Γράφει ο Πέτρος Παπαπολυβίου*
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Μακεδονία συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και στην Κύπρο, γεγονός που τεκμαίρεται με ποικίλους τρόπους: με τη συμμετοχή στα ανταρτικά ελληνικά σώματα στον Μακεδονικό Αγώνα, τη διεξαγωγή εκκλησιαστικών ή φιλολογικών μνημοσύνων για πεσόντες Μακεδονομάχους ή δολοφονηθέντες Αρχιερείς ή γενικότερα Έλληνες που σκοτώθηκαν στη Μακεδονία (θύματα της εξέγερσης του Ίλιντεν, Παύλος Μελάς, Κορυτσάς Φώτιος, Γρεβενών Αιμιλιανός, κ.ά.), την οργάνωση διαλέξεων και την κυκλοφορία βιβλίων με τις ελληνικές θέσεις για τη Μακεδονία, τη διενέργεια εράνων υπέρ των Αγχιαλιτών και των άλλων προσφύγων της Ανατολικής Ρωμυλίας (1906-1907), τη δημοσίευση στις ελληνικές εφημερίδες του νησιού εκατοντάδων άρθρων και σχολίων για το Μακεδονικό ζήτημα.
Ωστόσο, την ίδια περίοδο, το θέμα που επισκίαζε τα πάντα στην Κύπρο ήταν το πολύκροτο διχαστικό «Αρχιεπισκοπικό ζήτημα» (1900-1910), που είχε χωρίσει τους Έλληνες του νησιού σε «κιτιακούς» και «κυρηναϊκούς», υποστηρικτές αντίστοιχα των συνονόματων μητροπολιτών Κιτίου και Κυρηνείας, Κυρίλλου Παπαδόπουλου και Κυρίλλου Βασιλείου, υποψηφίων, και των δύο, για τον χηρεύοντα αρχιεπισκοπικό θρόνο. Η εκκλησιαστική – κομματική διαμάχη υπήρξε και ο κύριος λόγος της μικρής συμμετοχής Κυπρίων στον Μακεδονικό Αγώνα, σε συνάρτηση με τις ιδιοτυπίες της στρατολόγησης και της στελέχωσης των ανταρτικών ελληνικών ομάδων. Αξίζει να προστεθεί ότι είχε προταθεί ως «τρίτη λύση», η εκλογή του Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου Καλαφάτη, την περίοδο που είχε εξοριστεί από τη Μητρόπολή του λόγω της εμπλοκής του στον Μακεδονικό Αγώνα. Όμως οι Κύπριοι δεν τον αποδέχθηκαν ως «εξωκλιματικό» και ύστερα από λίγα χρόνια εκλέχθηκε Μητροπολίτης Σμύρνης, όπου θα λάμβανε το φωτοστέφανο του μαρτυρίου, τον Αύγουστο του 1922. Η ιστορία θα γραφόταν αλλιώς…
Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα, στον Μακεδονικό Αγώνα, που οριοθέτησε ο θάνατος του Παύλου Μελά τον Οκτώβριο του 1904, πήραν μέρος οκτώ Κύπριοι Μακεδονομάχοι, ενώ για άλλους τρεις δεν έχουν βρεθεί επαρκείς μαρτυρίες. Γνωστότερος όλων είναι ο Γεώργιος Αργυρίου Κυπραίος από την Πέγεια της Πάφου, μόλις 17 χρόνων κατά την κατάταξή του (1906), που διακρίθηκε στην περιοχή Μοναστηρίου – Μοριχόβου, ως ομαδάρχης στα σώματα των Εμμανουήλ Κατσίγαρη, Παναγιώτη Γερογιάννη και Γεώργιου Βολάνη. Το κίνητρο για την απόφασή του να ενταχθεί στα σώματα των Μακεδονομάχων, σύμφωνα με τον ίδιο, υπήρξε ο θάνατος του Παύλου Μελά, «που συγκλόνισε όλους τους Πανέλληνες και τους έκανε να αναρωτηθούν τι συμβαίνει στη Μακεδονία». Ο Αργυρίου πήρε μέρος και στο κίνημα στο Γουδί, επικεφαλής των ιδιωτών Μακεδονομάχων, στους Βαλκανικούς πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Εγκαταστάθηκε στο Κιλκίς μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, όπου έζησε μέχρι τον θάνατό του, τον Αύγουστο του 1977. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του (ήταν ένας από τους τελευταίους Μακεδονομάχους που απεβίωσαν), ο «καπετάν Γιώργης» έγινε γνωστός πανελληνίως χάρη στις συνεντεύξεις του στις εκπομπές του Φρέντι Γερμανού, μεγάλου φίλου της Κύπρου, στην ασπρόμαυρη τηλεόραση της ΕΙΡΤ. Στο Κιλκίς ακόμη και σήμερα η μνήμη του τιμάται με σεβασμό, υπάρχει προς τιμήν του οδός «Γεωργίου Αργυρίου Κυπραίου», και οι μνήμες από το πέρασμά του από την πόλη είναι πολλές.
Από τους υπόλοιπους Κύπριους Μακεδονομάχους, πρέπει να αναφερθεί ο πρώτος, ο Κώστας Λοΐζου Βραχίμης, από την Αμμόχωστο, που πολέμησε στη Μακεδονία τον χειμώνα του 1904-1905 και ανήκε στα πρώτα ελληνικά σώματα, τα οποία έδρασαν την περίοδο του θανάτου του Παύλου Μελά. Επίσης ο Ευάγγελος Περιστιάνης, αδελφός του λόγιου Ιερώνυμου Περιστιάνη και τα αδέλφια Βασίλης και Αντώνης Κωνσταντινίδης, από την Ασγάτα Λεμεσού, με δράση στην περιοχή της Ημαθίας. Όλοι τους επέστρεψαν στη Μακεδονία ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό, στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913.
Εκτός από τη συμμετοχή Μακεδονομάχων, στα χρόνια 1904-1908 πραγματοποιήθηκαν παγκύπριοι έρανοι για την ενίσχυση του εθνικού στόλου και για συμπαράσταση προς τους πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας: Για τον πρώτο σκοπό, η πολύμηνη παρουσία στο νησί (1904-1906) του Ρουμελιώτη «εθνικού ποιητή» Σπύρου Ματσούκα βοήθησε στη συγκέντρωση του εντυπωσιακού ποσού των 4.000 λιρών. Για τη Μακεδονία πραγματοποιήθηκαν επίσης αρκετές διαλέξεις (ξεχωρίζει η επίσκεψη στην Κύπρο το 1907-1908 του Ρώσου φιλέλληνα Ιωάννη Πετρώφ, εκδότη του γνωστού «Άτλαντος της Μακεδονίας»), ενώ γράφτηκαν εκατοντάδες άρθρα στον κυπριακό τύπο και ανάλογα ενθουσιώδη πατριωτικά ποιήματα. Από την ποίηση επισημαίνουμε το ποίημα «Μακεδονία» του Μενέλαου Φραγκούδη, εκδότη της εφημερίδας «Αλήθεια» της Λεμεσού, που δημοσιεύθηκε την Πρωτοχρονιά του 1904, ένα ποίημα του μεγάλου Κύπριου ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη για τον Παύλο Μελά και το ποίημα «Εις την Μακεδονίαν» του πατριωτικού ποιητή Ιωάννη Περδίου, με τον υπότιτλο «Κάλλιο σκλάβα παρά σλάβα!».
Το πόσο συνήγειρε ο Μακεδονικός Αγώνας τους Κύπριους πολιτευτές αποδείχθηκε και τον Οκτώβριο του 1907, όταν επισκέφθηκε την Κύπρο ο νεαρός, τότε, υφυπουργός Αποικιών Winston Churchill, που έγινε δεκτός με γενικό σημαιοστολισμό των πόλεων και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις των Ελλήνων κατοίκων υπέρ της Ένωσης. Ήταν η πρώτη φορά που επισκέφθηκε το νησί μέλος του βρετανικού Υπουργικού Συμβουλίου και το γεγονός αποδείχθηκε μεγάλης σημασίας, πέρα από τη σύνδεση με τον Churchill. Οι Έλληνες Κύπριοι βουλευτές στο υπόμνημά τους προς τον Υφυπουργό Αποικιών δεν παρέλειψαν, στην πρωτοφανή ευκαιρία που τους δόθηκε, να ζητήσουν από τον εκπρόσωπο της αποικιακής υπερδύναμης και τη δικαιοσύνη στη Μακεδονία, αποδεικνύοντας παράλληλα και τη ρομαντική αφέλεια που χαρακτήριζε την πολιτική ηγεσία της Κύπρου κατά την πρώιμη περίοδο της Αγγλοκρατίας:
Επί τη ευκαιρία ταύτη θεωρούμεν καθήκον ημών να προσθέσωμεν ότι μετά ψυχικού άλγους ο ελληνικός λαός της Κύπρου παρακολουθεί τα εν Μακεδονία και Θράκη τελούμενα, όπου απαράγραπτα δικαιώματα της ελληνικής φυλής σφαγιάζονται και διαπράττονται πρωτοφανείς αγριότηται παρά λαού επεισάκτου, ανανεούντος τας αγρίας ωμότητας αποιχομένων αιώνων, θεωρεί δε καθήκον όπως διαμαρτυρηθή προς τον ευπατρίδην αντιπρόσωπον της βρετανικής κυβερνήσεως διαβεβαιών την άρρηκτον εθνικήν αλληλεγγύην πάντων των ελληνικών τμημάτων της πολιτικώς μεν κεχωρισμένης, εθνικώς δε αρρήκτως ηνωμένης ελληνικής πατρίδος και επικαλεσθή την υπέρ των αδικουμένων ισχυράν προστασίαν της Μ. Βρετανίας.
*Αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας
Κοσμήτορας Φιλοσοφικης Σχολής
Πανεπιστήμιο Κύπρου
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.