της Πολυξένη Τζιομάκη*
«Η κυπριακή τραγωδία, που προκάλεσε η τουρκική εισβολή, έχει ιστορική αλλά και πνευματική διάσταση. Η ιστορική καλύπτεται από τον πόνο και τα μαρτύρια του λαού μας, όταν θρηνεί τον χαμό των ανθρώπων του και της ίδιας της γης του. Η πνευματική σχετίζεται με την ουσία της τραγωδίας, που είναι να γνωρίσουμε βαθύτερα τον εαυτό μας, με πίστη στην ανάσταση των ανθρώπων και των πραγμάτων» (από χαιρετισμό του ποιητή σε μαθητές του Λυκείου Πολεμιδιών, τη σχολική χρονιά 2015-2016).
Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης γεννήθηκε στην Άχνα το 1940 και μεγάλωσε στην Αμμόχωστο. Είναι ένας από τους σημαντικότερους Κύπριους ποιητές. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση και από το 1968 στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, από όπου αφυπηρέτησε το 1988. Η πρώτη του ποιητική συλλογή φέρει τον τίτλο Πρώτη πηγή (1961). Ακολουθούν άλλες δώδεκα, που περιλαμβάνονται στον συγκεντρωτικό τόμο Ποιήματα 1961-2017 (Ίκαρος, 2019). Η τελευταία του ποιητική συλλογή Η Νύχτα των Κήπων κυκλοφόρησε το 2022 από τον Ίκαρο. Άλλα έργα του: η ποιητική συλλογή για παιδιά Σαλιγκάρι και Φεγγάρι (Καλειδοσκόπιο, 2018), τρεις τόμοι δοκιμίων (Ολισθηρός ιστός Α & Β, Άγρα, 2009· Εν δορί κεκλιμένος, εκδ. Σοκόλη, 2019) και η ανθολογία κειμένων Λευκωσία: Μια πόλη στη λογοτεχνία (Μεταίχμιο, 2010). Έχει τιμηθεί με πληθώρα βραβείων και έχει αναγνωριστεί επίτιμος διδάκτορας σε πολλά Πανεπιστήμια.
Η ποιητική φωνή του Χαραλαμπίδη είναι ξεχωριστή και ιδιαίτερη. Κύρια γνωρίσματά της είναι η επιγραμματικότητα και η ειρωνεία (που ενίοτε φτάνει έως τον δηκτικό σαρκασμό), ο δραματικός και στοχαστικός χαρακτήρας, η χρήση εικόνων, καθώς επίσης και μυθικών ή ιστορικών συμβόλων. Οι βασικοί θεματικοί άξονες των ποιημάτων του έως το 1973 είναι ο έρωτας, ο θάνατος, η ιστορία, ο μύθος, η θρησκεία. Τα τραγικά όμως γεγονότα του 1974 σημάδεψαν και άλλαξαν την ποιητική του γραφή. Αναφέρουμε τα λόγια του ίδιου: «Από το πραξικόπημα και την εισβολή ο χρόνος έχει αλλάξει, άλλαξε και ο άνθρωπος που κατοικεί στον τόπο τούτο και μαζί του η φύση της ματιάς του […] Η Κύπρος είναι ένας απέραντος τόπος τραγωδίας. Η τέχνη διεκδικεί τον πολιτικό της ρόλο» (από ομιλία του 1978· παρατίθεται στην κριτική του Κ. Κεχαγιόγλου για τη συλλογή Αμμόχωστος Βασιλεύουσα στο περιοδικό «Διαβάζω», τ. 62/1983).
Το ποίημα που εξετάζουμε ανήκει στην βραβευμένη ποιητική συλλογή Θόλος (1989). Τα ποιήματα της συλλογής αυτής έχουν ως άξονα τους το οδυνηρό γεγονός της τουρκικής εισβολής, με ειδικότερη αναφορά ως επί το πλείστον στο δράμα των Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων. Το ποίημα «Στα στέφανα της κόρης του» είναι μια ολιγόστιχη σύνθεση. Αναφέρεται στο γάμο μιας προσφυγοπούλας, της οποίας ο πατέρας είναι αγνοούμενος. Κατά περίεργο τρόπο αυτός εμφανίζεται την ώρα του γάμου και καμαρώνει την κόρη. Στο τέλος ο ποιητής αποκαλύπτει στον αναγνώστη ότι ο αγνοούμενος πατέρας είναι νεκρός και γυρνάει στον τόπο της ταφής, πέρα από την Πράσινη Γραμμή. Ο Κύπριος ποιητής, ενώ χρησιμοποιεί ένα χαρούμενο περιστατικό ως πυρήνα της ποιητικής αφήγησης, τον γάμο της κόρης, στην ουσία προβάλλει, εστιάζει στον νεκρό – αγνοούμενο πατέρα. Ο πατέρας και η κόρη εξάλλου σκοπίμως δεν κατονομάζονται, καθώς στο πρόσωπό τους καθρεφτίζεται το δράμα χιλιάδων Ελληνοκυπρίων.
Από την αρχή του ποιήματος, ο αναγνώστης εισάγεται στην καρδιά του δράματος. Η κόρη είχε «τριακόσια στρέμματα γης», αλλά τώρα η γη αυτή είναι «υπό κατοχήν». Είχε επίσης τον πατέρα της, αλλά τώρα αυτός είναι χαμένος «στα βάθη της Ανατολής». Το ευτυχισμένο παρελθόν ακυρώνεται μπροστά στην πολυπρόσωπη οδύνη του ιστορικού παρόντος: προσφυγοποίηση, κατεχόμενη γη, αιχμαλωσία, άγνοια για την τύχη συγγενών, ορφάνια, καταπάτηση δικαιωμάτων, ψυχικό τραύμα. Η εξωλογική παρουσία του αγνοούμενου πατέρα στον γάμο, έτσι όπως την εξιστορεί ο ποιητής, λειτουργεί ως στοιχείο που επιτείνει την οδύνη: Ο πατέρας καμαρώνει «απ’ το νάρθηκα» της εκκλησίας και συγκινείται. Αλλά το δάκρυ του είναι, όπως περιγράφεται στο ποίημα, «ξεσκισμένο και φτωχό». Η δε κορύφωση του δράματος συντελείται στο τέλος. Ο στοργικός πατέρας περνάει σκυφτός την Πράσινη Γραμμή και παίρνει τη θέση του στο χώμα. Έτσι, το μείζον ερωτηματικό που αφήνεται στον αναγνώστη δεν είναι πια για την ίδια την τύχη του πατέρα. «Το ποίημα δεν αποσκοπεί να εξετάσει αν είναι ή αν δεν είναι ο πατέρας ζωντανός, αλλά τελικά κατά πόσον είμαστε εμείς ζωντανοί», έχει αναφέρει ο ίδιος ο Χαραλαμπίδης (χαιρετισμός στο Λύκειο Πολεμιδίων, ό.π.).
*Φιλόλογος, Μεταπτυχιακό στη Νεοελληνική Φιλολογία
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.