του Μιχάλη Στρατάκη
Έκατσα παραπέζουλα και άπλωσα καταγής τις πέντε αισθήσεις μου.
Περίμενα να δω κοπέλια να γεμίζουν την αυλή, τον κύρη του σπιτιού να σάζει το κεφαλομάντιλό του και να δαχτυλιδώνει το μουστάκι του, την κυρά του να πορίζει και να ποτίζει τους καντιφέδες.
Ζωή περίμενα να τρατάρω την όρασή μου.
Περίμενα ν’ ακούσω ανθρώπινες φωνές, γαβγίσματα σκύλου, θορύβους από τα τσικαλοπιάσματα και το ”καλωσόρισες, κόπιασε να πιούμε μιά”.
Ζωή περίμενα να τρατάρω την ακοή μου.
Περίμενα να μυρίσω ξανά τηγανητές πατάτες και γιαχνερά, να μυρίσω τον μαρουβά στην κανάτα, τον αθότυρο και τους μπουμπουριστούς χοχλιούς, τη μυρωδιά του αθρώπου.
Ζωή περίμενα να τρατάρω την όσφρησή μου.
Περίμενα να γευτώ πρωτόρακη και στραγάλια, να γευτώ μοσχάτο σταφύλι, να γευτώ κριθαροκουλούρα βουτηγμένη στο λιόλαδο, να γευτώ τσιγάρο σέρτικο στριφτό, σ’ εκείνα τα ροζ τσιγαρόχαρτα, κερασμένο από τον αφέντη του σπιτιού.
Ζωή περίμενα να τρατάρω τη γεύση μου.
Περίμενα να νοιώσω τη χέρα μου τους καρδιακούς χαιρετισμούς των αθρόπων, να ζουλήξω τα σύκα για να διαλέξω το πιο ώριμο, να περάσω την απαλάμη μου πάνω στις κορφές του βασιλικού, να χαϊδέψω την κεφαλή του μικρού κοπελιού που θα ‘ρχότανε σιμά μου.
Ζωή περίμενα να τρατάρω την αφή μου.
Τίποτα από όσα περίμενα δε συνέβη.
Ξανασάκιασα εντός μου τις πέντε αισθήσεις μου και έφυγα.
Ζωή περίμενα, θάνατο απάντηξα.
Το κατάλαβα σαν άκουσα τις πέντε αισθήσεις μου ΄ν’ αρχίζουν το μοιρολόι.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.