Γράφει η Άρτεμις Λάμπρου*
Το 2ο Συνέδριο Γεωπολιτικής, Γεωστρατηγικής και Γεωοικονομίας, στο πλαίσιο του “Money Show”, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στο ξενοδοχείο Hyatt της Θεσσαλονίκης, την περίοδο 9-11 Φεβρουαρίου. Έλαβαν χώρα τόσο ανοιχτές όσο και κλειστές συζητήσεις για το κοινό.
Στην οργάνωση του συνεδρίου, εκτός από το Ινστιτούτο Αλέξανδρος Παπαναστασίου (ΙΝ.Α.Π.), συμμετείχαν ενεργά το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Ελληνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ), το Κέντρο Αριστείας Ακρόπολις (COE Acropolis), η Strategy International (SI), το Geneva Centre for Security Policy (GCSP), η Ελληνική Εταιρεία Γεωγραφικών Μελετών «Ο Στράβων», και το Ινστιτούτο Έρευνας και Μελέτης «Θουκυδίδης».
Είναι σαφές ότι κάθε συζήτηση διέφερε, αλλά ήταν το ίδιο σημαντική και ενδιαφέρουσα. Για έναν νέο, ο οποίος επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί στον χώρο, ήταν εύκολο μέσα από τον διάλογο να αποκομίσει πολλές γνώσεις.
Δεν είναι πάντα εφικτό να κατανοήσει κάποιος την έννοια της στρατηγικής γενικότερα. Η στρατηγική είναι ο τρόπος χρήσης των ήδη υπαρχόντων μέσων προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος στόχος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο βασικότερος στόχος είναι η μακροπρόθεσμη εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων. Η γεωπολιτική λειτουργεί ως εργαλείο της στρατηγικής και μελετά πως μια γεωγραφική θέση επιδρά στις διεθνείς σχέσεις. Αντίστοιχα, η γεωστρατηγική ανήκει στο πλαίσιο της προηγούμενης και σχετίζεται με το κράτος, την ισχύ του και πως επηρεάζεται αυτό από τα διεθνή δρώμενα. Ενώ η γεωοικονομία εστιάζει στην οικονομική ισχύ μιας γεωγραφικής περιοχής.
Τα συνολικά συμπεράσματα είναι αρκετά, αλλά εστιάζουμε σε κάποια για τα οποία μπορούν να αρχίσουν να διαμορφώνονται κάποιες πρωτοβουλίες. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, πραγματοποιήθηκε μια ανοιχτή συζήτηση σχετικά με τον γεωπολιτικό ρόλο της Θεσσαλονίκης. Η αλήθεια είναι ότι εδώ και χρόνια, υπάρχει ένας έντονος ανταγωνισμός μεταξύ της πρωτεύουσας και της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, η Θεσσαλονίκη κατέχει μια εξέχουσα θέση στον γεωγραφικό χάρτη και πρέπει να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητές της. Από τη στιγμή που τα ποσοστά των φοιτητών που σπουδάζουν εδώ, αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, υπάρχει η δυνατότητα καλύτερης ενημέρωσης από τα πανεπιστήμια και τους ακαδημαϊκούς σχετικά με το πως μπορούν να δραστηριοποιηθούν. Το περιβάλλον, επίσης, είναι ένα αναπόσπαστο μέρος και πρέπει να δοθεί η απαραίτητη βαρύτητα.
Μια άλλη παρουσίαση επικεντρώθηκε στην ελληνική λιμενική πολιτική και στην γεωπολιτική παράμετρο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι λιμένες είτε δεν αξιοποιούνται με ορθό τρόπο είτε τα έργα δεν έχουν ολοκληρωθεί. Τον τελευταίο καιρό, γίνεται λόγος για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και στο δίκτυο μεταφορών και κύκλο εισαγωγών-εξαγωγών με την Ουκρανία. Μπορεί, εν τέλει, να επιτευχθεί αυτή η πρωτοβουλία; Σίγουρα η ελληνική κυβέρνηση είναι αισιόδοξη. Όμως, πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι υπόλοιποι λιμένες που έχουν πολλές δυνατότητες μαζί με τις “ζώνες” που δημιουργούν, και να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα.
Ακόμα, το δημογραφικό και το μεταναστευτικό είναι φλέγοντα ζητήματα. Λόγω έλλειψης μέτρων και αποφάσεων σχετικά με την αντιμετώπιση τους, το ελληνικό κράτος χάνει την ισχύ του και δημιουργούνται κι άλλα προβλήματα. Απόρροια είναι ότι η Ελλάδα αποδυναμώνεται και δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στο διεθνές επίπεδο. Εάν δεν υπάρξει κάποια άμεση μεταρρύθμιση, πολύ πιθανόν σε πολλά έτη από τώρα να μην υπάρχει και ελληνικό κράτος.
Πολλοί προβληματισμοί εμφανίστηκαν και κατά τη διάρκεια μιας ανοιχτής συζήτησης σχετικά με το ελληνικό παράδοξο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Τελικά πρέπει να δημιουργηθεί αυτό το συμβούλιο και αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις; Πρέπει να απαρτίζεται από υψηλά στελέχη της πολιτικής σκηνής, από ακαδημαϊκούς και ειδικούς; Ο πρωθυπουργός θα έχει εκτελεστικά καθήκοντα ή πρέπει να λαμβάνονται οι αποφάσεις αποκλειστικά από το συμβούλιο; Είναι ερωτήματα που προκαλούν ένα τεράστιο δίλημμα. Όμως, η πρωτοβουλία είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί θα συζητούνται ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας και το συλλογικό συμφέρον θα είναι το παν.
Ακόμα και στις κλειστές συνεδρίες, οι απόψεις που ανταλλάχθηκαν προκάλεσαν σκέψεις για το μέλλον. Συζητήθηκαν επίκαιρα ζητήματα, όπως οι σχέσεις μεταξύ Αμερικής, Ρωσίας, Κίνας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και οι αραβοϊσραηλινές σχέσεις κλπ. Ενώ το συνέδριο ολοκληρώθηκε με την ανακοίνωση των διαπιστώσεων και των συμπερασμάτων κάθε παρουσίασης.
Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι αυτού του είδους τα συνέδρια μπορούν να συμβάλλουν μόνο θετικά στη σημερινή πολιτική. Οποιαδήποτε συζήτηση μπορεί να προβληματίσει και να θέσει ένα νέο πεδίο σκέψης. Χάρη στον διάλογο μπορούν να επιτευχθούν πολλά. Για την ακρίβεια, μπορούν να διαμορφωθούν νέες ιδέες γεωπολιτικής, γεωστρατηγικής και γεωοικονομίας, τις οποίες η τωρινή ή μια μελλοντική κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει.
*Η Άρτεμις Λάμπρου είναι Πτυχιούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας