Η Λυγία Κωνσταντινίδου πρώτη γυναίκα ιεροψάλτης παραχώρησε συνέντευξη στο SPEAKNEWS Magazine. Η Ραδιοφωνία για μένα είπε, είναι σαν ένα ιό, που έτσι και τον πάρει κανείς δεν μπορεί να θεραπευθεί. Εκτιμά επίσης πως η προσφορά προς τον Θεόν και την πατρίδα, είναι κάτι για το οποίο δεν πρέπει κανείς να ζητά ανταλλάγματα
ΤΗΣ ΚΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ
1.Μιλήστε μας για τα παιδικά σας χρόνια και τη σχέση σας με τη μουσική.
Από παιδί είχα ακούσματα σε σχέση με τη μουσική. Ο πατέρας μου ήταν διδάσκαλος και παράλληλα έψαλλε στην Εκκλησία. Ήταν κάτι που ενθαρρυνόταν επί Αγγλοκρατίας: οι δάσκαλοι να μπορούν να ψάλλουν και στην Εκκλησία. Επίσης, στο σπίτι έπαιζε στο βιολί τον αγαπημένο του Μέντελσον, καθώς και κυπριακούς και ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς. Παιδί ακόμα, είχα την ευλογία από το Ριζοκάρπασο, την Γιαλούσα και την Μηλιά της Αμμοχώστου, όπου εργάστηκε ο πατέρας μου να ακούσω τους «μουσικούς ήχους», που πλανιόνταν στην ατμόσφαιρα και να γαλουχηθώ με τα πιο αγνά νάματα της παράδοσής μας. Παράλληλα, λόγω του συχνού εκκλησιασμού, είχα μάθει κοντάκια, απολυτίκια, και άλλους ύμνους, φυσικά εμπειρικά. Ωστόσο, πιστεύω ότι ο σπόρος ρίφθηκε σε έφορο έδαφος.
2. Μιλήστε μας για τη δράση σας στον απελευθερωτικό αγώνα 1955-59.
Πολύ « σοφά», ο Αρχηγός του Αγώνα Γεώργιος Γρίβας-Διγενής πήρε την απόφαση να μυηθεί η νεολαία προτού αρχίσει τη δράση της η Ε.Ο.Κ.Α. Ήμουν η πρώτη μαθήτρια, που μυήθηκε στον Αγώνα το Φθινόπωρο του 1954 σε ηλικία 16,5 χρονών γιατί «πήδηξα» τάξη στο δημοτικό σχολείο και αποφοίτησα από το Παγκύπριο Γυμνάσιο 17 χρονών και ενός μηνός. Επίσης, οφείλω να πω ότι, ήμουν πάρα πολύ τυχερή γιατί μυήθηκα από τον †Χριστόφορο Σεραφείμ, « Νέος» υπεύθυνο Νεολαίας. ένα σπουδαίο αγωνιστή. Αργότερα μαζί με την Άλικη Στρογγυλού και την Λούλα Κοκκίνου αποτελέσαμε το Γυναικείο Τμήμα της Άλκιμου Νεολαίας. Είχα συνεργαστεί με την Αλίκη Στρογγυλού στο να οργανώσουμε 10 ομάδες από 10 μαθήτριες η κάθε μία και να τις μυήσουμε στον Αγώνα. Η επιλογή θα έπρεπε να γίνεται με πολλή προσοχή και να επιλέγονται άτομα, που να έχουν ένα επίπεδο
και ανάλογη σοβαρότητα. Προσωπικά, κρατώντας την Καινή Διαθήκη και τον όρκο της Ε.Ο.Κ.Α., αφού τους μιλούσα για τον αγώνα, άφηνα να περάσει ένα 24ωρο προκειμένου να το σκεφτούν και αν ήταν σύμφωνοι τότε τους όρκιζα. Παράκλησή μου σε περίπτωση, που δεν ήθελαν να λάβουν μέρος να μη με αποκαλύψουν. Για να είμαι ειλικρινής προσωπικά δεν δυσκολεύτηκα και τούτο γιατί η μαθητιώσα νεολαία τότε ήταν ήδη έτοιμη. Τα παιδιά γνώριζαν μόνον δύο δρόμους. Το Κατηχητικό και το Σχολείο. Προσωπικά η ΟΧΕΝ ήταν το δεύτερο μου σπίτι. Άλλωστε, από την ηλικία δώδεκα χρονών, είχα πνευματικό μου τον Μεγάλο Πατέρα Παπασταύρο Παπαγαθαγγέλου και παράλληλα μια σταθερή πνευματική σχέση με την Ουρανία Κοκκίνου, καθηγήτρια του μαθήματος των θρησκευτικών. (Ιδέ Γεωργίου Γρίβα-Διγενή ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΑΓΩΝΟΣ ΕΟΚΑ,1955-1959 σσ. 3 & 24).
Σαν χείμαρρος άρχισαν οι διαδηλώσεις. Η συγκέντρωση γινόταν στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (Κεντρικό). Στον τομέα αυτό συνεργαζόμουν με τον αγωνιστή Λουκά Παιωνίδη και άλλους νέους. Από εκεί κατευθυνόμασταν στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Θηλέων , στην Εκκλησία Παναγίας Φανερωμένης και καταλήγαμε στην πλατεία Ελευθερίας. Εν τω μεταξύ, ήλθαν και άλλοι μαθητές από άλλες Σχολές , όπως τη Σχολή Σαμουήλ. Θα ήθελα να σταθώ σε μία από τις πιο σημαντικές διαδηλώσεις. Όταν η Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ είχε τα γενέθλιά της, τα σχολεία αργούσαν. Εμείς όμως, είχαμε αποφασίσει ότι, δεν θέλαμε να κρατήσουμε την αργία αυτή και να πάμε σχολείο. Συγκεντρωθήκαμε, λοιπόν, στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (Κεντρικό) και κατευθυνθήκαμε προς το Π. Γυμνάσιο Θηλέων Φανερωμένης και αφού ενωθήκαμε με τις υπόλοιπες μαθήτριες μπήκαμε στην Εκκλησία Παναγίας Φανερωμένης. Εκεί, η Ουρανία Κοκκίνου μου έδωσε ένα λόγο τον οποίον αφού, ανέβηκα στον μισό άμβωνα για να μπορούν να ακούν όλοι, εκφώνησα με ανάλογο πατριωτικό παλμό και βαθιά συγκίνηση. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς την Πλατεία Ελευθερίας με τα συνθήματα ΕΟΚΑ, ΠΕΚΑ, ΑΝΕ και άλλα πατριωτικά τραγούδια. Εκεί, ενώθηκαν μαζί μας και άλλοι πατριώτες και ούτε τα δακρυγόνα, που έριχναν οι ΄Αγγλοι και οι αστυνομικοί δεν διέλυαν την διαδήλωση. Ωστόσο, για να μην μας συλλάβουν οι αστυνομικοί, θυμάμαι ότι, μπήκα στην οδό Λήδρας και από εκεί βρήκα ένα μικρό διάδρομο, που οδηγούσε σε οικίες. Αφού μπήκα, ανέβαινα από κατοικία σε κατοικία, ενώ πίσω μου ερχόταν ένας αστυνομικός. Τελικά, κατάφερα να κρυφτώ σε μια οικία κάτω από ένα κρεβάτι. Βέβαια αυτά ήταν τα αρχικά μου καθήκοντα. Συνέχισα τις δραστηριότητές μου ως μέλος σε ομάδες στήριξης (σύνδεσμος) της ΕΟΚΑ στην περιοχή Λευκωσίας. Συνεργάστηκα με άλλους αγωνιστές, όπως με την οικογένεια Μιχαηλίδου και πιο στενά τη Μαρούλα Μιχαηλίδου. Επίσης, με την Μ. Οικονόμου πηγαίναμε κάθε Κυριακή μετά τον Εκκλησιασμό στην Κοκκινοτριμιθιά, όπου εκείνη έκαμνε Όμιλο Νέων Γυναικών και εγώ Κατηχητικό στα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου. Το ταξί το πλήρωνε η ΟΧΕΝ. Εξάλλου, όπως ανέφερα, συνεργαζόμουν στενά με τον πρωθιερέα Παπασταύρο Παπαγαθαγγέλου σε πολλές και συχνά δύσκολες δραστηριότητες.
Ωστόσο, δεν μπορώ να μην αναφερθώ και στον εγκλεισμό μου στα Ανακριτήρια Ομορφίτας και μάλιστα σε απομόνωση στις 28/9/958! Μία δεύτερη τραυματική εμπειρία για μένα
μετά τον θάνατο της μητέρας μου Αναστασίας σε ηλικία 6’5 χρονών, νικημένη από την επάρατη ασθένεια. Εκείνη ήταν μόνον 37 χρονών.
Αυτό συνέβη, όταν Νέος Κυβερνήτης της Κύπρου έγινε ο Σερ Τζων Χάρντινγκ ( Sir John Harding) γνωστός από την επιτυχή αντιμετώπιση του επαναστατικού κινήματος στην Κένυα. Ωστόσο, επειδή αυτό αποτελεί Κεφάλαιο ξεχωριστό, παραπέμπω στο βιβλίο μου «Κύπρος –Ιστορικές Αναδιφήσεις»., σσ. 242-247.
3. Το 1956 κατόπιν εξετάσεων σας γίνεται πρόσληψη στο Αγγλοκρατούμενο τότε Ρ.Ι.Κ. (Κυπριακή Ραδιοφωνική Υπηρεσία (CBS), όπως λεγόταν επί Αγγλοκρατίας. Μετά την απελευθέρωση ονομάστηκε Ραδιοφωνικό ΄Τδρυμα Κύπρου (CyBC) ΡΙΚ. , ένας τομέας που σας ενδιέφερε ιδιαίτερα. Ήσασταν η μόνη λειτουργός ελληνικών προγραμμάτων πέραν των οκτώ χρόνων. Παράλληλα φοιτούσατε σε Ωδείο της Κύπρου παρακολουθώντας μαθήματα Μονωδίας –Μελοδράματος και Ανωτέρων Θεωρητικών. Ο συνδυασμός αυτός σας πηγαίνει αργότερα στην Αθήνα όπου εκεί διευρύνετε τις γνώσεις και τις εμπειρίες σας στον τομέα του ραδιοφώνου., αλλά και τη συνέχεια των μουσικών σπουδών σας. Μοιραστείτε μαζί μας τις καλύτερες στιγμές σας από τη δεκαετία του 1960.
Πράγματι μετά την Ανεξαρτησία της Κύπρου από τη Βρετανία, το 1960, Γενικός Διευθυντής του ΡΙΚ., ήταν ο Βίας Μαρκίδης και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ό Φρίξος Πετρίδης. Αφού είχε γίνει γνωστή και η δική μου προσφορά στον απελευθερωτικό Αγώνα της πατρίδας μας, ο Τμηματάρχης Προγραμμάτων Ραδιοφώνου Κυριάκος Καραμάνος με καλεί στο γραφείο του και μου λέει: Τόσοι και τόσοι, που πέταξαν ένα φυλλάδιο ζητούν αναγνώριση και ζητούν προαγωγές και εσύ με τόση προσφορά δεν ζήτησες οτιδήποτε. Tότε του απαντώ: «Δεν ήξερα ότι, η προσφορά προς τον Θεόν και την πατρίδα, είναι κάτι για το οποίο θα πρέπει κανείς να ζητά ανταλλάγματα». Εκείνος συνέχισε : Αλήθεια τι θα ήθελες; Τότε του απαντώ: « Εδώ και οκτώ χρόνια είμαι η μόνη λειτουργός ελληνικών μουσικών προγραμμάτων. Ωστόσο, δεν γνωρίζω σε βάθος τα δημοτικά τραγούδια ολάκερου του ελληνικού ιστορικού χώρου, ούτε το έντεχνο ελληνικό τραγούδι, όπως έχει εξελιχθεί. Το μόνο που θα ζητούσα είναι μία υποτροφία να μεταβώ στην Αθήνα στην ΕΡΤ., και στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, τουλάχιστον για μια σχολική περίοδο (τότε 1963-1964) για να γνωρίσω από την πηγή του το ελληνικό τραγούδι στο σύνολό του και να ολοκληρώσω και τις μουσικές σπουδές μου στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών. Ο Κυριάκος Καραμάνος μου υποσχέθηκε ότι, θα με έφερνε σε επαφή με την Ελληνική Πρεσβεία στην Κύπρο.
Κατόπιν εξετάσεων στην Ελληνική Πρεσβεία, πήρα την πρώτη και μοναδική υποτροφία του είδους της. Εν τω μεταξύ από το ΡΙΚ., μου δόθηκε ένα μικρό συμβολικό ποσό για τις σπουδές μου στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών. Στην ΕΡΤ, γνώρισα όλα τα είδη μουσικής στις επιμέρους Υπηρεσίες: Την ελληνική ελαφρά, την δημώδη, την ξένη ελαφρά μουσική και τη σοβαρά μουσική. Την κάθε Υπηρεσία πλαισίωναν προσωπικότητες με ξεχωριστό ήθος και ανάλογα προσόντα.
Στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, κλασσικό τραγούδι έκανα με την μεγάλη Μάγγη Καρατζά, μελόδραμα με τη μοναδική Ναυσικά Βουτυρά και Ανώτερα Θεωρητικά με τον μεγάλο θεωρητικό Αλέκο Κόντη, ο οποίος παράλληλα ήταν και ο έφορος της ορχήστρας της ΕΡΤ. Το γεγονός ότι, ήμουν με υποτροφία στην Αθήνα, είχα τους καλύτερους καθηγητές.
Οφείλω να ομολογήσω ότι, τα χρήματα που μου δόθηκαν δεν ήταν πάρα πολλά, ωστόσο με μεγάλη προσπάθεια κατάφερα να φέρω εις πέρας την αποστολή μου. Σε γενικές γραμμές θα σταθώ στα εξής: Είχα λάβει μέρος σε συναυλία του Εθνικού Ωδείου Αθηνών στον
Παρνασσό. Την άλλη μέρα η εφημερίδα τα «Νέα» των Αθηνών σε κριτική που έκαμε, ανάμεσα στα τρία καλύτερα ονόματα, που ανέφερε ήταν και το δικό μου. Μάλιστα, με ονόμασε Λία Γαλάζη. Στην Αθήνα το Λυγία είναι άγνωστο όνομα! Παράλληλα, ένας ιμπρεσάριος ζήτησε από την καθηγήτριά μου να με αναλάβει για μια σταδιοδρομία στο μελόδραμα. Τότε, η κυρία Μάγγη Καρατζά του εξήγησε ότι, ήμουν με υποτροφία στην Αθήνα. Όταν ρωτήθηκα, το επιβεβαίωσα. Μία άλλη ευκαιρία ήταν στις διπλωματικές εξετάσεις των σπουδαστών του Εθνικού Ωδείου στο Θέατρο Αθηνών. Εκεί, ερμήνευσα μέρος από την Τρίτη Πράξη της Όπερας του Πουτσίνι «Madame Butterfly”. Θυμάμαι ότι, ο μεγάλος Κύπριος βαρύτονος Τζων Μοδινός με προσκάλεσε να με συνοδεύσει στην Όπερα της Ζυρίχης, όπου ήταν η έδρα του για ακρόαση. Μου είπε ότι, ήταν σίγουρος ότι θα με προσλάμβαναν. Ο Τζων Μοδινός με είχε ακούσει και στην Κύπρο τον προηγούμενο χρόνο και όπως μου είπε, πίστευε πολύ στη φωνή, καθώς και στην όλη προσωπικότητά μου!
Με πολλή ευγένεια αρνήθηκα για τους ίδιους λόγους. Για μένα η συνέπεια είναι κόκκινη γραμμή, που δεν πρέπει να παραβιάζεται. Η υποτροφία μου ήταν να γυρίσω πίσω στην Κύπρο και στο ΡΙΚ., όπου θα αξιοποιούσα τις γνώσεις μου!
Δεν πέρασαν πολλές μέρες και παίρνω μία επιστολή από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ., η οποία έγραφε ότι, εάν είχα ολοκληρώσει τις σπουδές μου στην Αθήνα να επιστρέψω στην Κύπρο και στο ΡΙΚ.
Εν τω μεταξύ το 1964, κατόπιν εξετάσεων στην Δημόσια Υπηρεσία, είχα προαχθεί σε Λειτουργό Α΄. Όπως πληροφορήθηκα αργότερα, στον προσωπικό μου φάκελο υπήρχε ακόμα η σημείωση « ότι ήμουν ύποπτο άτομο και ως εκ τούτου δεν έπρεπε να προαχθώ». Οι ΄Αγγλοι έφυγαν, αλλά κάποιοι Τμηματάρχες, είχαν ακόμα το σύνδρομο της υποτέλειας. Το 1983 κατόπιν εξετάσεων είχα προαχθεί σε Ανώτερη Λειτουργό Μουσικού Τμήματος.
Ωστόσο, το 1998 αποχώρησα από το ΡΙΚ., με το σχέδιο της ευδόκιμης πρόωρης αφυπηρέτησης για προσωπικούς λόγους. Τότε ήμουν υπεύθυνη του Μουσικού Τμήματος και της Δισκοθήκης. Το τρίτο πρόγραμμα δόθηκε στην Έλλη Κοραή. Επειδή ο τομέας μου δεν είχε καλυφθεί μου ζητήθηκε να επιστρέψω. Το έκαμα, αλλά δωρεάν: όχι γιατί ήμουν πλούσια, αλλά γιατί αγαπούσα το ΡΙΚ., και το κοινό της Κύπρου. Η Ραδιοφωνία για μένα είναι σαν ένα ιό, που έτσι και τον πάρει κανείς δεν μπορεί να θεραπευθεί. Το ενδεχόμενο να δραστηριοποιηθώ σε άλλο Ραδιοσταθμό απέρριψα και τούτο γιατί θεώρησα ότι, τις γνώσεις που πήρα ενώ εργαζόμουν στο ΡΙΚ., δεν άρμοζε να τις δώσω σε άλλο Ραδιοσταθμό. Στο ΡΙΚ., συνέχισα να εργάζομαι σε συνεργασία με την πρώην συνάδελφό μου Τασούλα Λεκάκη μέχρι το 2012, στην εκπομπή « Μουσικές Αναζητήσεις»/ «Αναζητήσεις», φέρνοντας και το πρώτο και μοναδικό Βραβείο με το οποίο η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου με τίμησε στον Παγκύπριο Διαγωνισμό της το 2005 στον τομέα Επιμορφωτικά/ Πληροφοριακά/Πολιτιστικά προγράμματα!
4. Με γνώμονα τη διαρκή επιμόρφωση, αλλά και από αγάπη προς τη γνήσια Ελληνική Μουσική έκφραση, το 1983 εγγράφεστε ξανά στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου και με καθηγητή το Δρα. Σόλωνα Χατζησολωμό μελετά Βυζαντινή Μουσική. Κατόπιν εξετάσεων ενώπιον ειδικής επιτροπής με προεδρεύοντα τον Μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας κ. κ. Νικηφόρο (τότε Ηγούμενο Κύκκου), το 1987 πήρατε ΠΤΥΧΙΟ ΙΕΡΟΨΑΛΤΟΥ με τη τιμητική διάκριση ΑΡΙΣΤΑ ΠΑΜΨΗΦΕΙ.
Συνεχίσατε τις μεταπτυχιακές σπουδές σας με καθηγητή τον μακαριστό Αρχιμανδρίτη Διονύσιο Μαχαιριώτη και το 1992 κατόπιν εξετάσεων στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου πήρατε και ΔΙΠΛΩΜΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ με τη τιμητική διάκριση ΑΡΙΣΤΑ ΠΑΜΨΗΦΕΙ.
Προσόντα, που σας άνοιξαν νέους ορίζοντες δραστηριοποίησης, ως ιεροψάλτη και μάλιστα σε ένα μέχρι τότε ανδροκρατούμενο χώρο. Πως βιώσατε την εμπειρία αυτή ως γυναίκα ιεροψάλτης και μάλιστα Πρώτη.
Στο σημείο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικό για μένα, θα σας παρακαλέσω να μου δώσετε λίγο περισσότερο χώρο: το να μυηθώ στα μυστήρια της Εθνικής μας παράδοσης, που είναι η Βυζαντινή Μουσική και το δημώδες ή δημοτικό τραγούδι, αφιέρωσα γύρω στα δέκα χρόνια. Προσωπικά δεν με ενδιέφερε να πάρω μια γενική γνώση για να μπορώ να συμψάλλω σε ένα ναό. Με μεγάλο σεβασμό και αφού, βρήκα τους καλύτερους καθηγητές, μελέτησα εκτός από την σημειογραφία ή παρασημαντική, Ιστορία της Βυζαντινής Μουσικής, Υμνολογία, Λειτουργική, Τυπικό της Εκκλησίας, Απαγγελία Αναγνωσμάτων, Ευρωπαϊκή μουσική και ό,τι άλλο συνεπάγεται ώστε, να γίνει ο ενδιαφερόμενος προσοντούχος Ιεροψάλτης.(Προσωπικά ευρωπαϊκή γνώριζα από τις σχετικές σπουδές που είχα κάμει).
Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του μεγάλου μουσικολόγου και Ιεροψάλτη† Σώζου Τομπόλη, την οποία επιθυμώ να μοιραστώ μαζί σας:
«Εάν κάποιος γνωρίζει μόνο τη Βυζαντινή Μουσική πατά στο ένα του πόδι. Εάν πάλιν γνωρίζει μόνο την Δυτική μουσική, πατά στο άλλο του πόδι. Εάν όμως γνωρίζει και τις δύο τότε πατά και στα δύο του πόδια».
Τόσο η Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική, όσο και το κοσμικό παραδοσιακό μας τραγούδι αποτελούν για όλους τους Ελληνορθόδοξους τη μοναδική στο είδος της πολιτιστική μας κληρονομιά: Ένας πολύτιμος διφυής φορέας και εκφραστής, που συνοψίζει και εκφράζει κάθε ανθρώπινο συναίσθημα. Ένας πολύτιμος προγονικός θησαυρός, που στάθηκε η κιβωτός, που διαφυλάσσει και περιφρουρεί και παραδίδει όλη την παράδοσής μας αλώβητη διαμέσου των αιώνων, παρά τις φθορές και τις αλλοιώσεις, που ο χρόνος είναι φυσικό να επιφέρει. Κι ακόμα με την επιμιξία με συγγενείς πολιτισμούς, αναπόφευκτη και αυτή, που όμως δεν έφθειρε το ύφος και το ήθος της. Εξάλλου, η δική μας εκκλησιαστική μουσική, η οποία έχει διαμορφωθεί σε σύστημα Ιερού χαρακτήρα, σύμφωνα με το Χριστιανικό πνεύμα και μάλιστα στο Βυζάντιο ονομάζεται Βυζαντινή.
Ο ορθόδοξος πιστός είναι μόνος «ΕΝΩΠΙΟΣ ΕΝΩΠΙΩ» απέναντι στον Θεόν, που λατρεύει, ενώ η υμνολόγα ψυχή υφαίνει σαν δεξιοτεχνική σαΐτα τους πάντερπνους ύμνους, που μας έχουν κληροδοτήσει οι μεγάλοι Υμνογράφοι, οι Μελωδοί και γενικά οι Μελουργοί της Βυζαντινής Ψαλμωδίας. (Γι’ αυτό και δεν χρειάζονται όργανα για να υμνήσει κάποιος τον Θεό).
Η Βυζαντινή Μουσική είναι μονοφωνική ψάλλουν, δηλαδή όλες οι φωνές όσες κι αν είναι ομότονα ή ομόφωνα την ίδια μελωδική γραμμή με μόνη συνηχητική γραμμή το ισοκράτημα το γνωστό μας ίσον, που τοποθετείται σε τακτά διαστήματα- σε αντίθεση με την πολυφωνική μουσική της Δύσης. Είναι χορωδιακή και εκκλησιαστική μουσική με έντονο λειτουργικό χαρακτήρα.
Η Βυζαντινή Μουσική δεν είναι αυτοσκοπός (δηλαδή, η Τέχνη για την Τέχνη), αλλά αποτελεί το ««ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ». Υπηρετεί, δηλαδή διακονεί τον λόγο. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης λέει, μεταξύ άλλων, “H Moυσική ερμηνεύει την των λεγομένων
διάνοιαν». Πολύ ορθά πιστεύουμε χαρακτηρίστηκε ως «Ομόχυμο βλάστημα του λόγου». Τον μυστικισμό και την μεταφυσική εξωκόσμιον ενόρασιν εις την Χριστιανικήν Τέχνη έδωκεν η Ανατολή. Ωστόσο, την μορφή και το είδος τον λόγο και το μέτρο, την ανθρώπινη καλαισθησία έδωκεν η Ελλάς. Γι’ αυτό λέμε ότι, η καρδιά μας είναι στην Ανατολή και το Πνεύμα μας στη Δύση: ένας πολύτιμος προγονικός θησαυρός, τον οποίον οφείλουμε να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού.
Το μεγαλούργημα αυτό του Βυζαντινού πνεύματος, συνδυάζει σε ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο τον ΛΟΓΟ, τη ΜΕΛΩΔΙΑ και τον ΡΥΘΜΟ, σύμφωνα με τα πρότυπα των Αρχαίων Ελλήνων, για τούτο και λέγεται «Εμμελές κήρυγμα».
Πολύ παραστατικά ο Απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή του (κεφάλαιο ε΄18-19) παραγγέλλει:
“Πληρούσθε εν πνεύματι λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών τω Κυρίω»
Αναμφίβολα, η Βυζαντινή μουσική είναι «Δίαυλος θείων μηνυμάτων» . O ιεροψάλτης πρέπει να είναι σε θέση να μεταφέρει τα μηνύματα αυτά στους πιστούς κι ακόμα , ν ανευρίσκει την κλίμακα, που οδηγεί όλους μαζί στα ουράνια δώματα και καταλήγει στην –κατά χάρη- ένωση με τον Θεό. Την κλίμακα τη νοητή, που ανεβάζει «Ου μόνον από γης εις το όρος», αλλά και εις τα ουράνια. Με ένα ανάλογο τρόπο που ο αναχωρητής, παράτολμος ασκητής στις απάτητες κορφές, ανακαλύπτει τη μυστική αυτή κλίμακα.
Οι ιεροψάλτες μιμούνται (θα πρέπει τουλάχιστο να προσπαθούν να μιμούνται) την δοξολογία των Αγγέλων.
Άλλωστε, το φως του Χριστού μας δεν το κουβεντιάζει κανείς. Το ζει-το βιώνει. Το φως το αληθινό είναι ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ. Γι΄αυτό και ψάλλομε: «Δόξα σοι τω δείξαντι το ΦΩΣ».
Αλλά και το Δημοτικό μας τραγούδι, όπως και η Βυζαντινή Μουσική, εξακολουθεί να είναι τροπικό (βασίζεται δηλαδή στους τρόπους ή ήχους της Βυζαντινής μουσικής) και είναι μονόφωνο. Το «ίσον» της Βυζαντινής μουσικής είναι ένα είδος πρωτόγονης αρμονικής συνοδείας, όπως διαστήματα τέταρτης, πέμπτης ή κάποτε και διάφωνα, που βρίσκουμε σε ορισμένα δημοτικά όργανα (λύρα, γκάιντα, διπλό αυλό), που όμως δεν αλλοιώνουν καθόλου τον μονόφωνο χαρακτήρα του. (Αναφερόμαστε πάντοτε στο αυθεντικό παραδοσιακό τραγούδι). Άλλωστε, στον μονόφωνο χαρακτήρα του, οφείλει και το ξεχωριστό χρώμα του. Όπως κάθε μονόφωνη μουσική, τραγουδιέται και παίζεται στη φυσική και όχι στη συγκερασμένη κλίμακα της Δυτικής μουσικής. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένα τραγούδια της Βορείου Ηπείρου, που τραγουδιούνται πολυφωνικά. Επίσης, η Επτανησιακή και η αθηναϊκή καντάδα και κάποια δημοτικά τραγούδια της Επτανήσου, απλά εναρμονισμένα- επίδραση από τη γειτονική Ιταλία.
5. Έχετε εκδώσει και ψηφιακούς δίσκους με τη φωνή σας ψέλνοντας.Τι εφόδια πενυματικά πρέπει να διαθέτει εκτός από φωνή o Iεροψάλτης;
Ο πρώτος καθηγητής μου Δρ Σόλων Χατζησολωμός μου εμφύσησε την ρήση του Ιερού Χρυσοστόμου: « Ει παιδεύσωμεν την γλώτταν ψάλλειν, αισχυνθήσεται η ψυχή ταύτης ψαλλούσης τα εναντία βουλομένη». Ο δέ Διονύσιος ο Μαχαιριώτης , ο δεύτερος καθηγητής μου μας έλεγε: Ο ιεροψάλτης όταν ψάλλει πρέπει να προσεύχεται και προσευχόμενος να ψάλλει. Έχοντας υπόψη και τα όσα έχω αναφέρει για τη Βυζαντινή μουσική και το ήθος της, προσθέτω και τα εξής: ο Ιεροψάλτης πρώτα από όλα πρέπει να διαθέτει καλή και σωστή φωνή, καθώς και οξεία ακοή, ώστε να μπορεί να αποδίδει και τα διαστήματα τα μικρότερα του τόνου και του ημιτονίου. Επίσης, τις έλξεις, τα μόρια, τους χαρακτήρες ποιότητος, τις χρόες και ό,τι συνεπάγεται από τους κανόνες της ορθής ψαλμωδίας. Όταν τόλμησα να ηχογραφήσω τον πρώτο μου δίσκο επέλεξα ύμνους απλούς και γνωστούς στο ευρύ κοινό όχι μόνο της Κύπρου, αλλά και του εξωτερικού. Ωστόσο, τόλμησα να ερμηνεύσω και το «Τροπάριο» της μεγάλης Υμνογράφου μας Κασσιανής. Όταν πήγα με τον εκδότη μου και ένα πατέρα της Εκκλησίας για να υποβάλω το CD μου αυτό στον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο τον Α΄, αφού άκουσε το «Φως Ιλαρόν» και το «Τροπάριο της Κασσιανής», ιδιαίτερα ικανοποιημένος, μου έδωσε τις ευλογίες του». Επίσης, πήρα τις ευλογίες του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου του Β΄. Ιδιαίτερη συγκίνηση ένοιωσα, όταν σε προσκυνηματική εκδρομή, που οι συνταξιούχοι και φίλοι του ΡΙΚ., κάναμε στην Κωνσταντινούπολη και την Ιωνία, σε επίσκεψη μας στο Φανάρι και στον παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη κκ. Βαρθολομαίο στις 6/6/08 , μια ξεχωριστή, φωτεινή και πάνσεπτη προσωπικότητα, όταν του πρόσφερα τον Φάκελο με τα βιογραφικά μου στοιχεία και τα CD. μου, τα δέχθηκε ευχαρίστως, επιδαψιλεύοντας τις ευλογίες του! Ως αντίδωρο μου έδωσε ένα CD., του Πατριαρχείου, όπου ψάλλει «Ο εν Αθήναις Χορός Συλλόγου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως» και δύο σταυρούς: έναν για μένα και έναν για τον † σύζυγό μου Φάνο. ( Να σημειώσω ότι, ήταν δική του η ιδέα να πάρω τον φάκελο με τα βιογραφικά μου στοιχεία και τα CD.,μου).
Να αναφέρω ότι, όλους τους ψηφιακούς δίσκους μου ανέλαβε η κυπριακή εταιρεία ALL RECORDS LTD., με παραγωγό τον Gregory Konyalian. Η ηχογράφηση των ύμνων γινόταν στην Κύπρο, αλλά η εκτύπωση του CD., στην Ελλάδα. Επίσης, και στα 4 CD., μου, με Βυζαντινούς Εκκλησιαστικούς ύμνους, ισοκράτημα κάνει ο Μάριος Βασιλείου.
Αξίζει, πιστεύω, να αναφέρω ότι, ύστερα από σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Κύπρου και ύστερα από το κείμενο-εισήγηση του Θεοδώρου Ξ. Γιάγκου Καθηγητή του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ. και μέλους της Συνοδικής Λατρείας της Εκκλησίας της Κύπρου, η Ιερά Σύνοδος απεφάσισε ότι και οι γυναίκες μπορούν να ψάλλουν στη διάρκεια των Ιερών ακολουθιών. Το σκεπτικό έλεγε: «Εν τω πνεύματι της ποιμαντικής της ευαισθησίας και ευθύνης, ελπίζει εις την ολόθυμον συμμετοχήν του πληρώματος εις την ευσχήμονα και εύτακτον συμμετοχή εις την λογικήν λατρείαν του Τριαδικού Θεού. Η Απόφαση αυτή έχει τον τίτλο «Ιερά Σύνοδος, Εγκύκλιος για Γυναίκες να ψάλλουν ημ. Σεπτέμβριος 2012. Θυμάμαι ότι, τότε είχα πάρει και συνέντευξη από τον Καθηγητή Θεόδωρο Ξ. Γιάγκου, που μετεδόθη από το ΡΙΚ..
Ο μόνος που αντιτίθεται στην απόφαση αυτή είναι ο Επίσκοπος Καρπασίας κ. Χριστοφόρος, ο οποίος μη έχοντας βάση στην Καρπασία, η έδρα του είναι στη Λευκωσία. Έτσι, όταν έρχεται να χοροστατήσει σε ένα Ναό, οι γυναίκες δεν ψάλλουν. Εξάλλου, προσωπικά είχα και μία πολύ δυσάρεστη εμπειρία μαζί του. Σε Ναό εδώ στη Λευκωσία, ενώ συμμετείχα στην ψαλμωδία, έστειλε κάποιον να μου πει «η κυρία να σταματήσει να ψάλλει», ιδιαίτερα στενοχωρημένη το έπραξα. Δυστυχώς και ορισμένοι ιερείς επηρεασμένοι από το πνεύμα αυτό, απαγορεύουν στις γυναίκες να ψάλλουν στους ναούς, που ιερουργούν.
Μετά και από την συγκεκριμένη Εγκύκλιο της Εκκλησίας της Κύπρου, σε εμένα δόθηκε «φιλικά» η συμβουλή να μην διαμαρτυρηθώ. Όλοι γνώριζαν ότι, οι δικοί μου αγώνες ως η πρώτη προσοντούχος ιεροψάλτις, συνέβαλε στην απόφαση αυτή.
Οφείλω να καταθέσω ότι, ο δρόμος μίας γυναίκας ιεροψάλτη δεν είναι ρόδινος. Και «boiling» δέχτηκα και λόγια, όχι πάντοτε ευχάριστα άκουσα, κυρίως από άνδρες, εν τούτοις συνέχισα να μελετώ, σιωπηλά και σταθερά και κυρίως προσευχόμενη, κατάφερα να επιβιώσω και να αναγνωριστώ. Γι’ αυτό συνιστώ σε όλες τις γυναίκες, που θέλουν να γίνουν ψάλτριες να αποκτήσουν και προσόντα, ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν το ιερό αυτό λειτούργημα.
Στο σημείο αυτό, οφείλω να διευκρινίσω το εξής: τόσο η ψαλμωδία στους ναούς μας, όσο και η διδασκαλία Βυζαντινής Μουσικής (οσάκις το έχω κάνει), είναι μία προσφορά δωρεάν από μέρους μου προς τον Τριαδικό Θεό, την Παναγία μητέρα Του και όλες τις άγιες μορφές της Εκκλησίας μας: τη στρατευόμενη, καθώς και τη θριαμβεύουσα Εκκλησία.
6.Η συγγραφή πάμπολλων μελετών, σας οδήγησε την περασμένη χρονιά στην έκδοση δυο συλλεκτικών βιβλίων. Μιλήστε μας σχετικά.
Άρχισα να συνεργάζομαι με το «Το Ραδιοπρόγραμμα» του ΡΙΚ. και κυρίως να κάνω αναλύσεις των σημαντικότερων έργων της έντεχνης ελληνικής δημιουργίας, που μεταδίδονταν σε δικά μου προγράμματα από το ΡΙΚ., ώστε, το κοινό να τα γνωρίσει σε βάθος. Για λόγους που δεν γνωρίζω, δυστυχώς, καταργήθηκε. Ακόμα και σήμερα, θεωρώ ότι, η κατάργησή του Ραδιοπρογράμματος, ήταν ένα πολύ μεγάλο λάθος. Εκτός από τα προγράμματα του Ραδιοφώνου και της Τηλεόρασης περιλάμβανε μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων.
Παράλληλα, άρχισα να αρθρογραφώ στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Ο Συναγερμός» και αργότερα συνεργάστηκα με την εφημερίδα «Ο Αγών» σε ένα φάσμα ποικίλων καλλιτεχνικών, κυρίως θεμάτων. Τρίτη συνεργασία είχα με την εφημερίδα «Η Σημερινή της Κυριακής», όταν Αρχισυντάκτης ήταν ο κ. Σάββας Ιακωβίδης. Αρχικά μου ζήτησε να γράψω μερικά άρθρα για τη Βυζαντινή Μουσική. Η συνεργασία αυτή συνεχίστηκε για τρία ολόκληρα χρόνια. Εκτός από τη Βυζαντινή Μουσική, συνέχισα να γράφω για το δημοτικό τραγούδι ολάκερου του ελληνικού ιστορικού χώρου. Στη συνέχεια ασχολήθηκα με την καντάδα, την Επιθεώρηση, καθώς και με τη μουσική του Μεσοπολέμου. Αφού ανέφερα το Αρχοντορεμπέτικο, προχώρησα στη δοξαστική δεκαετία του ΄60 με τις δύο ευφυείς προσωπικότητες Μάνο Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, οι οποίοι έγραψαν τα έργα τους πάνω σε στίχους και ποίηση μεγάλων στιχουργών και ποιητών και χωρίς να παραλείψω τους επιγόνους τους, ασχολήθηκα με το «Νέο Κύμα» και στη συνέχεια με το λαϊκό τραγούδι της εποχής εκείνης φθάνοντας στην όλη μουσική δημιουργία μέχρι τη δεκαετία του ΄70 & του ΄80. Πρέπει να σας πω ότι, είχα ένα υπέροχο κοινό, που διάβαζε τις δημοσιεύσεις μου αυτές. Κάποιοι μάλιστα, μου έλεγαν ότι, τις φύλαγαν. Εξάλλου, ένας εκδότης εξ Ελλάδας νυμφευμένος με Κυπρία, με πληροφόρησε ότι, έγραψε ένα βιβλίο με βάση τις δημοσιεύσεις μου για το Δημοτικό τραγούδι. Το παρακάλεσα κατ’ επανάληψη να μου δώσει το βιβλίο αυτό για να το διαβάσω. Δυστυχώς, πάντοτε «ξεχνά» να το φέρει μαζί του, όταν έρχεται στην Κύπρο….. Τότε σκέφτηκα ότι, ήταν καιρός να γράψω δικό μου βιβλίο. Εν τω μεταξύ ο σύζυγός μου Φάνος κοιμήθηκε το 2017, προτού αρχίσω να γράφω.
Το πρώτο μου βιβλίο έχει τίτλο «Ελλήνων Μούσα»- Ιστορικομουσικολογική έρευνα. Φυλλίς Εκδοτική, 2020. Αριθμεί γύρω στις 663 σελίδες. Αρχίζει με μία Εισαγωγή για την Βυζαντινή Μουσική, επίγονο της Αρχαίας ελληνικής Μούσας, καθώς και τη θέση της
μουσικής γενικά, στην Αρχαία Ελλάδα και φθάνει μέχρι τις μέρες μας. Μία ενδιαφέρουσα αναφορά στα δύο βιβλία μου επιχειρεί η κυρία Μαρία Μιχαηλίδου Δρ. Φιλοσοφίας με ειδίκευση στη Λογοτεχνία, στο «ΔΙΌΡΑΜΑ»-ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ- Τεύχος 49 (Ιούλιος και Αύγουστος).
Γράφει, λοιπόν «Ο τόμος αποτελείται από 23 μακροσκελή κεφάλαια χωρισμένα σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος εξετάζεται διεξοδικώς η Βυζαντινή Μουσική σε εννέα κεφάλαια, αφού γίνουν αναφορές και συνδέσεις με την Αρχαία Ελληνική Μούσα. Στο δεύτερο μέρος , σε 14 κεφάλαια η συγγραφεύς επικεντρώνεται στην εορτή των Χριστουγέννων, της Ανάστασης, την Παναγία και όλη τη σχετική βυζαντινή υμνολογία. Στο βιβλίο αυτό εκτίθενται με λεπτομέρεια γνωστές και άγνωστες Ιστορικομουσικολογικές στιγμές, με μια αξιοθαύμαστη ιστόρηση γεγονότων , προσώπων και σχολιασμό καταστάσεων. Εντυπωσιάζει η περιγραφική ζωντάνια, η στέρεη γνώση, η απόλυτη αγάπη προς την τέχνη της μουσικής, διαχρονικά και συγχρονικά. Η ανάγνωση του τόμου αυτού σε κάνει να αναρωτηθείς : είναι μία μουσική εγκυκλοπαιδεία : Ένα μουσικό ταξίδι με την υπερτραxεία; Μήπως είναι ένα μουσικό παραμύθι; Ή είναι όλα αυτά μαζί κι’ άλλα τόσα, υφασμένα με την αγάπη και το μεγάλο ενδιαφέρον της συγγραφέως και ερευνήτριας, Λυγίας Κωνσταντινίδου ως προς το αντικείμενο μελέτης της.
Είναι επιτυχής η ανάμειξη της λόγιας, της κοσμικής και της θρησκευτικής μουσικής. Η συγγραφέας αναδεικνύει και τις δύο πτυχές της προσωπικής της καταξίωσης, και ως προς τη λόγια μουσική έκφραση, αλλά και ως προς τη θρησκευτική υμνολογία και τη βυζαντινή ορθόδοξη λατρεία και το εκκλησιαστική τυπικό.{….}. Στην ανάγνωση του παρόντος βιβλίου, σημειώνονται ευφυή πισωγυρίσματα ανάμεσα στην αφήγηση, τα οποία είναι άκρως ενδιαφέροντα με τον σχολιασμό για τη γλώσσα, την διάλεκτο για τους ποιητές κλπ. Με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να φανεί η εξαιρετική αυτή έρευνα μονοσήμαντη ή κουραστική. Αντίθετα, είναι δομημένη με ένα τρόπο, που να ελκύει την προσοχή του αναγνώστη, ο οποίος διψά να εκτείνει και να εμπλουτίσει τις γνώσεις του, με τόσες νέες και συναρπαστικές πληροφορίες. [….].
Η συγγραφέας Λυγία Κωνσταντινίδου προσκαλεί τον κάθε ενδιαφερόμενο αναγνώστη, προσκαλεί όλους εμάς, που ενδιαφερόμαστε για τον πολιτισμό μας «να διασχίσουμε αιώνες και να αναδιφήσουμε στον χαρακτήρα και την πολυπλοκότητα της μουσικής και των αρχαίων Ελλήνων, όπως την ανευρίσκουμε στη Βυζαντινή και στα άλλα είδη και, τότε θα νοιώσουμε περισσότερο Έλληνες.
+++++
Αξίζει, πιστεύω να αναφέρω ότι, αφού κυκλοφόρησε το βιβλίο αυτό, πολλοί γνωστοί από την Ελλάδα και την Κύπρο, εισηγήθηκαν να το στείλω στην Ακαδημία Αθηνών , στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στο Σπίτι της Κύπρου και όπου αλλού για να βραβευτεί. Κάτι με το οποίο συμφωνεί και η δρ Μαρία Μιχαηλίδου. Δυστυχώς, για λόγους υγείας, δεν μπορώ να ταξιδεύσω στην Αθήνα.
+++++
Το δεύτερο βιβλίο έχει τίτλο «Κύπρος- Ιστορικές Αναδιφήσεις» και κυκλοφόρησε από την Φυλλίς Εκδοτικής 2022. Μία ιδιαίτερα προσεγμένη κριτική έχει κάμει η δρ Μαρία Μιχαηλίδου στο ίδιο περιοδικό «Διόραμα- ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Αρχικά θεώρησα ότι, το δεύτερο βιβλίο θα ήταν ένα είδος συμπόρευσης και συμπλήρωσης του πρώτου. Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε: […] «Είναι κοινός τόπος ότι, η ιστορία γράφεται από τους ιστορικούς και η Λυγία Κωνσταντινίδου δεν είναι επαγγελματίας ιστορικός. Είναι όμως ερευνήτρια, και το πάθος της αυτό την ώθησε να
διεισδύσει τον ωκεανό της πολυτάραχης ιστορίας του νησιού και να αξιοποιήσει πλήθος πηγών για τις οποίες γίνεται λόγος στο βιβλίο».
Και συνεχίζει η δρ Μιχαηλίδου: « Το βιβλίο αυτό αποτελείται από 13 εκτενή κεφάλαια, αρχής γενομένης από την Αρχαιότητα, 7000 π. Χ. Τα τρία πρώτα Κεφάλαια εξετάζουν την Ιστορία της Κύπρου από το 7.000 π. Χ. έως το 330 μ. Χ. Στη συνέχεια η συγγραφέας αναφέρεται στη Βυζαντινή εποχή (45 μ. Χ. -1453), στη Φραγκοκρατία (1192-1489) Στην Ενετοκρατία (1489—1571), στην Τέχνη σε όλη την πορεία της Ιστορίας, στις Οθωμανικές βλέψεις, στην Ορθόδοξη Εκκλησία επί Τουρκοκρατίας, στις μειονότητες στην Κύπρο, στη Νεώτερη Ιστορία της Κύπρου, στην Κύπρο ως ανεξάρτητο κράτος και στην Νεώτερη μουσική δημιουργία.
Στον πρόλογο η συγγραφέας ενημερώνει τον αναγνώστη ότι : «Το αναχείρας βιβλίο αποτελεί συνέχεια του συγγραφικού μου έργου «Ελλήνων Μούσα» -Ιστορικομουσικολογική Έρευνα, το οποίο εκδόθηκε το 2020 {…,} Η παρούσα έκδοση αποτελεί και ένα είδος συμπόρευσης και συμπλήρωσης του πρώτου». Και συνεχίζει η δρ. Μαρία Μιχαηλίδου:
1. Στο κάθε κεφάλαιο η συγγραφέας εκθέτει τις σκέψεις της για την κάθε ιστορική περίοδο περιληπτικά και επικεντρώνει την προσοχή της , πάλι με συντομία, στα σημαντικότερα σημεία της ιστορικής πορείας της Κύπρου.
2. Η επικέντρωση και ο σχολιασμός για τις Τέχνες γενικότερα, αποτελεί μια αξιόλογη και πλήρη ανασκόπηση της Ιστορίας και του Πολιτισμού της Κύπρου.
3. Θεωρώ ως προτέρημα του βιβλίου το γεγονός ότι ο αναγνώστης παίρνει όλη την απαραίτητη ιστορική πληροφόρηση περί Κύπρου καθώς και όλες τις πτυχές της, διαβάζοντας ένα μόνο βιβλίο.
4. Υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία, ευρείας θεματικής, καθώς και καταγραφή ηλεκτρονικής πρόσβασης σε πολλές και ιστοσελίδες.
Η συγγραφέας αποχαιρετά τον αναγνώστη λέγοντας επιλογικά τα εξής: « Το βιβλίο «Κύπρος –Ιστορικές –Αναδιφήσεις» ασχολείται ιδιαίτερα, όπως είναι φυσικό, με την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία της Κύπρου, όπως αυτή διαμορφώθηκε στην πορεία της, κάτω από τους διάφορους κατακτητές της, και κυρίως από τον 12ο αιώνα και μετά , ενώ δίνει μεγάλη έμφαση στο εθνικό μας θέμα και ιδιαίτερα του πραξικοπήματος και των δύο φάσεων της τουρκικής εισβολής του 1974, όπως τα βίωσε η γράφουσα στους ραδιοθαλάμους του ΡΙΚ. (σ.384).
«Η μακραίωνη ιστορία μας, τα ήθη και τα έθιμά μας, τα μοναδικά στο είδος τους αρχαιολογικά μας ευρήματα, η εικονογραφία μας, τα ψηφιδωτά μας, η λογοτεχνία μας, το ιδιαίτερο γλωσσικό μας ιδίωμα, μουσικότατο και γεμάτο από ομηρικά αλλά και νεώτερα στοιχεία, που έχουν παρεισφρήσει με τους διάφορους κατακτητές, η πλούσια λαογραφία μας, η Βυζαντινή Μουσική, το λαϊκό μας τραγούδι (δημώδες ή δημοτικό και αστικό λαϊκό τραγούδι –ρεμπέτικο) χάνονται στο υπόστρωμα της αρχαίας ελληνικής μουσικής και εκεί ανιχνεύονται.
Η Κύπρος μας μπορεί να είναι μικρή σε μέγεθος, ωστόσο παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης. Μαζί με την Κωνσταντινούπολη είναι της «Δύσης η Ανατολή και της Ανατολής η Δύση». Και αντί να διαδραματίζει τον ρόλο ενός πολιτιστικού φάρου, που να ξεκινά από την Ελλάδα και μέσω της ν’ αγκαλιάζει όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής, εδώ και μισό αιώνα, γίνεται η σκακιέρα παζαρέματος της ελευθερίας της και των αυτονόητων δικαιωμάτων του λαού της. Εκτός από την μονομερή ανακήρυξη χωριστού κρατιδίου, ο Τουρκοκύπριος Ηγέτης διεκδικεί και μερίδιο από το φυσικό μας αέριο!
Οι κατακτητές επιλέγουν μία «Σολομώντεια» λύση και τούτο γιατί δεν πονάνε με τον διαμελισμό της πατρίδας μας. Να έχουμε όμως, πάντοτε υπόψη ότι, η Κύπρος μας έχει πολιτισμό πάνω από 90 αιώνες. Μέχρι το 1192 ανήκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Να θυμίσουμε επίσης ότι, στην ιστορία το οθωμανικό κράτος εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 13ο αιώνα σε μια περιοχή της Βορειοδυτικής Μικρασίας σε εδάφη της Βιθυνίας, όπου κατέφυγε για να γλιτώσει από τις μογγολικές επιδρομές του Τζεγκίς Χαν (1206-1267). Εξάλλου, από το 1117-1307 οι Σελτζούκοι Τούρκοι δημιούργησαν το πρώτο τουρκικό σουλτανάτο της Μικρασίας. Εμφανίζονται και αναφέρονται στην ιστορία αρκετούς αιώνες μετά τον Χριστιανισμό. (Για περισσότερα ιδέ Λυγία Κωνσταντινίδου «Ελλήνων Μούσα»-ιστορικομουσικολογιή έρευνα- σε 225 κε.)
+++++
Η μεγάλη μου αγάπη για την πατρίδα μου «Χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγος», κατά τον ποιητή μας, είναι ο άξονας πάνω στον οποίο, έχω αφιερώσει την όλη σταδιοδρομία μου σε όλους τους τομείς. Από το 1956 που διορίστηκα στο τότε Αγγλοκρατούμενο ΡΙΚ. (CBS– όπως λεγόταν), μέχρι σήμερα, βιώνω λεπτό προς λεπτό την κάθε περιπέτεια του ιστορικού βίου του ταλαιπωρημένου, αλλά γενναίου και πανέμορφου αυτού χώρου.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.