«Δοκίμασε κάτι που δεν έχεις ξανακάνει…»

Γράφει η Καρίνα Ιωαννίδου*


Φοβικός, εγώ; Όχι! Απλά φυλάγομαι. Κάθε μέρα, την ίδια ώρα, βγαίνω για μια μακρινή βόλτα με τον σκύλο μου. Ακολουθώ πάντα την ίδια μοναχική διαδρομή. Γενικά ποτέ δεν παρεκκλίνω από το ημερήσιο πρόγραμμά μου γιατί αυτό με στρεσάρει. «Via trita, via tuta»…

 

Δεν είναι ότι είμαι ιδιόρρυθμος, είναι που είμαι πολύ ευαίσθητος δέκτης των εξωτερικών ερεθισμάτων. Οσμίζομαι τον κίνδυνο πριν καν αυτός εμφανιστεί…  κι αν -ο μη γένοιτο- «συναντηθούμε» με πιάνει σύγκρυο, δύσπνοια, σφίξιμο στο στήθος και… ουφ και μόνον που το σκέφτομαι αρρωσταίνω! Γιατί, μπορεί γενικά να δείχνω ήρεμος και χαμογελαστός, ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει πως αυτό το χαμόγελο που σχηματίζεται, «ζωγραφίζεται», μεγαλώνει μέρα με τη μέρα στο πρόσωπό μου δεν είναι μειδίαμα αλλά «χαμόγελο Joker» και δεν πηγάζει από κανένα ευχάριστο εσωτερικό συναίσθημα. Οι μείζονες ζυγωματικοί μου μύες συστέλλονται ανυψώνοντας τις δύο γωνίες του στόματός μου εξ εξαιτίας των «μίνι εγκεφαλικών» που βιώνω στην καθημερινότητά μου. Μόνον ο σκύλος μου το αντιλαμβάνεται αυτό, συμπάσχει μαζί μου και στη συνέχεια εκδηλώνει κι ο ίδιος, παρόμοια με εμένα συμπτώματα… Έχουμε μία απόλυτη, μοναδική  «εγκεφαλική» σχέση ο Τζάκ κι εγώ!

 

Περπατάμε για πολύ ώρα. Έχει ήδη αρχίσει να σκοτεινιάζει. Τραβάω το λουρί να στρίψει ο Τζακ για να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής όταν ξαφνικά νιώθω να με ζώνει ένα τεράστιο κύμα ενέργειας που μου διαπερνά το σώμα και μου προκαλεί μία περίεργη ανατριχίλα. Προς στιγμήν σκέφτομαι να μην δώσω σημασία σε αυτή την προειδοποίηση κι απλά να γυρίσω πίσω αλλά τότε ακούγεται ένας ήχος, όπως αυτός, που δημιουργούν οι σπινθήρες όταν συσσωρεύονται πολλά βολτ και προκαλούν  ηλεκτρική εκκένωση. Μετά ο ήχος αυτός συνοδεύεται από μια λάμψη ή μάλλον από δύο ή μάλλον από πολλές… Μια μακριά συστοιχία λαμπτήρων φωτισμού ανάβουν αυτόματα. Στο βάθος εμφανίζεται μία «στρατιά» κωνικών μεταλλικών ιστών με λαμπτήρες φωτισμού που απέχουν μεταξύ τους περίπου 30 μέτρα, όπως πρόχειρα μπορώ να υπολογίσω. Ο σκύλος μου με «σέρνει» προς τα πίσω τόσο δυνατά που οι μύες του προσώπου του τεντώνονται και σχηματίζεται ένα ανάγλυφο από μωβ φλέβες στο λαιμό του.

 

«Κοίτα Τζακ! Εκπληκτικό, έ;» του φωνάζω για να «διασκεδάσω» τις εντυπώσεις. Εκείνος, γρυλίζει και γαυγίζει δυνατά για πρώτη φορά! Κοιτάζω καλύτερα! Υπάρχει κάτι παράδοξο σε αυτή τη φωταγώγηση. Υπάρχουν στύλοι φωτισμού και από τις δύο πλευρές του δρόμου αλλά τα φώτα ανάβουν μόνον από την απέναντι πλευρά. «Θα είναι στο πλαίσιο της εξοικονόμησης ενέργειας» σκέφτομαι και  συνεχίζω να προχωράω «σφυρίζοντας κλέφτικα». Με την άκρη του ματιού μου παρατηρώ πως στην φωτισμένη πλευρά  επικρατεί ένα έντονο κιτρινωπό φως ενώ στη δική μου πλευρά -εξ αντανακλάσεως- ένα  ομιχλώδες -υποκίτρινο του φόβου-.

 

Ο απέναντι δρόμος παρότι μεγάλος και εντυπωσιακός είναι έρημος σαν να μην έχει δοθεί ακόμα στην κυκλοφορία από τον κατασκευαστή. Επικρατεί απόλυτη ησυχία.  Αντίθετα στη δική μου πλευρά σκιές κινούνται πλάι μου, πίσω μου, μπροστά μου, παράλληλα, διαγώνια. Είναι άνθρωποι, ζώα, εχθροί, φίλοι; Σκέφτομαι να τους φωνάξω αλλά βλέπω το σκύλο μου να μυρίζει ανήσυχος ένα γύρω και να λουφάζει και έτσι λουφάζω κι εγώ… Πρώτη φορά νιώθω τέτοιο συναίσθημα σε έναν δρόμο θεωρητικά οικείο.

 

Ταράζομαι! Αντιλαμβάνομαι πως next stop θα με περιμένει η τρέλα αν δεν κάνω τώρα υπέρβαση των ορίων μου,  βγω από την περπατημένη, από την αρμονία, την τάξη, τη ψυχαναγκαστική δικτατορία που έχω επιβάλλει στον εαυτό μου -και που την έχει υιοθετήσει κι ο σκύλος μου-. Μια σκέψη που μου τριβελίζει το μυαλό καιρό τώρα επανέρχεται δυναμικά: Να τολμήσω να «περάσω» απέναντι… Θυμάμαι πως το fortune cookie που έσπασα το πρωί έγραφε: «Δοκίμασε κάτι που δεν έχεις ξανακάνει»… Γυρίζω δειλά τον κορμό μου προς την κατεύθυνση του νέου δρόμου, σηκώνω το ένα μου πόδι μου αλλά πριν κάνω το πρώτο βήμα …  αισθάνομαι πως υπάρχει ένα είδος «φύλακα» από πάνω μου, σαν κάποιος αόρατα να με εποπτεύει από κάπου που δεν μπορώ να προσδιορίσω. Τότε, ακούω τη Φωνή…

 

Α-Αλτ, τις ει; Αυτόμολος; (Ακούω  να φωνάζει τσιριχτά).

Κλείνω τα αυτιά μου και επαναλαμβάνω ξανά και ξανά:… «Δεν κάνω σκέψεις… Δεν κάνω σκέψεις… Δεν κάνω σκέψεις»… Αλλά, αυτό δεν με βοηθάει καθόλου γιατί μόνον τα ζώα δεν κάνουν σκέψεις…

Α-Για αυτό και δεν αυτοκτονούν… (Μου απαντάει η Φωνή σαν να έχει «διαβάσει» το μυαλό μου).

Β- Πως γνωρίζεις για μένα; Σου είπε κανείς κάτι;

Α-Είμαι Διορατικός! Βλέπω πως παλεύεις με παράλογες σκέψεις! Μην σκέφτεσαι! «Ξοδεύεσαι». Η σιωπή σου ταιριάζει καλύτερα…

Β-Προσπαθώ αλλά οι καιροί είναι δύσκολοι…

Α-Πάντα οι καιροί είναι δύσκολοι … Εγώ, σκέφτομαι για σένα και περιφρουρώ το ζωτικό σου χώρο. Εγώ, σου «καθαρίζω» τη θέα. Κάθε βράδυ περνάω με τον «οδοστρωτήρα» μου κι εξοντώνω όλα τα παράσιτα και τις παραφυάδες για να  μην πολλαπλασιάζονται και σε παρεμποδίζουν στη βόλτα σου.

Β-Ναι, αλλά οι καιροί αλλάζουν…

Α-Οι καιροί αλλάζουν, οι άνθρωποι δεν αλλάζουν.

Β-Και τι πρέπει να κάνω;

Α-Υπακοή και τήρηση των μέτρων… Απέναντι εκεί μέσ΄ τα «ξεδιάντροπα» φώτα ζούνε πλάσματα επικίνδυνα. Ούτε να το σκέφτεσαι! Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα!

 

Στο άκουσμα της λέξης «γάτα» ο Τζάκ τινάχτηκε σαν ελατήριο. Τα χείλη του σηκώθηκαν προς τα πάνω μέχρι τα ούλα κι αποκάλυψαν μια σειρά δόντια μεγάλα και κοφτερά. «Τζακ, ήρθε η ώρα να μάθεις την αλήθεια! Δεν είναι οι γάτες οι εχθροί σου αλλά κάποιοι που σπέρνουν τη διχόνοια και χωρίζουν τις  γυναίκες από τους άντρες, τους ανθρώπους από τους ανθρώπους, τους σκύλους από τις γάτες…

 

Α-Το «έπιασα» το υπονοούμενο! (Είπε η φωνή). Θα αντιληφθείς το λάθος σου όταν πια θα έχεις εκτεθεί στη ραδιουργία των Απέναντι…

Β-Και να λουφάζω είναι λύση; Να μένω αμέτοχος σε όσα συμβαίνουν γύρω μου;

Α-Λάθρα βιώσας και.. ούτω επιβιώσας… Αυτό επιτάσσουν οι καιροί. Άκουσε τον «συναισθηματικό» σου «φύλακα».

Β-Δεν ξέρω πια αν η προστασία σου είναι πραγματική ή «πλασίμπο». Νομίζω, πως ήρθε ο καιρός να γνωριστώ με τον «φόβο» μου, να τον κοιτάξω κατάματα και να του φωνάξω: «Τι θέλεις ρε! Πιστεύεις πως η δύναμή σου είναι ικανή να υποβιβάσει τη Ζωή την ίδια;»

Α-Ε, είσαι πολύ αθώος, δικέ μου, ίσως, γιατί δεν γνωρίζεις πως κάθε βράδυ περνάνε στη δική μας πλευρά άνθρωποι από απέναντι πανικόβλητοι και ζητάνε «άσυλο»!

 

Μου φώναζε αλλά εγώ δεν άκουγα πια τίποτα. Έκανα ένα μικρό βήμα μπροστά και τότε, ένοιωσα  για πρώτη φορά τη βαρύτητα του σώματος μου να εξαφανίζεται, την ψυχή μου να γίνεται ελαφριά σαν πούπουλο χήνας και «άκουσα» μέσα μου μια παλαιά ξεκούρδιστη χορδή της ψυχής μου να «ζωντανεύει» και να παράγει ήχους θαυμάσιους  -σαν να την είχε χορδίσει ένας αόρατος τεχνίτης. Ένοιωσα μέσα μου μια ακαθόριστη χαρά. Μια απέραντη απελευθέρωση από αυτό που νόμιζα πως είμαι! Ο φόβος μου μίκραινε όσο πήγαινα κατά πάνω του… Με το που έφτασα στο χείλος της υπερυψωμένης επιφάνειας στο πλάι του νέου δρόμου έκανα μια τελευταία σκέψη: «Και πού θα πάει ο «φόβος» μου αν τελικά περάσω απέναντι; Μήπως απλά θα αλλάξει πλευρά;». Τότε ακούστηκαν φωνές, κραυγές, ουρλιαχτά και βλέπω μια ομάδα ανθρώπων να προσπαθεί να «δραπετεύσει» προς την δική μου πλευρά:  «Πόσο θα κρατήσει αυτό το παιχνίδι;», «Κάποιος έχει βαλθεί να με τρελάνει!», «Το σκουλήκι του φόβου θεριεύει μέσα μου, απειλεί να προκαλέσει έκρηξη στη στομαχική μου κοιλότητα…», «Γεννάω, γεννάω το σκουλήκι του φόβου…». Αυτές τις φράσεις ξεχώρισα κι αυτόματα το πεντάλ του εσωτερικού μου «φρένου» λειτουργώντας «ενστικτωδώς» «κοκκάλωσε». Κοίταξα τον Τζακ. Γαβ έκανε ο Τζακ.  Γαβ, αλλά τι; «Περνάμε ή δεν περνάμε απέναντι;».


*Η Καρίνα Ιωαννίδου είναι θεατρική συγγραφέας, εργάζεται στο τμήμα Δημοσίων Σχέσεων του ΚΘΒΕ, και είναι ιδρυτικόμέλος του “Θέατρο Φλέμινγκ”


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ