«Ήσυχααααα μη φας καμιά «καμπάνα»…

της Καρίνας Ιωαννίδου


Πανούργοι, μάτια μου, πανούργοι! Εδώ και καιρό καταστρώνουν σχέδιο να με «φάνε» ζωντανή, οι «κανίβαλοι». Έτσι, εξαφάνισαν πολλούς σαν και μένα. Ούτε τα προσχήματα δεν κρατάνε πλέον! Πρώτα κυκλοφόρησαν ευρέως τη φήμη ότι «τα έχω χαμένα, η γριά» και αφού με απομόνωσαν σε ένα άγνωστο τοπίο, ξένο, επιχειρούν τώρα να με αποσυνδέσουν από τον κόσμο γύρω μου, να μου μουδιάσουν τα συναισθήματά, να μου «ξεριζώσουν» την καρδιά. Γιατί χωρίς καρδιά τί άνθρωπος θα είμαι; Εκτυλίσσεται εγκληματικό σχέδιο σε βάρος μου, σας λέω, και όταν αντιδρώ η «διαμαρτυρόμενη» με απειλούν πως θα φάω καμιά «καμπάνα»…

Όχι, βέβαια, ότι αυτό με εκπλήσσει γιατί ως παλιά «αλεπού» γνωρίζω καλά τις τακτικές του άτακτου «πολέμου». Και, μπορεί προς ώρας να έχω «ακινητοποιηθεί», αλλά έχοντας σώας, ακόμα, τας φρένας αντιδρώ για να βάλω φρένο στα πλάνα τους! Όχι, που θα αφήσω τους «ανθρωποφάγους» να εξαφανίσουν τους αληθινούς ανθρώπους!

Η κουρτίνα θρόισε απαλά πίσω απ΄ τα κλειστά παραθυρόφυλλα. Έστρεψα προς το σημείο εκείνο το βλέμμα μου. Έπειτα, σηκώθηκα, έπιασα την κουρτίνα, την τίναξα με προσοχή. Παρατήρησα τότε μια μικρή πάλλευκη πεταλούδα να πεταρίζει σπασμωδικά σαν να ψάχνει να βρει διέξοδο προς το φως. Ταυτίστηκα μαζί της: «Βρε, καλώς μου την! Από πού μπήκες εσύ ψυχή μου και πού θέλεις να πάς;», τη ρώτησα. Σιωπή. Αφουγκράστηκα για λίγο την ανάσα της, μετά τη μύρισα. Πιφ! μύριζε ναφθαλίνη. «Ρε μπας κι είσαι σκόρος;» της φώναξα… Εκείνη τρόμαξε και πέταξε μακριά μου… Τη ίδια στιγμή η πόρτα άνοιξε και μπροστά μου εμφανίστηκε ένας ψηλός, μυστηριώδης άντρας. Στάθηκε στη μέση του δωμάτιου στητός, αταλάντευτος, αμίλητος, με βλέμμα σκοτεινό. Αυτή τη φορά, ο δολοφόνος, φορούσε λευκό κολάρο. Μπορεί χρόνια πια να λείπω από την «πιάτσα» αλλά γνωρίζω καλά τους εξουσιαστές του «λευκού περιλαιμίου». Μιλάμε για επαγγελματίες του οργανωμένου εγκλήματος όχι τίποτα amateurs.

Ο συγκεκριμένος δε με επισκέπτεται συχνά πυκνά. Κάθε φορά αλλάζει πρόσωπο, μορφές, τρόπους αλλά δε με ξεγελάει εμένα, μάτια μου. Είναι εξουσιαστικός χαμαιλέοντας και επιθυμεί διακαώς να με φέρει με τα νερά του. Πόσο φασίστας πρέπει να είσαι για να διεγείρεσαι με το να εξουσιάζεις τις ζωές των άλλων; «Ποια είναι η κυρία Χ;» φωνάζει πάντα για να με εκνευρίσει, με φωνή τενόρου κολορατούρα από την άκρη του διαδρόμου κι εγώ πάντα του ανταπαντάω: «Η «κοινωνία»!!!

-Κύριε Εξουσιαστά, πάλι εσείς!

Σήμερα ο «εξουσιαστής» ήρθε μεταμφιεσμένος σε γιατρό, με πλησίασε, άνοιξε την ιατρική τσάντα που κρατούσε στο χέρι. Πρόλαβα, μέσα της, να διακρίνω μπουκαλάκια, βελόνες, σύριγγες, επιδέσμους, φιαλίδια, κουτιά με χάπια κάθε είδους και μεγέθους. Μετά ο περί ου ο λόγος έβαλε μια μάσκα χειρουργική στην αλογίσια μούρη του κι αφού άδειασε σε μία σύριγγα όλο το μπουκαλάκι από ένα no name φάρμακο με πλησίασε προσεχτικά -λες κι είχα ψώρα-.

-Αλτ!

-Μη φοβάστε!

-Φοβούνται ωρέ τα γραΐδια! Απλώς διερωτώμαι μήπως είναι υπερβολική η δόση στη σύριγγα… Δεν πιστεύω να μου κάνετε καμιά «ευθανασία»; Αυτή η δόση θα σκότωνε κι άλογο. Κτηνίατρος είστε;

-Αυτή είναι η ενδεδειγμένη δόση φαρμάκο.

-Ναι, αλλά για ανθρώπους ή για άλογα; Κάνουνε κι άλλοι την ίδια δόση;

-Όλοι, όσοι απειλούνται από ιούς ή παράσιτα που μολύνουν τα κύτταρά τους.

-Και για τους ιούς, για τα παράσιτα που μολύνουν τα κύτταρα της κοινωνίας μας κι απονευρώνουν ανθρώπους; Για την κοινωνική αφασία, την ανοσία, το βιασμό της λογικής, υπάρχει πρόβλεψη;

Πριν προλάβω να ολοκληρώσω τον μονόλογό μου, ο σατανάς, με «τσίμπησε».

-Αυτό ήταν! Κυρία Χ, τα σέβη μου!

-Χάιλ Δόκτωρ! (Του απάντησα)

Όλο υπαγορεύσεις κι απαγορεύσεις οι «φασίστες»!. Σε όλη μου τη ζωή «σκόνταφτα» πάνω σε «φασισμό» άλλοτε ξεκάθαρο, άλλοτε κεκαλυμμένο. Στο θέατρο για παράδειγμα οι σκηνοθέτες αποκαλούσαν εμάς τους ηθοποιούς «φασίστες»… ενώ οι ίδιοι γίνονταν φασίστες του αντιφασισμού. Μετά όταν πλακώσανε κι οι πειραματιστές η κατάσταση εξελίχθηκε σε πανδημία, ξεκάθαρα… που συν τω χρόνω αναζωπυρώνεται! Στην καθημερινότητά μου, επίσης, όλο και κάποιος εμφανίζεται που θέλει να με χειραγωγεί, να με αποπροσανατολίζει, να μου περιορίζει τις ελευθερίες μου…

Νομίζουν πως με ξεγελούν αλλά εγώ γνωρίζω καλά πως τα δήθεν φάρμακα -δικιάς τους κοπής και σύνθεσης- είναι κατά του αντι-φασισμού, του αντι-ρατσισμού και της αντι-βίας. Γιατί πώς εξηγείται αλλιώς που η κοινωνία μας βρίσκεται σε διαρκή περιδίνηση; Αν με ρωτάτε, εγώ πιστεύω, πως με τη «σύριγγα» τρυπάνε συνειδήσεις, οι σατανάδες, σβήνουν ιστορία, μνήμες, με απώτερο σκοπό να γίνουμε πειθήνιοι, αναίσθητοι σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Από τη γρίπη των χοίρων δε και μετά γίναμε και «μη χειρό-τερα»! Ο «πόλεμος» αυτός δε τελειώνει ποτέ!

Αυτός ο πόλεμος για μένα άρχισε τότε που εκείνο το αγόρι στο απέναντι σπίτι έβγαινε κάθε μέρα στην αυλή, έβαζε ένα κοντραπλακέ καταγής κι άδειαζε πάνω του δεκάδες πλαστικά στρατιωτάκια. Μετά καθότανε με υπομονή και τα τοποθετούσε σε σειρές, σε θέσεις μάχης. Τα άσπρα απέναντι στα μαύρα, μπροστά τα τανκς, δίπλα πολεμιστές με ντουφέκια, πιο πίσω πυροβολαρχίες και όλμοι και στο τέλος αξιωματικοί πάνω σε άλογα και τζιπ. Σε μια γωνιά, μακριά από το πεδίο της μάχης, έφτιαχνε το αεροδρόμιο και τοποθετούσε με προσοχή πολεμικά αεροπλάνα, όπως ακριβώς, τα δείχνουν σήμερα οι ειδήσεις-. Σε αυτόν τον «πόλεμο» υπήρχε η εξής ιδιαιτερότητα. Το αγόρι ήταν στρατηγός και στα δυο αντίπαλα μέρη, κινούσε και τις δυο αντίπαλες στρατιωτικές μονάδες και την τελευταία στιγμή αποφάσιζε ποιος θα είναι ο νικητής και ποιος ο ηττημένος! Όταν προλάβαινε, βέβαια, να κηρύξει ο ίδιος τη λήξη των «εχθροπραξιών» γιατί εγώ με ένα élancer, ένα «πέταγμα» μπαλετικό, του «γκρέμιζα» ό,τι έκτιζε, του διέλυα τους στρατούς και το νευρικό του σύστημα. Τότε, εκείνος, έξαλλος, έσκουζε σαν καραμούζα και με κυνηγούσε να με δείρει αλλά εγώ «πετούσα» τότε και όσο κι αν ο διώχτης μου προσπαθούσε να με πιάσει εγώ του ξέφευγα… Βέβαια, η αλήθεια είναι πως με τα χρόνια χαλάρωσα. Κι εκείνος βρήκε τότε την ευκαιρία, με άρπαξε και με φίλησε, ο στρατοκράτης! Και μετά; Ε, και μετά, τον παντρεύτηκα, τον μιλιταριστή, η πασιφίστρια! Έκτοτε «καίγομαι», η «εγκαυματίας»… Αλλά, καλά να πάθω…

Μια φωνή μέσα μου λέει: «Συμβιβάσου πια, γέρασες». Αλλά μετά μια άλλη φωνή μου απαντάει: «Όσο ζεις κι αναπνέεις να σε νοιάζει, να αντιδράς, και με όποιο κόστος να παραμένεις άνθρωπος. Κι αν προσπαθούν εκείνοι να σε μεταλλάξουν σε «κτήνος» τοποθετώντας στο σύστημα υγείας ακόμη και «κτηνιάτρους», εσύ εκεί «ανυπακοή»!

Ξαφνικά ακούγονται καμπάνες να χτυπάνε σε ντεσιμπέλ που και «κουφούς» ανασταίνουν για να προαναγγείλουν, λέει, τα Χριστούγεννα. Αυτό ήταν! Δεν μας φτάνανε όλα, ήρθαν και τα Χριστούγεννα, μέσα στο εγκιβωτισμένο «ενυδρείο» που ζω και όπου τα μεγάλα ψάρια τρώνε τα μικρά! Ουπς, να το πάλι! Κάθε τόσο κάποιο από τα μεγάλα ψάρια ορμάει και με γρήγορες κινήσεις μου τσιμπάει προειδοποιητικά τις άκρες των δακτύλων. Παίρνει πρόγευση ο «καρχαρίας», πριν ακολουθήσει το χριστουγεννιάτικο «φαγοπότι»! Αντιδρώ, διαμαρτύρομαι, ενίσταμαι κι εξανίσταμαι αλλά από το βάθος του διαδρόμου ακούω: «Ήσυχααααα μη φας καμιά «καμπάνα»…»!

Η γιορτή της αγάπης, της αλληλεγγύης, και της «επί γης ειρήνης». Ναι, το «χορτάσαμε» κι αυτό το παραμύθι! Καλέ, δουλευόμαστε; Έχει απομείνει άνθρωπος που να ακούει, να νιώθει, να συναισθάνεται τα αληθινά μηνύματα που προσπαθεί μετά μανίας ο ήχος της καμπάνας να μεταδώσει;…

Τις σκέψεις μου διακόπτουν παράφωνα κάλαντα που αντηχούν στο χώρο. Παράξενο! Υπάρχουν ακόμα εκεί έξω παιδιά; Αθώα, αμόλυντα; Αν υπάρχουν. «Σώστε τα!… Από όλους εμάς: ενόχους, συνενόχους, τρελούς και γέρους», φώναξα… Παύση! Καθώς ένας ένας όλοι οι μύθοι καταρρέουν μέσα μου προσβλέπω πια στον τελευταίο: «Άγιος Βασίλης έρχεται κι… όλους μας καταδέχεται… καλύτερους και χειρότερους»… Θα έρθει, όμως, ή μήπως και ο δικός του μύθος τελειώνει εδώ;… Μετά η πόρτα ασφάλισε. Μόνον η καρδιά και η ελπίδα μου έμειναν ορθάνοιχτες…


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ