Άποψη του π. Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού και τέως Πρέσβη της Κύπρου Δρ Κυριάκου Α. Κενεβέζου
50 χρόνια από τη τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
20 χρόνια από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δύο ακραία οξύμωρες αναφορές.
Η επιτομή της αντίθεσης.
Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό διπλωματικό σημείο του Ελληνισμού, σε επίπεδο Ελλαδικής και Κυπριακής ηγεσίας. Η εισβολή και κατοχή της Κύπρου αποτελεί την πιο τραγική στιγμή της σύγχρονης ιστορίας του Ελληνισμού. Η κατοχή, η εισβολή και οι συνέπειές της παραμένουν ακόμη ζωντανές και οι πληγές ακόμη ανοικτές. Το Κυπριακό είναι ζήτημα εισβολής και κατοχής. Για να αποκατασταθεί το δίκαιο και η σειρά των πραγμάτων στο νησί πρέπει να έχουμε απελευθέρωση και μετά επανένωση.
Είναι τόσο παράξενες οι εποχές και οι καιροί, ώστε να μη μπορεί κανείς να ξεστομίσει τον όρο απελευθέρωση. Εάν κάποιος το πράξει, αντιλαμβάνεσαι τους γύρω συχνά να κοιτάζονται παράξενα, και ανάλογα με το ακροατήριο είτε να χαμογελούν με ικανοποίηση, είτε βέβαια άλλοι να απορούν ή και να μειδιούν, αφού κάποιος τους χάλασε το λεγόμενο «καλό κλίμα».
Πέρασαν 50 χρόνια και δυστυχώς δεν είχαμε, ούτε έχουμε ενώπιον μας κάτι το οποίο να δίνει τη δυνατότητα ή το κίνητρο να είμαστε έστω κάπως αισιόδοξοι.
Δεν υιοθετώ σε καμία περίπτωση τη θεωρία ότι κάθε επόμενη ευκαιρία είναι χειρότερη από τη προηγούμενη, ούτε τη θεωρία ότι υπάρχουνε τελευταίες ευκαιρίες. Αυτά είναι τα αφηγήματα προσώπων που ανήκουν σε δύο κυρίως συγκεκριμένες κατηγορίες:
Των τρίτων, που πολύ εύλογα για εκείνους, θέλουν να τελειώνουν, δηλαδή να διεκπεραιώνουν με το Κυπριακό και όλων εντός των τειχών όσοι θεωρούν ότι ακόμη και μια κακή λύση είναι καλύτερη από τη μη λύση, παραβλέποντας ότι κακή λύση συνεπάγεται το τέλος του κυπριακού ελληνισμού και την έκθεση στον απόλυτο κίνδυνο του Ελληνισμού συνολικά.
Για τους πρώτους δεν υπάρχει λόγος να επεκταθώ, αφού ως τρίτοι έχουν μια δικαιολογία για τις απόψεις τους πάρα το ότι δεν είναι δυνατόν με τη στάση τους να επενδύουν κατ’ ουσίαν σε έναν άναρχο κόσμο του οποίου μοναδικό εργαλείο είναι το συμφέρον και η ισχύς το απόλυτο κριτήριο των διεθνών σχέσεων.
Δεν είναι δυνατόν να αποδεχθώ έναν τέτοιο κόσμο, ούτε και θα ήθελα να αποτελέσω μέρος μιας τέτοιας παραδομένης τάξης πραγμάτων.
Όσο δε αφορά τους δεύτερους η ιστορία αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι ο τρόπος και η φιλοσοφία που υιοθετούν δεν διαθέτει θεμέλια αξιοπιστίας στον χρόνο είτε αυτό αφορά τη στάση της Τουρκίας, είτε αυτό αφορά τις τελευταίες ευκαιρίες, είτε αυτό αφορά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε τις γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές συνθήκες στη περιοχή μας.
Εκ φύσεως, δεν είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, αλλά ούτε και απαισιόδοξος.
Κι όταν αφορά συλλογικά ζητήματα οι ευθύνες μας είναι εντελώς διαφορετικές και άλλης τάξης. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλούμαστε να αναπτύσσουμε κάθε εργαλείο και στοιχείο ευθύνης και υπευθυνότητας και να μπορούμε να δούμε τον κόσμο, είτε από τη μία πλευρά της ιστορίας, είτε από την άλλη. Και τότε θα είναι πιο αξιόπιστη η πιθανότητα να καταλήξουμε σε σωστή ή τουλάχιστον όχι καταστροφική απόφαση.
Που βρίσκεται λοιπόν σήμερα το Κυπριακό; και που βρίσκεται σε σχέση με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
Έγιναν όλα όσα αναμέναμε. Πράξαμε εμείς όσα έπρεπε; Αξιοποιήσαμε τις εξελίξεις και τις τυχόν ευκαιρίες; Τι απ’ όλα έφταιξε και φταίει;
Ας πιάσουμε τα βασικά αξιώματα από την αρχή.
Η ένταξη αποτελεί τη μεγαλύτερη μεγάλη στιγμή για τη Κ.Δ . Ενέταξε την Κύπρο σε ένα ευρύ φάσμα και πλαίσιο χωρών και γεωστρατηγικού σχηματισμού και σχεδιασμού, ο οποίος εδράζεται στις αρχές που διέπουν τη λειτουργία των κρατών, των θεσμών, των κοινωνιών και του κόσμου εν τέλει. Ελευθερία, δημοκρατία, ισότητα, κράτος δικαίου, ειρήνη, σταθερότητα, ασφάλεια, αλληλεγγύη. Αυτά ήταν τα θεμέλια ίδρυσης της ευρωπαϊκής ένωσης. Αυτές είναι οι αρχές στις οποίες πιστέψαμε και ως γέφυρα ελπίδας πασχίσαμε να γίνουμε μέλος αυτής της «οικογένειας».
Με τις θυσίες και τους κόπους του λαού τα καταφέραμε. Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την επιτομή του παραδείγματος ότι όταν με μέθοδο, πίστη, σταθερότητα και στρατηγική στοχεύσεις κάτι οι περισσότερες πιθανότητες είναι να τα καταφέρεις. Κάνεις δεν πίστευε ότι η ένταξη ήταν εφικτή με την Κύπρο υπό κατοχή. Συνέβη όμως!!!
Με τον ίδιο τρόπο πολλοί δεν πιστεύουν ότι είναι εφικτή μια δίκαιη και αξιοπρεπής λύση και υπό τον φόβο των συνεπειών του χρόνου που παρέρχεται είναι έτοιμοι να κάνουν κι άλλες, κι άλλες, και ακόμα περισσότερες υποχωρήσεις. Δεν διαπραγματευόμαστε «το τσιφλίκι μας» ούτε τα επόμενα βήματα ή τα επόμενα χρόνια. Οτιδήποτε προκύψει θα αφορά το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού στο διηνεκές, και του απανταχού Ελληνισμού.
Κακή λύση στη Κύπρο δεν αφορά τους Κυπρίους μόνο, αλλά όλο τον Ελληνισμό. Αν η Κύπρος πέσει, αν η Κύπρος εισέλθει σε μια δίνη που θα φέρει μια λύση χωρίς καθαρότητα και σαφήνεια στους όρους, και χωρίς την εφαρμογή του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου και προφανώς χωρίς την απουσία Εγγυήσεων και εγγυητών, χωρίς στρατούς κατοχής, χωρίς δοκιμαστικές περιόδους, χωρίς μονομερή δικαιώματα, τότε πιστέψτε με, οι αλυσιδωτές συνέπειες για τον Ελληνισμό θα είναι καταστροφικές.
Δεν είναι δυνατόν να «ρετουσάρουμε» τις έννοιες. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε μπει σε ένα αφήγημα ότι όλοι όσοι αξιώνουμε τα αυτονόητα είμαστε οι ακραίοι στο κυπριακό. Δεν περιποιεί τιμή που το λέω αλλά αυτό ακριβώς συμβαίνει.
Γιατί όμως; Γιατί υπάρχει σταθερά μια κοινωνική ομάδα που βλέπει και αντιλαμβάνεται τις εθνικές εκκρεμότητες ως εθνικούς μπελάδες και ως πεδίο δόξης λαμπρό για να δίνουμε διαπιστευτήρια καλής διαγωγής στους τρίτους.
Επιθυμούμε λύση! Έχουμε ανάγκη τη λύση! Ο χρόνος είναι γεμάτος κακές συνέπειες και δυσκολεύει τις προϋποθέσεις της λύσης! Όμως την ίδια ώρα λέω πως: Δεν θα υπογράψουμε κακή, ανασφαλή και επικίνδυνη λύση με τον φόβο των συνεπειών του χρόνου. Λύση που δεν θα είναι ασφαλής και σταθερή θα αποτελέσει τη ταφόπλακα του κυπριακού, αλλά και την έκθεση του Ελληνισμού σε μεγάλες και χωρίς πρόβλεψη της έκτασης κινδύνους. Γίναμε μέλος της Ε.Ε γιατί είναι ο φυσικός μας χώρος. Γίναμε μέρος της Ε.Ε γιατί οι αρχές που διέπουν την ίδρυση και τα θεμέλια της αποτελούν προέκταση και συνέχεια των αρχών τις οποίες, όχι από ανάγκη, αλλά ως θέση αρχής υπηρετούμε ως Ελληνισμός.
Δεν είναι λοιπόν δυνατόν με δικές μας ενέργειες και πράξεις να ακυρώσουμε τον λόγο παρουσίας μας στην Ε.Ε. Αν παραλείψαμε κάτι όλα αυτά τα χρόνια; Πολλά ασφαλώς. Όσα όμως και αν παραλείψαμε, όσα κι αν κάναμε λάθος, όσα και να μπορούσαν να γίνουν αλλιώς δεν θα παύσω να λέω στιγμή ότι η ένταξη μας στην Ε.Ε είναι θετική και αποτιμάται για εμάς ως η προέκταση της σοβαρής πιθανότητας διεκδίκησης μιας λύσης με σαφές και ξεκάθαρο ευρωπαϊκό ορίζοντα. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν εμείς οι ίδιοι, και πριν καν να μας ζητηθεί να λέμε ή να υπονοούμε ότι θα δεχτούμε λύση με πρόνοιες εκτός ευρωπαϊκού κεκτημένου και ότι τυχόν παρεκκλίσεις θα αποτελέσουν μέρος της νέας τάξης πράγματων.
Η Κύπρος ως κράτος μέλος της Ε.Ε είναι υποχρεωμένη να υπηρετήσει και να προτάξει τις αρχές της. Οι εταίροι μας πρέπει να ακούσουν χωρίς αμφισημίες ότι οι αρχές δεν υφίστανται a la carte, αλλά οριζόντια. Και αυτό όχι με όρους ευπρέπειας και τηρώντας τους τύπους εις βάρος του δικαίου. Παράλληλα και πιο ουσιαστικά αποσαφήνιση χωρίς υπεκφυγές των ορίων της αποδοχής προνοιών σε όποια λύση ώστε να μη βρεθούμε προ τετελεσμένων αλλά και εκπλήξεων. Είναι καλή η άσκηση εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας αλλά η αβρότητα δεν μπορεί να δρα εις βάρος της επιβίωσης ενός ολόκληρου λαού και έθνους εξελικτικά. Φέρουμε τη διαμόρφωση μιας νέας προσπάθειας για πρωτοβουλία στο Κυπριακό.
Καλό αυτό αλλά ποιος είναι ο στόχος; Και αν εντοπίσουμε τον στόχο επί της ουσίας τότε ενδεχομένως να έχουμε καλά αποτελέσματα ή τουλάχιστον όχι κακά. Αν λοιπόν με ρωτούσε κάνεις τι θα έλεγα στην πρώτη συνάντηση με την απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα θα ήταν τι δεν μπορεί να βρίσκεται στο τραπέζι αλλά και τι δεν μπορεί να περιλαμβάνει μια συμφωνία για το Κυπριακό. Διεθνείς πτυχή και εσωτερική πτυχή! Άλλη μια πονεμένη ιστορία. Και θα πρέπει να μη χάσουμε την ουσία στα θέματα εσωτερικής πτυχής για τα προφανή. Η διεθνής πτυχή είναι αυτονόητη ως προέκταση του ότι η Κ.Δ είναι κράτος μέλος της Ε.Ε. Στη νέα πρωτοβουλία που εξελίσσεται δεν πρέπει να επικεντρωνόμαστε μόνο σε αυτήν, αφού έτσι γεννιέται ο κίνδυνος, σε τυχόν κρίσιμη στιγμή, να μας ασκηθεί πίεση για το σύνολο των εσωτερικών πτυχών.
Θα σημειώσω και θα υπογραμμίσω την ουσιώδη διαφορά μεταξύ λύσης και συμφωνίας στο κυπριακό. Συμφωνία δύναται να είναι μια πρόσκαιρη εξέλιξη που αφορά τους τρίτους κατά βάση και σε δεύτερη φάση τους άμεσα ενδιαφερόμενους, ενώ η λύση είναι η γέφυρα για την απελευθέρωση και επανένωση.