίνησε στην γραφή, είναι βαθύτερα απ’ αυτό που πιστεύω κάθε φορά πως έχω κατανοήσει ως ένα γινόμενο κάποιας δύναμης επάνω μου.
Θαρρώ, αφετηρία της ουσιαστικής γραφής, είναι η στιγμή που ξεκινά κάποιος να χρησιμοποιεί περισσότερο τον κάδο αχρήστων για τα γραφόμενά του. Θυμάμαι να γρατσουνώ ποιητικώς χαρτιά στην πρώτη παιδική μου ηλικία όσο κοινότυπο κι αν ακούγεται κάτι τέτοιo, ή αντί εκθέσεων αργότερα στο Λύκειο να δίνω κόλλες χαρτιού με ποιήματα ύστερα από προτροπή της φιλολόγου. Ωστόσο, επαναλαμβάνω, η ουσιαστική αρχή ξεκινά από το σβήσε γράψε και χρησιμοποίησε όσο πιο πολύ μπορείς τον κάδο αχρήστων.
Από πού αντλείς την έμπνευση σου;
Το ερώτημα θα μπορούσε κάλλιστα να αντιστραφεί: Η έμπνευση από που μας αντλεί; Τόσες εκφάνσεις και τόσες παραλλαγές ο άνθρωπος…
Εκδίδονται στην εποχή μας αξιόλογα βιβλία; Ή όπως γράφετε στο ποίημα Ετοιμόρροπα θαύματα «Το θαύμα των λέξεων/άδειο ρούχο στο πάτωμα».
Σε κάθε εποχή εκδίδονται αξιόλογα και μη αξιόλογα βιβλία. Δε βλέπω γιατί η εποχή μας πρέπει να διαφέρει. Ποιο είναι όμως το αξιόλογο βιβλίο; Ποια είναι τα κριτήρια που το κατατάσσουν στην κατηγορία αυτή;
Υπάρχει ομολογουμένως μια γενικευμένη κοινή τοποθέτηση στα κριτήρια ενός βιβλίου που θεωρείται καλό. Βιβλίο που ακόμη και η εποχή του το προσπέρασε και το άφησε απαρατήρητο, μπορεί να ανακαλυφθεί και να είναι επίκαιρο χρόνια μετά άρα και διαχρονικό και κατά συνέπεια αξιόλογο. Δεν θα προσμετράται όμως την δεδομένη χρονική περίοδο στην εποχή του ως ένα καλό βιβλίο αφού αυτή θα το έχει προσπεράσει. Ουσιαστικά και πάλι ο χρόνος θα κάνει όλη την «βρώμικη» δουλειά και την τελική ιχνηλάτηση της εποχής μας στο κομμάτι της πληθώρας σημερινών εκδόσεων.
Βρεθήκατε στη Κύπρο πρόσφατα σε Φεστιβάλ ποίησης στη Λάρνακας. Ποια η γνώμη σας για τη ποίηση στη Κύπρο;
Η Κύπρος όπως και η Ελλάδα λόγω της μακραίωνης ιστορίας της αλλά και της μεγάλης νεότερης τραγωδίας της εισβολής-κατοχής από την Τουρκία, αποτελεί σημείο έμπνευσης σταθερά της λογοτεχνικής παραγωγής για Κύπριους ποιητές και μη. Για τους Κύπριους ποιητές θα έλεγα αποτελεί και σταθερό σημείο αναφοράς ειδικά γι’ αυτούς που έζησαν τα δραματικά γεγονότα της εισβολής ή τους μεταφέρθηκαν αυτούσια από τους γεννήτορές τους, ως αποτέλεσμα να υπάρχει μια άλλου είδους δυναμική στο ποιητικό τοπίο της απ’ αυτό της Ελλάδας.
Φυσικά ο τρόπος έκφρασης και εδώ όπως και σε όλες τις άλλες χώρες, διαφέρει από ποιητή σε ποιητή. Κάποιοι με συνέπεια, τάλαντο και δουλειά αφήνουν ήδη το αποτύπωμα τους στη λογοτεχνική σκηνή της Κύπρου και κάποιοι αφήνουν ποιητικά χνάρια που με το πρώτο φύσημα του αέρα τα παίρνει ο άνεμος….
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Ελευθερία Θάνογλου γεννήθηκε το 1978, κατάγεται από την Ολυμπιάδα Χαλκιδικής και διαμένει στην Θεσσαλονίκη. Είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του διαδικτυακού περιοδικού culturebook.gr και του Γραφείου Ποιήσεως. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές “Οι πέντε εποχές του κόκκινου” , ” α ν α π α ρ ά σ τ α σ η” , “Ο θάνατος των πτηνών”. Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις διηγημάτων και σε συλλογικές ανθολογίες ποίησης. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί αγγλική, την ιταλική, ισπανική, αλβανική και γερμανική γλώσσα. Έχει συγγράψει θεατρικά κείμενα για τη μουσική Μαρία Πολυδούρη “Μόνο γιατί μ΄αγάπησες” σε σύνθεση του Γιώργου Δίπλα. Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ).
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.