Διαφέρουν ουσιωδώς οι περιπτώσεις Κοσσόβου και ψευδοκράτους, δηλώνει στο ΚΥΠΕ ο Κώστας Παρασκευά, Πρόεδρος του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου και Αναπληρωτής Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εξηγεί γιατί, μετά την έγκριση από την ΚΣΣΕ της γνωμοδοτικής έκθεσης για την ένταξη του Κοσσυφοπεδίου στο ΣτΕ, η περίπτωση αυτή δεν μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο και δεν πρέπει να διασυνδέεται με την περίπτωση του ψευδοκράτους, που παραμένει ένα μόρφωμα το οποίο, πλην της Τουρκίας, δεν αναγνωρίζεται διεθνώς.
Τα νομικά δεδομένα
Ο κ. Παρασκευά υπογραμμίζει ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι ένας οργανισμός ταυτισμένος με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, είναι ζωτικής σημασίας για την ιστορία του κυπριακού προβλήματος, αφού υπήρξε ένα από τα πεδία διεθνοποίησής του από την επαύριο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.
«Είναι σαφής και δεδηλωμένη η θέση της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (απαρτίζεται από αντιπροσώπους των 46 κρατών μελών) η οποία και θεωρεί την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως τη μόνη νόμιμη Κυβέρνηση της Κύπρου και ζητά τον σεβασμό της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας», λέει.
Πέραν όμως από το σημαντικό αυτό πολιτικό κεκτημένο, συνεχίζει, που είναι πλήρως συμβατό με τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, υπάρχει σήμερα ένα ισχυρό νομικό κεκτημένο στο Συμβούλιο της Ευρώπης που είναι η καλά εδραιωμένη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. «Σύμφωνα με την εν λόγω νομολογία, η οποία βρίσκεται σε απόλυτη σύμπνοια με τη διεθνή πρακτική και τον καταδικαστικό τόνο των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η διεθνής κοινότητα δεν αναγνωρίζει το ψευδοκράτος της τδβκ ως κράτος βάσει του διεθνούς δικαίου. Ξεκάθαρη είναι η θέση του ΕΔΑΔ ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει η μόνη νόμιμη Κυβέρνηση της Κύπρου».
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής σημειώνει ότι απέναντι σε ένα τέτοιο στέρεο πολιτικό και νομικό κεκτημένο του ΣτΕ εναντίον της αναγνώρισης του μορφώματος των κατεχομένων μπορεί κανείς να αντιληφθεί την πολύ διαφορετική περίπτωση του Κοσόβου για το οποίο το Διεθνές Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας δεν έχει παραβιάσει το διεθνές δίκαιο. «Ακόμη, 34 από τα 46 κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν ήδη αναγνωρίσει το Κόσοβο σαν ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, ενώ 12 κράτη μέλη δεν το έχουν πράξει», λέει.
Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Κόσοβο
Κληθείς να αναφερθεί στην απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου του 2010 για το Κόσσοβο, ο Κώστας Παρασκευά αναφέρει ότι σύμφωνα με αυτή, η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου δεν ήταν αντίθετη προς το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Στην εν λόγω υπόθεση, εξηγεί, το Διεθνές Δικαστήριο είχε προβεί σε σαφή διάκριση ανάμεσα στην περίπτωση του Κοσόβου και σε άλλα μορφώματα που είχαν προβεί σε ανακήρυξη ανεξαρτησίας, μεταξύ των οποίων και το ψευδοκράτος.
«Σημείωσε ότι η παρανομία που συνδέεται µε τις δηλώσεις ανεξαρτησίας δεν απορρέει από τον μονομερή χαρακτήρα των δηλώσεων αυτών καθαυτών, αλλά από το γεγονός ότι συνδέονταν ή θα συνδέονταν µε την παράνομη χρήση βίας ή άλλες κατάφωρες παραβιάσεις των κανόνων του γενικού διεθνούς δικαίου, ιδίως εκείνων που έχουν επιτακτικό χαρακτήρα (jus cogens). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι στο πλαίσιο του Κοσόβου το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν έλαβε ποτέ αυτή τη θέση», συνεχίζει.
Ο κ. Παρασκευά διευκρινίζει ότι, όπως διευκρινίζεται και στην εισηγητική έκθεση της κ. Μπακογιάννη για το Κόσσοβο, η αναγνώριση αποτελεί προνόμιο των κρατών. Συνεπώς, αναφέρει, η τελική εκτίμηση του κατά πόσον το Κόσοβο είναι «ευρωπαϊκό κράτος» για τους σκοπούς του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης «θα εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος κατά την ψηφοφορία σχετικά με την αίτηση προσχώρησης του Κοσσόβου. Οι εσωτερικοί κανόνες του Συμβουλίου της Ευρώπης δέχονται ότι η απόφαση αυτή δεν απαιτεί ομοφωνία, αλλά μπορεί να ληφθεί από τα δύο τρίτα των μελών του».
Τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Κόσσοβο
Ερωτηθείς τι θα σήμαινε η αποδοχή του Κοσσόβου στο ΣτΕ για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Κόσοβο, ο Αναπληρωτής Καθηγητής εξήγησε ότι δίδει τη δυνατότητα σε όλα τα πρόσωπα, τα οποία υπάγονται στη δικαιοδοσία του Κοσόβου, ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή την κοινότητά τους, στο ΕΔΑΔ. Σημειώνει δε ως ειδοποιό διαφορά το γεγονός ότι το ΕΔΑΔ αναγνωρίζει το μόρφωμα στα κατεχόμενα ως «απλώς μια υποτελή τοπική διοίκηση της Τουρκίας, η οποία και δεν αναγνωρίζεται στο διεθνές δίκαιο. Συνεπώς, για τις όποιες τυχόν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων λαμβάνουν χώρα στα κατεχόμενα υπεύθυνη είναι η Τουρκία και όχι το ψευδοκράτος, το οποίο και δεν έχει υπόσταση».
Εξηγεί επίσης ότι στην περίπτωση του Κοσόβου υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα κενό αναφορικά με τη διεθνή προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και τούτο διότι παρά το γεγονός ότι είναι ευρωπαϊκό έδαφος, τα άτομα τα οποία υπάγονται στη δικαιοδοσία του δεν μπορούν να επωφεληθούν της προστασίας, που προσφέρει ο μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο στην περίπτωση που το Κόσοβο καταστεί μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης. Δεν θα πρέπει, επίσης, να λησμονείται η σημασία της ισχύος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην προσπάθεια για σταθεροποίηση της τόσο ευαίσθητης γεωγραφικής περιοχής του Κοσόβου».
«Δεν αποτελεί προηγούμενο»
Σημειώνοντας ότι οι προσπάθειες της τ/κ πλευράς για αναβάθμιση του ψευδοκράτους είναι αδιάκοπες, έχοντας υπέρ της και τον παράγοντα της παρόδου του χρόνου, στην απουσία επίλυσης του Κυπριακού, ο Κώστας Παρασκευά επισημαίνει ότι «η πολιτική αναβάθμιση του καθεστώτος του Κοσόβου δεν μπορεί να έχει συνέπειες δίχως άλλο και για την περίπτωση του ψευδοκράτους που αποτελεί μια εντελώς διακριτή περίπτωση και αυτό αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα, τον ΟΗΕ και το ίδιο το ΣτΕ».
Τονίζει δε ότι ακόμη και στην υπόθεση Δημόπουλος ν. Τουρκίας, το ΕΔΑΔ απέρριψε ξανά το τουρκικό επιχείρημα περί κρατικής υπόστασης της «τδβκ» και ξεκαθάρισε για άλλη μια φορά ότι μόνον η κυπριακή Κυβέρνηση αναγνωρίζεται διεθνώς ως η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στο πλαίσιο των διπλωματικών και συμβατικών σχέσεων και της λειτουργίας των διεθνών οργανισμών.
Εφόσον, λοιπόν, καταλήγει, «οι δύο αυτές περιπτώσεις διαφέρουν ουσιωδώς δεν πιστεύω ότι η περίπτωση του Κοσόβου μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο και δεν πρέπει να διασυνδέεται με την περίπτωση του ψευδοκράτους που παραμένει ένα μόρφωμα το οποίο, πλην της Τουρκίας, δεν αναγνωρίζεται διεθνώς».
Πηγή: ΚΥΠΕ
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.