Η απονομή δικαιοσύνης δεν εξαντλείται στη νομότυπη εναρμόνιση ενός κράτους με τις ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις, αλλά με την ουσιαστική συμμόρφωση ώστε να διασφαλίζεται στην πράξη, μέσω αναγκαίων εγχώριων μηχανισμών, το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Για δεκαετίες παραθέτουμε την υποχρέωση της Κύπρου για εξάλειψη των παράνομων τραπεζικών πρακτικών/όρων, όπως επιβάλλει η Οδηγία 93/13/ΕΟΚ από το 1997. Ό,τι κι αν ευθύνεται (π.χ. κωλυσιεργία της Κυβέρνησης, αδυναμία της Βουλής, «σιγή» αρμόδιων εποπτικών αρχών), η υποχρέωση των Δικαστηρίων στα κράτη-μέλη ως ανεξάρτητης ασφαλιστικής δικλείδας, να εκδικάζουν βάσει της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας και των δεσμευτικά καθοδηγητικών αποφάσεων του Δικαστηρίου της ΕΕ, παραμένει αναλλοίωτη. Άλλα κράτη-μέλη αξιοποιούν την ευρωπαϊκή νομοθεσία για να προστατεύουν τους αδύνατους έναντι παράνομων όρων/πρακτικών σε συμβάσεις, όπως επιβάλλει η σχετική Οδηγία (π.χ. δανειολήπτες έναντι των ισχυρών τραπεζών). Τα Κυπριακά Δικαστήρια δεν έχουν υποβάλει ούτε ένα προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της ΕΕ για το θέμα, όπως αυτεπάγγελτα μπορούν, και επιπλέον απορρίπτουν τέτοιο αίτημα των αδύνατων! Η Δρ Ρ. Οικονομίδου-Αποστολίδου (πρώην ανώτατο στέλεχος στο Δικαστηρίου της ΕΕ) υπήρξε καθ’ όλα δηκτική: «Είναι αμφίβολο αν το δίκαιο της ΕΕ ενσωματώνεται όπως προβλέπεται και όπως επιβάλλεται στο κυπριακό δίκαιο.» Παρεμπιπτόντως, μεταξύ 2012-2020, η αρμόδια Υπηρεσία στην Κύπρο επέβαλε 13 χρηματικές ποινές για παραβιάσεις, αλλά με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού, στις 9 από αυτές το ποσό μειώθηκε, και σε 2 ακυρώθηκε εντελώς.
Τις προάλλες, η θέσπιση γενικού κατώτατου μισθού επανέφερε στο προσκήνιο την διασφάλιση των εργαζομένων, πρωτίστως στον ιδιωτικό τομέα. Πρόκειται για σημαντική μεταρρύθμιση, ενόψει φυσικά της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας, που την καθιστά υποχρέωση για την Κύπρο, αφού για δεκαετίες αποτελούσε εξαίρεση στην ΕΕ. Εφόσον μάλιστα αφορά τους πλέον αδύνατους στην αγορά εργασίας, το ωράριο έπρεπε να ρυθμιστεί μαζί με τον μισθό. Γενικότερα όμως, υπάρχει σοβαρό κενό στην συμμόρφωση με τη νομοθεσία για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Ένα παράδειγμα αφορά τον παράνομο τερματισμό της απασχόλησης, για τον οποίο μόνο μέσω Δικαστηρίου μπορεί να επιβληθεί συμμόρφωση, λόγω όμως της αδύνατης θέσης του εργαζόμενου (οικονομική ή άλλη ισχύς του εργοδότη, χρονοβόρα διαδικασία και έξοδα), ο επηρεαζόμενος αποφεύγει τη δικαστική οδό. Η θέσπιση Επιτρόπου Εργασίας, ο οποίος θα εκδίδει αποφάσεις νομικά τεκμηριωμένες λαμβάνοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και νομολογία που συνεχώς διευρύνονται, είναι πρότασή μας για χρόνια ως εργαλείο συμμόρφωσης, με τρία κυρίως πλεονεκτήματα: αποτελεσματικότερη συμμόρφωση, αποτρεπτικός ρόλος και εξοικονόμηση σημαντικών πόρων προς όφελος του κράτους και της κοινωνίας.
Τέλος, η διάκριση λόγω φύλου εις βάρος γυναικών Υπαξιωματικών, με κάποιες περιπτώσεις πάνω από 19 χρόνια αδικίας, όπως διαπίστωσε σε Έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως (17/12/2021) -η απόφασή της είναι δεσμευτική ως Φορέα Ισότητας και Καταπολέμησης των Διακρίσεων βάσει Ευρωπαϊκής Οδηγίας-, χωρίς ακόμη να έχει αποκατασταθεί το λάθος, αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα κενού στην δικαιοσύνη.
Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D), Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.