Ο Δρ. Εμμανουήλ Καραπικάκης, Κοσμήτορας της Σχολής Μηχανικών του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου και Διευθυντής του Ινστιτούτου Ενέργειας Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, εξηγεί στο SPEAKNEWS το ρόλο του Ινστιτούτου στην προώθηση της ενεργειακής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα και τους τρόπους με τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε σημαντικό ενεργειακό παίκτη στην περιοχή της.
Κύριε Καραπιδάκη, πείτε μας ποιο είναι το έργο που επιτελεί το Ινστιτούτο Ενέργειας Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής.
Το Ινστιτούτο Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής («IEECC») είναι ένας δημόσιος ερευνητικός φορέας, ο οποίος εδρεύει στην κύρια πανεπιστημιούπολη του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, στο Ηράκλειο. Ιδρύθηκε το 2019 και στοχεύει στην προώθηση της ενεργειακής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα, μέσω δράσεων έρευνας και ανάπτυξης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Το IEECC είναι μια ακμάζουσα ερευνητική κοινότητα που απαρτίζεται από 21 ερευνητές (καθηγητές και μεταδιδακτορικούς) και 8 μέλη διοικητικού/τεχνικού προσωπικού. Χρησιμοποιώντας την υψηλού επιπέδου ερευνητική του υποδομή έχει υλοποιήσει και υλοποιεί συνολικά 23 ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα, πλέον των πέντε (5) εκατομμυρίων ευρώ ως χρηματοδότηση, από το 2019.
Παράλληλα, το IEECC συμβάλλει στον ρόλο της Κρήτης ως ερευνητικού πόλου και οι δραστηριότητές της συνάδουν με τον στόχο που έχει θέσει η Περιφέρεια Κρήτης για την ανάδειξη του νησιού ως περιοχής αριστείας στην Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου.
Τέλος, το IEECC έχει εκτενή εμπειρία συνεργασίας με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς στον τομέα της συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας, των τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, των μικροδικτύων και των ενεργειακών αγορών.
Ποιος είναι ο ρόλος που ιδανικά μπορεί να διαδραματίσει η Ελλάδα στον τομέα της ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή;
Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον τομέα της ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Βαλκανικής, τόσο λόγω της γεωγραφικής θέσης, όσο και των άφθονων ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων που διαθέτει.
Η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο μεταξύ της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, με αποτέλεσμα να την καθιστά εν δυνάμει σημαντικό κόμβο για τις ενεργειακές διασυνδέσεις (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο και LNG).
Παράλληλα, η Ελλάδα διαθέτει φυσικούς πόρους ενέργειας, όπως ηλιακή, αιολική και υδροηλεκτρική ενέργεια, καθώς και πιθανά εκμεταλλεύσιμα αποθέματα φυσικού αερίου. Η αξιοποίηση αυτών των πόρων μπορεί να συμβάλει στη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας στην περιοχή και στην αναγκαία ενεργειακή ανθεκτικότητα της περιοχής.
Συνολικά λοιπόν, η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε σημαντικό ενεργειακό παίκτη στην περιοχή, συμβάλλοντας στην ενεργειακή ασφάλεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Πόσο εκτεταμένη μπορεί να είναι η χρήση των ΑΠΕ στην Ελλάδα σήμερα; Είναι εφικτή η απαγκίστρωση από τα ορυκτά καύσιμα;
Η χρήση των ΑΠΕ στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αλλά υπάρχει ακόμα μεγάλο δυναμικό για περαιτέρω ανάπτυξη. Παρόλα αυτά, η απαγκίστρωση από τα ορυκτά καύσιμα είναι ένα πολύπλοκο και μακροπρόθεσμο εγχείρημα, το οποίο για να επιτευχθεί, απαιτούνται εκτεταμένες επενδύσεις σε υποδομές παραγωγής από ΑΠΕ, εκτεταμένες αναβαθμίσεις στα δίκτυα μεταφοράς, αλλά και σημαντικότατες επενδύσεις στον τομέα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, απαιτείται η ανάπτυξη νομοθεσίας και πολιτικών που θα βελτιστοποιούν τη χρήση των φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών και θα διευκολύνουν τη μετάβαση προς το πανευρωπαϊκό ορόσημο του 2050.
Εν κατακλείδι, αν και η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα προς την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, υπάρχει ακόμα αρκετός δρόμος να διανυθεί. Η συνεχής και μαζική επένδυση στις ΑΠΕ και η υιοθέτηση βιώσιμων ενεργειακών πολιτικών είναι κρίσιμες για τη μείωση της εξάρτησης και τη μετάβαση σε ένα ανθεκτικό και βιώσιμο ενεργειακό μοντέλο.
Τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία αναδείχτηκαν δύο προκλήσεις για την Ελλάδα, η ανάδειξη της ως κόμβος μεταφοράς ενέργειας, αλλά και οι δυνατότητές της στην αποθήκευση ενέργειας. Μπορεί η Ελλάδα να ανταποκριθεί σε αυτά τα δύο πεδία; Είναι ευνοϊκό το περιβάλλον;
Η Ελλάδα έχει την μοναδική ευκαιρία να ανταποκριθεί στις συγκεκριμένες προκλήσεις, καθώς διαθέτει, τεχνικά τουλάχιστον τις απαραίτητες προϋποθέσεις (γεωγραφική θέση και εξαιρετικό δυναμικό ΑΠΕ), αλλά απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες, κυρίως πολιτικές, για την αξιοποίησή τους. Στο σημερινό περιβάλλον, η Ελλάδας επιβάλλεται να λειτουργήσει ως κόμβος μεταφοράς ενέργειας, καθώς η γεωγραφική της θέση την καθιστά στρατηγικής σημασίας μεταξύ των χωρών της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. Η υλοποίηση έργων όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου και η διασύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας σε αυτό τον τομέα.
Όσον αφορά τις δυνατότητες της Ελλάδας στην αποθήκευση ενέργειας, έχουν ήδη γίνει τα πρώτα βήματα, μέσω των αντίστοιχων διαγωνισμών για συστήματα μπαταριών συνολικής ισχύος 1000MW και χρονοδιάγραμμα υλοποίησης το τέλος του 2025. Αυτό όμως που πρέπει να γίνει σαφές είναι ότι, η αποθήκευση ενέργειας (μπαταρίες, αντλησιοταμιευτικά, υδρογόνο, κ.λπ.) είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επιτυχή ενεργειακή μετάβαση της χώρας μας.
Ωστόσο, η ανάπτυξη σε αυτά τα πεδία απαιτεί σταθερή νομοθετική βάση, καθώς και στρατηγικές συμφωνίες και συνεργασίες με άλλες χώρες και φορείς για την αποτελεσματική υλοποίηση των αντίστοιχων έργων.
Τα δίκτυα μεταφορά ενέργειας στην Ελλάδα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις νέες απαιτήσεις;
Όπως αναφέρθηκε και προηγούμενα, τα δίκτυα μεταφορά ενέργειας χρήζουν εκτεταμένων παρεμβάσεων, τόσο αναβάθμισης, όσο και ουσιαστικής επέκτασης, προκείμενου να είναι σε θέση να φιλοξενήσουν και να ενσωματώσουν τον τεράστιο όγκο των νέων έργων ΑΠΕ και των αναγκαίων συστημάτων αποθήκευσης.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μία Ελλάδα ενεργειακά αυτάρκη στο μέλλον, και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Η ενεργειακή αυτάρκεια είναι ένας δύσκολος και φιλόδοξος στόχος, σχεδόν για όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Ειδικότερα τώρα, για να επιτευχθεί η ενεργειακή αυτάρκεια, απαιτείται:
-
Η πλήρης ανάπτυξη των ΑΠΕ.
-
Η πλήρης ανάπτυξη των ενεργειακών υποδομών, όπως τα δίκτυα.
-
Η πλήρης ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης
-
Η συνολική βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
-
Η ολοκλήρωση σταθερών στρατηγικών διακρατικών συμφωνιών
-
Η ενίσχυση της εγχώριας έρευνας και καινοτομίας προς διατήρηση και ενίσχυση όλων των ανωτέρω.
Συμπερασματικά, η ενεργειακή αυτάρκεια είναι εφικτή, αλλά απαιτεί συντονισμένες και σταθερές πολιτικές προσπάθειες και μακροπρόθεσμη ενεργειακή στρατηγική.
Υπάρχει οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος που θα κληθεί να “πληρώσει” ο Έλληνας πολίτης, στη διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης;
Ναι, σαφώς υπάρχουν οικονομικά και περιβαλλοντικά κόστη που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης. Αρχικά, η εκτεταμένη εγκατάσταση νέων ενεργειακών υποδομών απαιτεί σημαντικές περιβαλλοντικές παρεμβάσεις με σημαντικές επιπτώσεις. Επιπλέον, η μετάβαση σε νέες ενεργειακές πηγές θα απαιτήσει σημαντικά κεφάλαια, μέρος των οποίων θα καλυφθούν από κρατικές ενισχύσεις, ήτοι χρήματα από φόρους και άλλες επιπρόσθετα τέλη. Τέλος, η ενεργειακή μετάβαση θα οδηγήσει σε αυξημένες κεφαλαιουχικές δαπάνες, προκειμένου να προσαρμοστούν οι επιχειρήσεις στους νέους κανονισμούς, αλλά και σε αρχικά αυξημένα κόστη ενέργειας που επηρεάζουν όλους τους καταναλωτές (επιχειρήσεις και ιδιώτες).
Κατά συνέπεια, η ενεργειακή μετάβαση είναι μια στρατηγική επένδυση που θα αποφέρει κυρίως μακροπρόθεσμα οφέλη, τόσο σε οικονομικό, περιβαλλοντικό, όσο και σε γεωστρατηγικό επίπεδο.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.