Στον αέρα βρίσκεται η πρωτοβουλία του ΓΓ των Ην. Εθνών για το Κυπριακό, αλλά από τη μια η Λευκωσία επιμένει, και από την άλλη ο Πρόεδρος αναφέρεται, όποτε βρει ευκαιρία, είτε σε απελευθέρωση είτε σε τολμηρές αποφάσεις. Και, στο πλαίσιο αυτής της επιμονής, άναψε από τον Ιούλιο το πράσινο φως στον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, να μεταβεί στις Βρυξέλλες, στην άτυπη Σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, που θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 28 και 29 Αυγούστου. Ούτως ή άλλως, διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι η πλάτη του Αντόνιο Γκουτέρες δεν αντέχει άλλη αποτυχία στο Κυπριακό. Ούτε και της Κύπρου, βεβαίως. Ειδικώς ο ρόλος του Διεθνούς Οργανισμού του ΟΗΕ και δη ως θεσμός ο Γενικός του Γραμματέας έχουν πληγεί βαθιά, καθώς και η αξιοπιστία τους, διότι είναι εκτός της διαμεσολάβησης για την ειρήνη και τη σταθερότητα, τόσο στον πόλεμο της Ουκρανίας όσο και σε εκείνον στη Μέση Ανατολή. Μια νέα αποτυχία στο Κυπριακό, ένα χρονίζον πρόβλημα δεν θα ήταν και ό,τι καλύτερο για τον Αντόνιο Γκουτέρες ως ΓΓ του ΟΗΕ. Όπως διπλωματικές πηγές αναφέρουν, και ο ίδιος να θέλει, πώς θα δράσει χωρίς να θέλουν όλοι οι εμπλεκόμενο, λόγω των διαφορετικών τους προσεγγίσεων.
Υπό διαμαρτυρία και η βολιδοσκόπηση
Κανονικά, η άτυπη Σύνοδος αυτή θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί στην Ουκρανία, διότι αυτή είναι η προεδρεύουσα χώρα, αλλά, για λόγους διαμαρτυρίας, οι υπόλοιπο εταίροι, προεξάρχοντος του Επικεφαλής της Κοινής Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής, Ζοζέπ Μπορέλ, αποφάσισαν να συνεδριάσουν στις Βρυξέλλες. Γιατί υπάρχει διαμαρτυρία; Διότι ο Ούγγρος Πρόεδρος, Βίκτωρ Όρμπαν, μετέβη στη Ρωσία και στην Κίνα χωρίς να έχει την έγκριση των άλλων 26 κρατών μελών. Πήγε, όμως, και κάπου αλλού. Στη Σύνοδο των τουρκογενών κρατών, όπου το ψευδοκράτος συμμετέχει ως παρατηρητής, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση της Λευκωσίας. Ενώ, λοιπόν, η ΕΕ και η Κύπρος διαμαρτύρονται, γιατί ο Όρμπαν συνομιλεί με μια χώρα εισβολέα, δηλαδή με τη Ρωσία, οι εταίροι μας, με τη δική μας έγκριση, καλούν τον εισβολέα μας στις Βρυξέλλες σε άτυπη Σύνοδο. Και πότε συμβαίνει αυτό; Όταν απορρίπτει την Τριμερή και παραμένει ταμπουρωμένος στις θέσεις του ότι, για να επαναρχίσουν οι συνομιλίες, θα πρέπει να γίνει αποδεκτή η ισότιμη κυριαρχία στη λογική των δύο κρατών.
Βεβαίως, από κυβερνητικής πλευράς, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι πρόκειται για δείγμα καλής θέλησης. Ως εκ τούτου, θα ήταν άλλη μια ευκαιρία βολιδοσκοπήσεων. Όμως, σε κάθε επίπεδο βολιδοσκοπήσεων η τουρκική πλευρά λέει όχι στην οποιαδήποτε μορφή διαλόγου, εάν δεν γίνει δεκτή η αντίληψη της ισότιμης κυριαρχίας και των δύο κρατών. Τώρα γιατί να πουν ναι; Μόνο εάν δοθεί κάτι παραπάνω στο παρασκήνιο.
Το παιχνίδι επίρριψης ευθυνών
Ο Αντόνιο Γκουτέρες και η Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ δεν είναι της αντίληψης για επίρριψη ευθυνών. Το αντίθετο, είναι της άποψης ότι θα ήταν δυνατόν να τετραγωνιστεί ο κύκλος. Και επί τούτου θα μπορούσαν να γίνουν εισηγήσεις, τις οποίες κατέθεσε ήδη η κ. Ολγκίν προς τον ΓΓ των Ην. Εθνών για να τις μελετήσει και να τις παρουσιάσει ενώπιον των δύο πλευρών για συζήτηση, όταν και αν αυτός κρίνει σκόπιμο. Ούτε η Λευκωσία ούτε η Αθήνα έχουν ή είχαν επί των προτάσεων αυτών καθαρή εικόνα. Έτσι, τουλάχιστον, ισχυρίζονται. Εκείνο που αφήνουν να διαρρεύσει και λένε είναι ότι, αρχικά, μπορούσαν να γίνουν εισηγήσεις που θα εμπλούτιζαν τα σημεία του Γενικού Γραμματέα, όπως αυτά κατατέθηκαν στο Κραν Μοντανά. Υπό αυτές τις συνθήκες, θα ήταν δυνατό να δημιουργηθεί μια νέα βάση των συνομιλιών, η οποία θα στηριζόταν στις ήδη υπάρχουσες συγκλίσεις και θα εμπλουτιζόταν με νέα στοιχεία. Μέσα σε αυτήν τη λογική, σημαντικό ρόλο θα ήταν δυνατόν να διαδραματίσουν ακόμη και αυτά τα ΜΟΕ και ειδικότερα το άνοιγμα του αεροδρομίου της Τύμβου, όπως αξιώνει η τουρκική πλευρά, για να δημιουργηθούν χωριστά FIR, χωριστά κυριαρχικά δικαιώματα στον αέρα και διεθνής εκπροσώπηση. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατό να ικανοποιηθεί η τουρκική πλευρά, η οποία αξιώνει την άρση του λεγόμενου εμπάργκο, που υπάρχει σε βάρος των Τουρκοκυπρίων. Το πρόβλημα έγκειται στο εξής: Η τουρκική πλευρά συνδέει και την άρση του εμπάργκο και το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου και της Αμμοχώστου με την ισότιμη κυριαρχία.
Νέα στρατηγική αντίληψη
Εφόσον η Τουρκία δεν αλλάξει αμανέ ώς τη Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο, ο Πρόεδρος οφείλει, όπως τονίζει, να λάβει τολμηρές αποφάσεις. Ως ευρωπαϊστής που είναι, θα πρέπει να θέσει το Κυπριακό ενώπιον της ΕΕ και των Ην. Εθνών ως θέμα εισβολής και κατοχής, με σκοπό την απελευθέρωση, την αποκατάσταση, δηλαδή, της παραβιασθείσας από την Τουρκία εννόμου τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας και την επανενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στο υφιστάμενο ενιαίο κράτος, το οποίο αναγνωρίζεται από τον ΟΗΕ και την ΕΕ. Μια τέτοια στρατηγική μπορεί, μεταξύ άλλων, να στηριχθεί επί τη βάσει των εξής πυλώνων:
ΟΗΕ και ΕΕ
- Δεν μπορεί να γίνει δεχτή η αντίληψη της ισότιμης κυριαρχίας και των δύο κρατών, διότι το ψευδοκράτος είναι προϊόν της βίας και της χρήσης των όπλων. Ως εκ τούτου, παραβιάζεται αριθμός ψηφισμάτων του ΟΗΕ και δη το άρθρο 1 περί σεβασμού της κυριαρχίας των κρατών, καθώς και το άρθρο 2, παράγραφος 4, που απαγορεύει την αναγνώριση οντότητας, Αρχής ή κράτους που έχουν προκύψει με τη βία και τη χρήση των όπλων. Επί αυτής της αρχής είναι που στηρίζεται η έκδοση των Ψηφισμάτων 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας, καθώς και του 186 του ’64, που ρητώς αναφέρει ότι στη νήσο Κύπρο αναγνωρίζεται ως μοναδική Κυβέρνηση αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από τη μια τα Ψηφίσματα 541 και 550 απαγορεύουν την αναγνώριση του ψευδοκράτους, άρα πώς μπορούν να είναι βάση συζήτησης για λύση; Από την άλλη, το Ψήφισμα 186 παρέχει διπλή αναγνώριση. Αφενός του κράτους αλλά και της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
- Η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε ολόκληρη στην ΕΕ επί τη βάσει του Πρωτοκόλλου 10, με αναστολή του κεκτημένου στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της νήσου. Και συμβαίνει αυτό λόγω της κατοχής. Με άλλα λόγια, δεν εφαρμόζεται κεκτημένο και στον βορρά, διότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί να ασκεί εκεί αποτελεσματικό έλεγχο. Για να εφαρμοστεί το κεκτημένο στον βορρά, θα πρέπει να ληφθεί ομόφωνη απόφαση από το Συμβούλιο. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται και η σύμφωνη γνώμη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εάν, λοιπόν, η Τουρκία θέλει ένταξη στην ΕΕ και δη συνέχιση των ενταξιακών διαδικασιών και αν οι Τουρκοκύπριοι θέλουν να προχωρήσουν προς την ΕΕ, καμιά άλλη οδός δεν υπάρχει, παρά μόνο αυτή της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως η Αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 ορίζει. Η Αντιδήλωση δεν αναφέρει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος και να αυτοδιαλυθεί, αλλά ότι θα πρέπει να αποκατασταθεί η παραβιασθείσα από την Τουρκία έννομη τάξη. Και με ποιον τρόπο διατυπώνεται κάτι τέτοιο; Η Αντιδήλωση αποτελεί απάντηση στην Τουρκία, η οποία ανέφερε ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία. Ως απάντηση που είναι της ΕΕ και των κρατών-μελών της, καλεί την Τουρκία να αναγνωρίσει το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτό εντάχθηκε ολόκληρο στην ΕΕ επί τη βάσει του Πρωτοκόλλου 10. Αυτή είναι βασική προϋπόθεση του κεκτημένου εάν η Άγκυρα θέλει να συνεχίσει την ενταξιακή της διαδικασία και να καταστεί πλήρες μέλος ή προφανώς ν’ αποκτήσει μια ειδική σχέση, που θα την διατηρεί συνδεδεμένη με την ΕΕ (Βλέπε συμπεράσματα Δεκεμβρίου του 2004).
Ασφάλεια, ΝΑΤΟ και συμμαχική σχέση
- Της πλήρους αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο. Γιατί; Διότι η Τουρκία, ως υποψήφιο για ένταξη κράτος, αλλά και γενικότερα ως κράτος μέλος των Ην. Εθνών, δεν μπορεί να συνεχίζει την κατοχή ανεξάρτητου κράτους και μέλους της ΕΕ και του ΟΗΕ. Συνεπώς, κανένα εγγυητικό δικαίωμα δεν μπορεί να ισχύει στην Κύπρο. Διότι πρόκειται για αναχρονιστική αντίληψη, που αφαιρεί από ένα κράτος βασικό τμήμα των κυριαρχικών του δικαιωμάτων και οδηγεί στην αντίληψη των προστάτιδων χωρών και της προτεκταροποίησης. Κράτος υπό κηδεμονία. Η κατάργηση του συστήματος εγγυήσεων και των μονομερών δικαιωμάτων επεμβάσεως, καθώς και η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, ώστε να δημιουργηθεί μια συμμαχική σχέση μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών (Κύπρου – Ε/κ και Τ/κ – , Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας). Άλλωστε, η Κύπρος είναι στην πράξη ΝΑΤΟ, λόγω των υφιστάμενων εγγυητριών δυνάμεων και των Βάσεων. Ταυτοχρόνως, η ΕΕ είναι θεσμικά συνδεδεμένη με το ΝΑΤΟ, αφού ο ευρωπαϊκός αμυντικός βραχίονας στο σύνολό του εξαρτάται από τη ΝΑΤΟϊκή Συμμαχία. Αυτό αποδεικνύεται και σήμερα ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία και της νέας ρωσικής απειλής. Εάν η Ελλάδα δεν ήταν στο ΝΑΤΟ, ενδέχεται να είχαμε πόλεμο με την Τουρκία ή ακόμη και απώλεια εδαφών.
Επί των ανωτέρω θα μπορούσε να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι η Τουρκία θα πει όχι στην ένταξη τής Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ. Είναι λογικός ο ισχυρισμός. Όμως, το όποιο κόστος και δη επί θεμάτων ασφάλειας θα το είχε η Άγκυρα, η δε Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε πλέον τη δυνατότητα άσκησης βέτο σε κάθε κίνηση της Τουρκίας, κυρίως εντός της ΕΕ, εάν δεν αλλάξει τη στάση της. Όσο, δε, για τις ΗΠΑ, καίγονται για τη διεύρυνση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην περιοχή. Προφανώς, θα αποδεικνύετο ότι η κατοχή της Κύπρου δεν είναι για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων, αλλά για τη δημιουργία της Γαλάζιας Πατρίδας και μιας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από μια τέτοια εξέλιξη δεν ωφελούνται ούτε οι ΗΠΑ ούτε η ΕΕ. Ειδικώς η ΕΕ, με μια κακή λύση ομοσπονδιακού ή συνομοσπονδιακού χαρακτήρα θα δει την Τουρκία να εισέρχεται στις τάξεις της από την πίσω πόρτα. Και δεν θα πρέπει να το θέλει, λογικά.
Η γενναιότητα του Τατάρ
Εάν όντως ο Πρόεδρος είναι ευρωπαϊστής, είναι επί αυτού του πλάνου που θα πρέπει να προχωρήσει. Θα πρέπει, όντως, να λάβει γενναίες και τολμηρές αποφάσεις. Διότι, με την ώς τώρα πολιτική του, που είναι συνέχεια αυτής των προκατόχων του, δεν χρησιμοποιεί το κεκτημένο και τις αρχές της ΕΕ για την αποκατάσταση της παραβιασθείσας από την Τουρκία εννόμου τάξεως, αλλά, αφού θέτει όσα θετικά μάς προσφέρει η ΕΕ στο ράφι, την χρησιμοποιεί για να δημιουργήσει συνθήκες νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής είτε μέσω της προηγούμενης τουρκικής θέσης, περί μίας ομοσπονδίας δύο συνιστώντων κρατών με ισότιμη κυριαρχία, είτε μιας λύσης που προκύπτει από την ισότιμη κυριαρχία και την ομοσπονδία, δηλαδή αυτής της ισότιμης κυριαρχίας δύο κρατών. Και επειδή μάλιστα είναι γενναιόδωρος ο Τατάρ, θα ήταν δυνατό να συμβιβαστεί με μια συνομοσπονδία δύο κρατών. Για να κυβερνά στον βορρά και να συγκυβερνά με τη συνδρομή της Τουρκίας και στον νότο…
Άναψαν φωτιές στη συγκυβέρνηση και στο ∆ΗΚΟ
∆ΙΑΦΩΝΙΕΣ Ε∆ΕΚ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΡΙΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ ΤΟΥ ∆ΗΚΟ, ΠΟΥ ΖΗΤΟΥΝ
ΣΥΓΚΛΗΣΗ Κ.Ε. ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΧΡΙΣΤΟ∆ΟΥΛΙ∆Η, ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΚΑΙ ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗ
Η παρουσία του Τούρκου ΥΠΕΞ Χακάν Φιντάν στην άτυπη σύνοδο της Ε.Ε. στο τέλος του μήνα προκάλεσε ρήξη στους κόλπους της συγκυβέρνησης. Με ανακοίνωσή της η Ε∆ΕΚ εκφράζει τη σαφή διαφωνία της με την κίνηση αυτή του Προέδρου, την οποία χαρακτηρίζει, μάλιστα, ως αποτέλεσμα στρατηγικής επιλογής. Η Ε∆ΕΚ θεωρεί ότι δεν θα ήταν δυνατή μια τέτοια κίνηση με την άρση των βέτο που θέτει η Τουρκία σε διεθνείς οργανισμούς, μεταξύ αυτών και το ΝΑΤΟ, με το πρόσχημα ότι η Κυπριακή ∆ημοκρατία είναι ανύπαρκτη.
Φωτιές, όμως, άναψαν και στο ∆ΗΚΟ. Τρεις βουλευτές του κόμματος, οι Παύλος Μυλωνάς, Ζαχαρίας Κουλίας και Χρ. Ορφανίδης, με επιστολή τους προς τον πρόεδρο του κόμματος, Ν. Παπαδόπουλο, εκφράζουν την ανησυχία τους για δηλώσεις και πολιτικές τόσο του Προέδρου Χριστοδουλίδη, όσο και του ΥΠΕΞ της Ελλάδος, Γ. Γεραπετρίτη, για το Κυπριακό και τα εθνικά θέματα. Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και ζητούν σύγκληση της Κ.Ε. του κόμματος για ενημέρωση και λήψη αποφάσεων για τα επόμενα βήματα και δη στο Κυπριακό.
Συγκεκριμένα, στην επιστολή τους οι τρεις βουλευτές του ∆ΗΚΟ αναφέρουν: «Το τελευταίο διάστημα διάφορες δηλώσεις του Προέδρου της ∆ημοκρατίας αλλά και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων, καθώς και δηλώσεις του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών, μας δημιουργούν ανησυχίες για το μέλλον και την προοπτική του Ελληνισμού στην Κύπρο και οι ανησυχίες μας είναι ότι δεν υπάρχει αντίσταση στις υποχωρήσεις που εργολαβικά ανέλαβαν εν κρυπτώ να προωθήσουν για την Κύπρο, διασφαλίζοντας τα γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα της Τουρκίας, ενταφιάζοντας το μέλλον των πολιτών σήμερα και των μελλοντικών γενεών της Κύπρου».
Από την πλευρά της η Ε∆ΕΚ στην ανακοίνωσή της τονίζει τα ακόλουθα: «Λανθασμένη κίνηση στρατηγικής και τακτικής είναι για την Ε∆ΕΚ, η απόφαση της Κυβέρνησης να συναινέσει στην αποστολή πρόσκλησης στην Τουρκία, για να συμμετέχει στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς δεν έχει εξασφαλιστεί ως αντάλλαγμα, καμία κίνηση καλής θέλησης από την Τουρκία και σε κανένα επίπεδο.
»Μία χώρα, όπως η Τουρκία, η οποία:
– Παραβιάζει κατ’ εξακολούθησιν το διεθνές δίκαιο στην Κύπρο εδώ και πενήντα χρόνια.
-∆εν προβαίνει σε καμία, έστω και στοιχειώδη ενέργεια, στο Κυπριακό.
-Επιδεικνύει έντονη προκλητικότητα έναντι της Κυπριακής ∆ημοκρατίας και λεκτικά και επί του εδάφους, όπως στη νεκρή ζώνη και στην ΑΟΖ της ∆ημοκρατίας.
-Απειλεί και προχωρεί στον παράνομο εποικισμό της Αμμοχώστου.
-∆εν έχει συμμορφωθεί με καμία κυπρογενή υποχρέωση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης,
δεν γίνεται να έχει την ευκαιρία να επωφεληθεί με τη συμμετοχή της σε ανώτερο όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα με τη συναίνεση της Κυπριακής ∆ημοκρατίας.
»Να υπενθυμίσουμε ότι η Τουρκία, εκεί όπου έχει τη δυνατότητα, όπως οι κοινές δραστηριότητες ΕΕ – ΝΑΤΟ, θέτει βέτο στη συμμετοχή του Υπουργού Άμυνας της Κυπριακής ∆ημοκρατίας, αποστερώντας από την Κυπριακή ∆ημοκρατία την πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες και σε τεχνογνωσία. Η απόφαση της κυβέρνησης θα ήταν ορθή, θα είχε αντίκρισμα και ωφελιμότητα, αν διασφαλιζόταν ρητά και επίσημα ότι η Τουρκία δεν θα έθετε βέτο στη συμμετοχή της Κυπριακής ∆ημοκρατίας στις κοινές δραστηριότητες ΕΕ – ΝΑΤΟ.
»Η πολιτική της παροχής κινήτρων στην Τουρκία, χωρίς την εκ των προτέρων εξασφάλιση ανταλλαγμάτων, δεν έχει φέρει ποτέ αποτέλεσμα».
Πηγή : Η Σημερινή
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.