Γράφει ο Ανδρέας Καρακόκκινος
Ο ποιητής Δημήτρης I. Μπρούχος έφυγε ξαφνικά και αναπάντεχα από τη ζωή στις 14 Αυγούστου 2024. Ο Δημήτρης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1977 και μέχρι σήμερα έχει καταθέσει είκοσι ένα (21) ποιητικά βιβλία. Έγραψε ακόμα, λιμπρέτα για όπερες, ορατόρια, καντάτες, ραψωδίες, ωδές και επετειακούς ύμνους, τα οποία εντάσσονται στη λεγάμενη «θεματική του εργογραφία» (σε πολλά μάλιστα από αυτά τα έργα, υπογράφει ο ίδιος και τη μουσική σύνθεση).
Στίχοι του από μελοποιήθηκαν από γνωστούς συνθέτες και ερμηνεύτηκαν από δημοφιλείς τραγουδιστές. Βραβεύτηκε κατ’ επανάληψη στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης (Β’ Βραβείο 1994, Γ’ Βραβείο 1997) και τιμήθηκε πέντε φορές με χρυσό και ομοίως με πλατινένιο δίσκο. Δικοί του είναι και οι στίχοι των τραγουδιών της βραβευμένης τηλεοπτικής σειράς της ΝΕΤ “Τα παιδιά της Νιόβης”, του ακαδημαϊκού Τάσου Αθανασιάδη, σε μουσική Μίμη Πλέσσα και σκηνοθεσία Κώστα Κουτσομύτη.
Έργα του έχουν ανθολογηθεί και μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Δημοσιεύει άρθρα κοινωνικής παρέμβασης και προβληματισμού.
Για τη 40χρονη (1977-2017) παρουσία του και την προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα, την Τέχνη και τον Πολιτισμό, τιμήθηκε με ανώτατα παράσημα, χρυσά μετάλλια και πολλές διακρίσεις.
Ήταν τακτικό μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (επανειλημμένα μέλος του Δ.Σ.) και της Εθνικής Εταιρίας των Ελλήνων Λογοτεχνών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Σκόρπιες θύμησες 1978
-Τα χρόνια της Νιότης 1978
-Χαμένα δειλινά 1979
-Αθώρητες πολιτείες 1981
-Διαδρομή ονείρου 1983
-Νεκρό σημείο ή η έβδομη νύχτα της καταστροφής 1985
-Ασκητική θανάτου 1990
-Ωδίνες της νύχτας 1993
-Νουμηνία ή ανατολικά του Παντός 1996
-Λουλούδια του δρόμου 2007
-Απόστολος Παύλος: Το σκεύος της εκλογής Ορατόριο, 2008
-Ο Χαλασμός της Νάουσας-1822 μ. X. Ελληνική ραψωδία, 2011
-Για την ειρήνη του κόσμου Ωδή, 2012
-Άγιες μνήμες (Του Ιερού Χρυσοστόμου η Εξορία και των Ποντίων η Γενοκτονία) Ποιητική μονογραφία, 2012
-Άγιος Σπυρίδων, Μέγιστος ως Ταπεινός Εσπερινή υμνωδία, 2013
-Αθανάσιος Διάκος-Αδούλωτος Σταυραετός Ηρωικό ορατόριο, 2015
-Αγάπησα το Μαρτύριο – Άγιος Λουκάς: Των πασχόντων Ιατρός και λιμάνι Ορατόριο, 2015
-Ενάτη ώρα 2016
-Ο αιώνιος Ξένος ωδή, 2016
– Έσο έτοιμος” Ύμνος 100ετίας (1910-2010) του Ελληνικού Προσκοπισμού, 2016
-Tα τραγούδια της ξενιτιάς στο γύρισμα του χρόνου – Προσφυγιά – Διασπορά – Μετανάστευση 2016
-Για μια φλεγόμενη ψυχή… Κωνσταντίνος ο Υδραίος – Άγιος Νεομάρτυς ορατόριο, 2017
ΣΤΙΧΟΙ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Ι. ΜΠΡΟΥΧΟΥ
ΔΡΟΜΟΣ ΔΙΠΛΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος
Ερμηνεία: Κώστας Σμοκοβίτης
ΚΟΜΜΕΝΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
Στίχοι – Μουσική: Δημήτρης Μπρούχος
Ερμηνεία: Παμπίνα (Χαραλαμπία) Κοντέα
“Ο Ύμνος της 100ετίας (1910 – 2010) του Ελληνικού Προσκοπισμού”
ΕΣΟ ΕΤΟΙΜΟΣ
Στίχοι – Μουσική: Δημήτρης Μπρούχος
Φιλική συμμετοχή: Χορωδία Παλαιών Προσκόπων και η Έλενα Περβαινά
ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
Ποίηση: Δημήτρης Ι. Μπρούχος
Μουσική – Ενορχήστρωση: Μίμης Πλέσσας
Ερμηνεία: Μελίνα Κανά
ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΤΑ ΤΡΕΝΑ
Γ΄ Βραβείο 36ου Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού
Στίχοι: Δημήτρης Ι. Μπρούχος
Μουσική: Παναγιώτης Αποστολίδης
Ερμηνεία: Κώστας Σμοκοβίτης
ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΜΕ ΖΩΗ
Στίχοι: Δημήτρης Ι. Μπρούχος
Μουσική: Βασίλης Σδούκος
Ερμηνεία: Κώστας Σμοκοβίτης & Πίτσα Παπαδοπούλου
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ – 28ο Φεστιβάλ Ελληνικού
Στίχοι: Δημήτρης Ι. Μπρούχος
Μουσική: Άκης Γεροντάκης
Ενορχήστρωση – Διεύθυνση ορχήστρας: Τάσος Καρακατσάνης
Ερμηνεία: Άκης Γεροντάκης
ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ ΛΙΓΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Για μια φλεγόμενη ψυχή… Κωνσταντίνος ο Υδραίος – Άγιος Νεομάρτυς ορατόριο, 2017
ΔΕΚΑΟΧΤΩ ΧΡΟΝΩ ΠΑΙΔΙ
Δεκαοχτώ χρονώ παιδί, κάθεται στην ακρογιαλιά
Τη θάλασσα αγναντεύει, να δει τι θα του φέρει
Στ’ ανύποπτά του μάτια πύργοι τρανοί οι πόθοι
Κι οι γλάροι μπρος του, που πετούν και που στα μάτια το κοιτούν
Μοιάζουν να το ρωτάνε γιατί ’ναι λυπημένο
Μα εκείνο δε μιλάει, δάκρυ θολό κυλάει
Μεσ’ στη ζωή του την πεζή, βρήκ’ ένα όνειρο και ζει
Η μοίρα τ’ αλαργεύει μα εκείνο ζητιανεύει
Μια θέση για να πάρει στο πλοίο που σαλπάρει
Δεκαοχτώ χρονώ παιδί, πάντα στη θάλασσα κοιτά
Το πλοίο που διαβαίνει και έτσι πάντα μένει
Μη κάποιος το καλέσει: «Έλα, υπάρχει θέση…»
Ενάτη ώρα (2016)
ΛΕΙΨΑΝΑ
Μια σέλλα ποδηλάτου πεταμένη
Σε παλιο-πράγματα, ένα
Τζην σου κουβάρι νοτισμένο
Από την αφορεσιά, μια
Αρβύλα που ξέμεινε απ’ όσα τέλειωσαν
Άδοξα
Και μια σιωπή που σπάει κόκκαλα καθώς
Πλανιέται ανάμεσα σε σκιές,
Ότι απόμεινε από εμάς
Ο χαλασμός της Νάουσας-1822 μ.X. Ελληνική ραψωδία (2011)
ΑΡΑΠΙΤΣΑ
Δεν μετράει αν εγώ θα γλυτώσω
Έχουν άδικα τόσοι χαθεί
Θέλω μόνο βαθειά μου να νοιώσω
Όσους θάνατο έχουν ντυθεί.
Η Αράπιτσα όλη δε φτάνει
Να ξεπλύνει τις τόσες πληγές
Και τι θαύμα ο Θεός πια να κάνει
Ν’ ακυρώσει τις τόσες σφαγές…
Σαν νερό θύμησες κατεβάζει
Αγριεμένο ποτάμι ο καιρός
Η ιστορία γριά στο περβάζι
Κι ο καφές κάθε δείλι, πικρός.
Γύρνα πίσω διαβάτη και κοίτα
Της Φυλής άλλον έναν Σταυρό
Απ’ τις πιο ένδοξες αυτή η ήττα,
Ένα μήνυμα στέλνει ηχηρό…
Προσοχή στο αιώνιο σαράκι
Στη διχόνοια, που αφήνει κενά
Κι ένα άγρυπνο πάντα κεράκι
Θα θυμίζει αυτό που πονά…
2η σελιδα
Δημήτρης Μπρούχος
…άνθρωποι όπως εσύ, μειλίχιοι, ευγενικοί, καταδεκτικοί την ίδια στιγμή που μέσα τους βράζει η δύναμη της ψυχής και της δημιουργίας…
Γράφει η Μάρνη Χατζηεμμανουήλ, Δημοσιογράφος, Αντιπρόεδρος Μορφωτικού Ιδρύματος ΕΣΗΕΜΘ, Συντονίστρια Ισότητας «Ομάδα για την Θεσσαλονίκη»
Πάντα περπατήσαμε πλάι πλάι, καθίσαμε πλάι πλάι, με το μισό πρόσωπο να φέγγει προς την σχέση μας και το άλλο μισό να φέρνει τις σκέψεις για να πάμε παρακάτω. «Την τελευταία Κυριακή σ’ αποχαιρέτησα εκεί μπροστά από τον Λευκό Πύργο “έλα να πιούμε ένα ποτό” βιαζόμουνα “θα μιλήσουμε στο τηλέφωνο”. Ήρθε ο δεκαπενταύγουστος, κι έφυγε δίχως ευχές καθώς δεν πρόλαβα να σου πω ότι χθες έμαθα το θλιβερό νέο. Κι είναι Δημήτρη Μπρούχο κάποιοι άνθρωποι όπως εσύ, μειλίχιοι, ευγενικοί, καταδεκτικοί την ίδια στιγμή που μέσα τους βράζει η δύναμη της ψυχής και της δημιουργίας. Με αυτά τα στοιχεία δεν θα μπορούσα παρά να είμαι για πάντα καλή σου φίλη».
Για τον Δημήτρη Μπρούχο πρωτοάκουσα το 1989, σε μία συζήτηση μεταξύ συναδέλφων στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, -όπου εργαζόμουν-, για την κάλυψη του Φεστιβάλ Τραγουδιού στην Θεσσαλονίκη. Έζησα μια αξέχαστη βραδιά και φέρνω σήμερα στην μνήμη μου στιγμές. «Ενορχηστρωτής, Διευθυντής Ορχήστρας… Τζικ Νακασιάν. Ερμηνευτής… Άκης Γεροντάκης. Δύο τραγούδια σε στίχους του Δημήτρη: Καλαμαριά-προσφυγικό στοιχείο, Παγωτό χωνάκι, στην πλατεία Αριστοτέλους στο παγκάκι…»
Τι κρύβουν άραγε επιμελημένα οι σελίδες του ημερολογίου της Θεσσαλονίκης του Δημήτρη Μπρούχου, -έτσι όπως εγώ τις ερμηνεύω-, μέσα από τις εσωτερικές του διαδρομές; Ποια να είναι άραγε η Θεσσαλονίκη του; Ποιος να είναι αυτός μέσα της;
Δεν θέλω να μιλήσω για την ποίησή του, για την εκφορά του λόγου, τις τονισμένες εκφράσεις και τις υποδόριες έννοιες. Για το ταξίδι της, για τις λέξεις και την σημασία τους. Δεν θέλω να την αναλύσω. Άλλωστε υπάρχουν πιο ειδικοί από μένα για να το κάνουν αυτό. Θέλω όμως να πω λίγα λόγια για την πορεία του και για την Θεσσαλονίκη του.
Ο πρώτος κύκλος του Δημήτρη άνοιξε στο 2ο Γυμνάσιο-Λύκειο «Ικτίνος», είναι ο κύκλος που τον αγκάλιασε ως μαθητή, που του άνοιξε ορίζοντες, κι έπειτα ο ίδιος άνοιξε νέους κύκλους στην ζωή του.
Στα 13 του χρόνια άνοιξε την καρδιά του στους ποιητές και στην ποίηση όταν απήγγειλε μπροστά σε εκατοντάδες παιδάκια όλης της πόλης ένα από τα νεανικά πονήματά του. Εμπειρία που του έμεινε αξέχαστη.
Αργότερα ήρθαν κι άλλα ποιήματα και άλλα πονήματα. Όλα όσα τον συγκίνησαν, όλα όσα μίλησαν στην ψυχή του. Εικοσιπέντε ποιητικές συλλογές από το 1977 που εμφανίστηκε στα γράμματα… Τις συλλογές κόσμησαν με εικαστικά και χαρακτικά έργα ο Κώστας Λούστας, ο Νίκος-Γαβριήλ Πεντζίκης, o Περικλής Πηλείδης, ο Ξενής Σαχίνης. Έργα του έχουν ανθολογήθηκαν και μεταφράστηκαν, στίχοι του μελοποιήθηκαν από γνωστούς συνθέτες και ερμηνεύθηκαν από δημοφιλείς τραγουδιστές κερδίζοντας βραβεία και διακρίσεις.
Μα όπως είπα κάνω στάση στην Θεσσαλονίκη και μάλιστα σε έναν μεγάλο αγαπημένο της πόλης, τον σκηνοθέτη Τάκη Κανελλόπουλου που την ταινία του “Ρομαντικό σημείωμα” έντυσε ο Δημήτρης με στίχους πάνω στη μουσική του Άλκη Κακαλιάγκου.
Ο Τάκης με τον πικρό ελληνικό καφέ, στον παλιό Τόττη πλάι στο μεγάλο παράθυρο να αγναντεύει τον Θερμαϊκό. Τι να κοιτούσαν άραγε οι δυο τους από εκεί, ποιες εικόνες ξεσήκωναν που αργότερα έγιναν λέξεις, ταινίες, ποιήματα. Να γύρισε το μεγάλο ρολόι του χρόνου προς τα πίσω, να είδαν τα συμμαχικά πλοία, τους πρόσφυγες καραβοτσακισμένους να πιάνουν λιμάνι, το πτώμα του Πολκ να ξεβράζεται; Τους καλοντυμένους να επιστρέφουν με το τραμ στην περιοχή των Εξοχών; Κι αργότερα τους έρωτες των νέων στα καραβάκια που έπιαναν μπαξέ τισφίκι; Τα μπεν μιξ; Ή μήπως ανηφόριζαν στην Άνω Πόλη και πιο πέρα ακόμη μέχρι τον Χορτιάτη;
Αναρωτιέμαι πόσες φορές ο Δημήτρης Μπρούχος να δρασκέλησε μέσα στους αιώνες, να περπάτησε στους μαχαλάδες, να μύρισε τις μυρωδιές της αγοράς, τις φλόγες της καμένης σάρκας της πόλης, να άκουσε τα ποδοβολητά των αλόγων στον Ιππόδρομο, την φωνή του Ιμάμη από τις εκκλησιές, να ένωσε την κραυγή του με άλλους ποιητές. Πόσους άραγε θρήνους από καμπάνες να άκουσε ο Δημήτρης Μπρούχος, πόσες να ηχήσαν πένθιμα στην ψυχή του;
Τι είναι αυτό που κάνει τη Θεσσαλονίκη τόσο μοναδική; Πώς γίνεται να είναι νέα, ελκυστική και κλασική μαζί; Πώς ο Δημήτρης Μπρούχος ζωντανεύει με τις λέξεις του αριστοτεχνικά ότι χάθηκε, ότι γεννιέται, πώς μας ταξιδεύει μέσα από τις ερειπωμένες ρωμαϊκές αψίδες, τις βυζαντινές εκκλησίες και τα τουρκικά τζαμιά, στην σύγχρονη αλήθεια της; Ποιες ώρες περιδιαβαίνει η σκέψη του μέσα από δρόμους και γειτονιές κι έπειτα τρυπώνει σε καφενεία και χαμάμ, σε κήπους, στα παλάτια, στα μπορντέλα της παλιάς πόλης, πώς διασταυρώνεται στην προκυμαία με ευρωπαίους ταξιδιώτες, προσκυνητές και περιπατητές της νύχτας…
Μεθά άραγε ο Δημήτρης Μπρούχος από το ερωτικό κάλεσμα μιας ζεστής κούπας καφέ, μοιρασμένης στα δύο; «Κρατάς ακόμα τη Σαλονίκη σα μια κούπα ζεστό καφέ στην γνώριμη θέση σου, κάπου στην παλιά παραλία… ή μήπως «Πάει καιρός από τότε που σεργιανούσε ώρες ατελείωτες στην γραφική παραλία της Θεσσαλονίκης, με την οπτασία της αγαπημένης στο πλάι, μεθώντας από το φως του δειλινού, και από την αίγλη των στιγμών που οριστικά ξεμάκρυναν…»
Μα όπως πάντα είναι εδώ μέσα του, γύρω του η Θεσσαλονίκη του: «Θεσσαλονίκη μου, πόλη γενέθλια, αναγνωρίζω στο πρόσωπό σου τους αγαπημένους που δεν έχω πια. Κρατημένη γεύση από σάμαλι περιφέρεται ασκόπως στην Γκαρμπολά, στην Τοσίτσα, στο Μπιτ-παζάρ, στην παλιά Συναγωγή κι από κει στην απέραντη Εγνατία μέσα από τη στοά Κολόμβου. Με το μισό μου κουλούρι στο χέρι συνομιλώ με τον άγιο πατέρα μου όπως παλιά, στις ατέλειωτες βόλτες μας από τον Άη-Μηνά στην Κατούνη, στα Λαδάδικα, στην παλιά παραλία με τη θάλασσα στα πόδια κι ανηφορίζοντας η Αγιά Σοφιά, που η βασανισμένη μητέρα μου ακούμπησε το πρώτο παιδικό της δάκρυ. Ροτόντα, Ευαγγελίστρια, Δημοτικό Νοσοκομείο, Πορτάρα, Πύργος Τριγωνίου, Μονή Βλατάδων κι απέναντι ο Όλυμπος, στην αιωνιότητά του. Δρασκελάω το χρόνο και προσπαθώ να φιλιώσω μέσα μου εγείροντας αίτημα στον πολιούχο. Να με απαλλάξει Από τον εχθρό εαυτό μου».
Ο Δημήτρης Μπρούχος που έφυγε αναπάντεχα από κοντά μας, αφήνει παρακαταθήκη -μεταξύ άλλων- και τα ανέκδοτα αυτά ποιήματα για την Θεσσαλονίκη ανοίγοντας μια συνομιλία με τον πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα και τις μνήμες που κουβαλά ο καθένας μας μέσα του.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.