Η εικαστικός Σοφία Αμπερίδου μιλάει στο SPEAKNEWS και τον Περικλή Βλάχο για την διεθνή έκθεση Mail art που διοργανώνει αυτές τις μέρες με θέμα «Ξεριζωμός», για την ποντιακή καταγωγή της που έχει σφραγίσει το έργο της, για τους τρόπους με τους οποίους η προσφυγιά μπορεί να εκδηλωθεί σε ένα έργο τέχνης, για την αγιογραφία από την οποία ξεκίνησε και την οποία ακόμη συνεχίζει, και για την ευθύνη που νιώθει να περάσει μέσα από τα έργα της στους νέους ένα κομμάτι της ιστορίας.
Κυρία Αμπερίδου, μιλήστε μας για την έκθεση που διοργανώνετε αυτές τις μέρες.
Πρόκειται για την 1η Διεθνή έκθεση mail Art, με θέμα «Ξεριζωμός- Uprootingart22», που διοργανώνω σε συνεργασία με την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης, υπό την αιγίδα του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου και της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού, στις εγκαταστάσεις της σύγχρονης στέγης γραμμάτων και τεχνών του Δήμου, στο Πολυλειτουργικό Κέντρο «Θέατρο Μίκης Θεοδωράκης». Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 12 Μαΐου και το κοινό μπορεί να την επισκεφθεί μέχρι και τις 27 Μαΐου. Στην έκθεση συμμετέχουν 80 καλλιτέχνες και δημιουργοί από 12 χώρες και 80 παιδιά από σχολεία και καλλιτεχνικά εργαστήρια της Ελλάδας και της Κύπρου.
Οι συμμετέχοντες, που απέστειλαν τα έργα τους μέσω ταχυδρομείου, δημιούργησαν έργα εμπνεόμενοι από την τρισχιλιόχρονη Ιστορία των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και τη Μαύρη Θάλασσα, και από τη βίαιη διακοπή της εκεί παρουσίας τους. Θέματα έμπνευσης και δημιουργίας αποτέλεσαν ο πόλεμος και η προσφυγιά, ο πολιτισμός της Μικράς Ασίας και η Μικρασιατική Καταστροφή, η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, οι διώξεις άλλων χριστιανικών πληθυσμών της καθ’ ημάς Ανατολής, η αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών, κλπ.
Στο έργο σας κυριαρχεί το θέμα του Πόντου και της προσφυγιάς.
Καμιά φορά η ζωή επιλέγει τι θα κάνεις, δεν έχεις δυνατότητα να επιλέξεις εσύ. Και αυτό το λέω γιατί γεννήθηκα μέσα σε ένα προσφυγικό περιβάλλον και όλες οι μνήμες μου τρέχουν γύρω από την προσφυγιά, με τα ήθη, τις παραδόσεις, τις αφηγήσεις της γιαγιάς και του παππού. Η γιαγιά μου για παράδειγμα, η Μαρία Αμπερίδου, το γένος Φωτιάδη, έχασε την αδελφή της στις πορείες εξορίας. Η κοπέλα ήταν 17 χρονών. Η γιαγιά μου ήρθε εδώ, έκανε οικογένεια και σε εμένα έδωσαν το όνομα αυτής της κοπέλας. Οπότε αυτό χωρίς να είναι ψυχαναγκαστικό, ωστόσο σου μεταδίδει μία ευθύνη και ένα συγκινησιακό φορτίο, μέσα από το οποίο ενεργοποιούνται πράγματα που ουσιαστικά δεν εξηγούνται.
Όταν ήμουν μικρή δεν το καταλάβαινα. Όταν ξεκίνησα να ζωγραφίζω στην εφηβεία, έψαχνα να βρω τρόπο έκφρασης. Κάπου εκεί γύρω στα 1995 ο αδελφός μου, ο οποίος είναι δεινός χορευτής ποντιακών χορών, μου λέει «δεν φτιάχνεις έναν πυρρίχιο χορό»; Εγώ τότε ζωγράφιζα αγιογραφίες. Έκανα αυτό τον πίνακα και μετά σαν να ξύπνησαν μέσα μου αυτές οι μνήμες. Τότε πρωτοξεκίνησα και συνέχισα πολύ δυναμικά, και συμμετείχα σε διάφορες εκθέσεις με σχετικό περιεχόμενο. Το ενδιαφέρον που έδειχνε ο κόσμος για τα έργα που έκανα μου έδωσε ακόμα περισσότερη δύναμη, θάρρος, και σε συνδυασμό με τις μνήμες ήρθε και «κούμπωσε» όλο αυτό μέσα στο μυαλό μου και στην καρδιά μου, και έγινε χωρίς καλά καλά να το καταλάβω.
Νιώθετε κάποια ευθύνη ότι τα έργα σας αποτελούν τη συνέχεια μιας παράδοσης;
Ο κόσμος θέλει την εικόνα, θέλει απεικονίσεις, και έτσι νιώθει μια λύτρωση. Ωστόσο εγώ στα έργα μου δεν απεικονίζω ούτε καταστροφές, ούτε θανάτους, ούτε εμπόλεμες καταστάσεις. Αυτά τα αφήνω να υπονοηθούν. Είναι περισσότερο πρόσωπα συμβολικά που φέρνουν στο σήμερα το φως που εξέπεμπε εκείνος ο τόπος και εκείνη η εποχή. Όλα στρέφονται γύρω από το γεγονός ότι δεν πρέπει να ξεχάσουμε, η μνήμη πρέπει να μείνει ζωντανή. Η ευθύνη που νιώθω αφορά το πως θα μεταφερθεί στις νέες γενιές αυτό το κομμάτι της ιστορίας.
Ποιες είναι οι επιρροές σας;
Τα έργα μου πάντοτε είναι σαν μικρά βιβλία, είναι εμπνευσμένα από την αγιογραφία. Το έργο το δικό μου είναι απλό. Όχι απλοϊκό, απλό. Δεν χρειάζεται κάποιος ειδικές γνώσεις πάνω στην τέχνη για να το αποκωδικοποιήσει. Ανήκω στου ναΐφ καλλιτέχνες, έτσι με έχουν χαρακτηρίσει, γιατί δεν έχω ακαδημαϊκό επίπεδο στο κομμάτι της ζωγραφικής, άλλες είναι οι σπουδές μου. Στο κομμάτι της ζωγραφικής μπορώ να πω ότι είμαι αυτοδίδακτη με κάποιες επιρροές από καλλιτέχνες που έχω μελετήσει.
Μπορώ να σας πω ότι μου αρέσει το έργο του Θεοτοκόπουλου για την πνευματικότητα που έχουν οι μορφές. Μου αρέσει το έργο του Βαν Γκογκ, με τον τρόπο που ζωγραφίζει, η χρωματική του μανιέρα. Αλλά όταν ξεκινάς να ζωγραφίζεις μόνος σου κάπου εκεί γύρω στα 20 και δεν έχεις πάει σε δάσκαλο και έχεις πάρει κάποια πινέλα που δεν ξέρεις πώς να τα χρησιμοποιήσεις, αυτό που σου βγαίνει είναι αυθόρμητο, χωρίς σαφείς επιρροές.
Παραμένετε ενεργή αγιογράφος;
Ναι, παραμένω ενεργή. Είναι ένας τρόπος βιοπορισμού καθώς κάνω έργα για ναούς, το τελευταίο διάστημα κυρίως για το εξωτερικό. Στο εσωτερικό θα πρέπει κάποια στιγμή να ξαναδεί είτε η Εκκλησία, είτε το Πανεπιστήμιο, το πώς θα λειτουργήσει αυτό το κομμάτι, διότι και στις εκκλησίες βλέπουμε πράγματα τα οποία δεν είναι αισθητικά ορθά.
Ο τρόπος που ζωγραφίζετε είναι παραδοσιακός. Οι νέες τεχνολογίες στην τέχνη σας προκαλούν καθόλου;
Δεν είμαι αρνητική, αλλά επειδή έχω μάθει να δουλεύω με τον παραδοσιακό τρόπο, δεν μου είναι και τόσο εύκολο να ασχοληθώ, αν και με ιντριγκάρει. Είμαι άνθρωπος και των social media και του internet και είναι ένας καλός τρόπος να επικοινωνήσεις τη δουλειά σου. Δεν ξέρω τι θα φέρει το μέλλον. Ωστόσο νομίζω ότι θα συνεχίσω με το παραδοσιακό τρόπο. Ο υπολογιστής είναι κάτι λίγο ψυχρό, αν και σου δίνει τη δυνατότητα να σβήσεις, να διαγράψεις, το ίδιο πράγμα να το επεξεργαστείς με διαφορετικούς τρόπους και να έχεις πολλά αντίγραφα. Αλλά σαν το χειροποίητο δεν έχει!
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.