
του Ανδρέα Θεοφάνους
Όταν ανακοινώθηκε ότι ο Νίκος Χριστοδουλίδης θα ήταν υποψήφιος για την Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες. Στην πορεία του χρόνου όμως άρχισαν να δημιουργούνται αμφιβολίες καθώς διαφαίνετο ότι υπήρχε επικέντρωση στην εικόνα αντί στην ουσία. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης κέρδισε τις εκλογές παρά τα οποιαδήποτε προβλήματα και αντιφάσεις που παρουσιάσθηκαν. Υπογραμμίζεται ότι πολλοί ψηφοφόροι δεν εμπιστεύοντο τον Αβέρωφ Νεοφύτου και το ΑΚΕΛ. Εν ολίγοις ο Νίκος Χριστοδουλίδης στηρίχθηκε αφ’ ενός στους ψηφοφόρους που πίστευαν σ’ αυτόν και αφ’ ετέρου σε εκείνους που τον θεωρούσαν το λιγότερο κακό υπό τις περιστάσεις.
Ο διορισμός του πρώτου Υπουργικού Συμβουλίου δεν δημιούργησε ιδιαίτερο ενθουσιασμό παρά τις ορισμένες αξιόλογες εξαιρέσεις. Ούτε και ο ίδιος ο Νίκος Χριστοδουλίδης δεν θα μπορούσε εύλογα να ισχυρισθεί ότι το Υπουργικό Συμβούλιο και ο ευρύτερος κύκλος συνεργατών του ήταν/είναι αποτέλεσμα επιλογής «των άριστων των αρίστων».
Πέραν των αλλαγών που έλαβαν μέρος καθώς και του ανασχηματισμού του Ιανουαρίου του 2024, είναι διάχυτη η εντύπωση ότι ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης βρίσκεται σε μια συνεχή προεκλογική εκστρατεία. Φαίνεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει επικέντρωση στις εντυπώσεις παρά στην ουσία. Πρωταρχικός στόχος είναι η επανεκλογή το 2028. Τονίζεται ότι δεν είναι ο μόνος ηγέτης που ακολουθεί αυτή την πρακτική. Όμως, πρέπει να λεχθεί, ότι η Κύπρος αποτελεί μια ιδιαιτερότητα καθώς αντιμετωπίζει υπαρξιακές προκλήσεις.
Στο Κυπριακό η πολιτική την οποία ακολουθεί ο Νίκος Χριστοδουλίδης δεν διαφέρει από αυτή των προκατόχων του. Ποιο όμως ήταν το αποτέλεσμα των ατέρμονων διακοινοτικών συνομιλιών μετά το 1974; Παρά τις συνεχείς υποχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς και τη μετατόπιση του διαπραγματευτικού κεκτημένου προς τις θέσεις της τουρκικής πλευράς δεν κατέστη δυνατή η διευθέτηση του Κυπριακού. Στη σημερινή συγκυρία εάν επαναρχίσουν οι συνομιλίες με την ελληνική πλευρά να διατηρεί τις θέσεις της ως είχαν όταν κατέρρευσε η διαδικασία στο Κράν Μοντανά το 2017 και την τουρκική πλευρά με την πρόταση λύσης δυο κρατών, στην καλύτερη περίπτωση το αποτέλεσμα θα είναι μια χαλαρή ομοσπονδία. Η υλοποίηση μιας τέτοιας έκβασης θα οδηγήσει στην επιδείνωση του status quo.
Σε σχέση με την εξωτερική πολιτική σημειώνεται ότι έχει καταγραφεί μια ισχυρή φιλοδυτική ροπή. Μεταξύ άλλων, τα τελευταία δυο χρόνια έχουν αναβαθμισθεί αισθητά οι σχέσεις ΗΠΑ και Κύπρου. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα θεωρώ ότι η εν λόγω αναβάθμιση ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη ή ακόμα και αναπόφευκτη. Η αξιολόγηση της εξέλιξης αυτής εξαρτάται από το τι έδωσε και τι πήρε η Κύπρος. Μεταξύ άλλων, εγείρεται το ερώτημα κατά πόσον καλύπτονται οι αμυντικοί στόχοι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μπορούν οι ενισχυμένες σχέσεις ΗΠΑ-Κύπρου να εγγυηθούν τουλάχιστον τo status quo και να αποτρέψουν, μεταξύ άλλων, παραβιάσεις κατά μήκος της νεκρής ζώνης και στα Βαρώσια; Έχουν επίσης τη θέληση οι ΗΠΑ να αποτρέψουν μια συμφωνία για οριοθέτηση της ΑΟΖ Τουρκίας–Συρίας η οποία θα παραβιάζει τα νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας; Επιπρόσθετα, θεωρώ ότι η Κύπρος νομιμοποιείται να θέσει τις ανησυχίες αλλά και τις επιδιώξεις της ενώπιον της ΕΕ. Επί τούτου υπογραμμίζεται ότι επιβάλλεται όπως η χώρα μας αξιοποιήσει καλύτερα τους θεσμούς της Ένωσης. Πέραν τούτου, σημειώνεται ότι είναι σημαντικό να συνεχίσουν να υφίστανται κάποιες (τουλάχιστον) σχέσεις της Κύπρου με τη Ρωσία και την Κίνα, οι οποίες είναι μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ανεξάρτητα από την αναβάθμιση των διμερών σχέσεων Κύπρου και ΗΠΑ. Σε σχέση με τα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή είναι σημαντικό η Κύπρος να εξισορροπήσει τη ρεαλπολιτίκ με μια πολιτική αρχών. Δύσκολο αλλά επιβεβλημένο.
Στο θέμα της οικονομίας σημειώνεται ότι παρά τα θετικά σχόλια των διεθνών οίκων αξιολόγησης, τα προβλήματα διαιωνίζονται. Η ανισότητα εμβαθύνεται ενώ ταυτόχρονα η διάρθρωση της κυπριακής οικονομίας δεν δημιουργεί επαρκή αριθμό ικανοποιητικών θέσεων εργασίας για όλους τους πτυχιούχους. Επιπρόσθετα, για να υλοποιηθούν οι πρόσφατες εξαγγελίες του Προέδρου Χριστοδουλίδη για προσέλκυση προσοντούχων Κυπρίων επιστημόνων του εξωτερικού απαιτούνται πολλά. Άλλωστε, με τα σημερινά δεδομένα η Κύπρος δεν μπορεί να συγκρατήσει όλους τους νέους επιστήμονες. Πολλοί αναζητούν ευκαιρίες σε ξένες χώρες. Αυτή η πραγματικότητα τείνει να επιδεινώνει ακόμη περισσότερο το δημογραφικό πρόβλημα. Αποτελεί επίσης θλιβερή εξέλιξη ότι ξένα κεφάλαια έχουν αγοράσει μεγάλο μέρος σημαντικών τομέων της οικονομίας π.χ. τράπεζες, νοσοκομεία και πανεπιστήμια. Ούτε μπορούμε να παραγνωρίσουμε το ξεπούλημα γης σε ξένα συμφέροντα. Η εξέλιξη αυτή έχει συμβάλει στην αύξηση των τιμών των ακινήτων και τα ενοίκια. Σημειώνεται επίσης το θέμα της ακρίβειας και της ανάγκης για καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών σε διάφορους τομείς της οικονομίας – υγίεια, εκπαίδευση, δημόσια διοίκηση και τράπεζες. Επισημαίνεται επίσης ότι είναι καθοριστικής σημασίας να επαναξιολογηθεί το συνταξιοδοτικό και να παραμερισθούν οι πολλαπλές στρεβλώσεις. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι για να αντιμετωπισθούν ικανοποιητικά τα διάφορα ζητήματα απαιτείται αλλαγή υποδείγματος. Μέσα από το υφιστάμενο νεοφιλελεύθερο μοντέλο δεν είναι δυνατόν να επιλυθούν τα προβλήματα. Γι’ όλα αυτά απαιτείται η αξιοποίηση του στρατηγικού, κοινωνικού και επιδιαιτητικού ρόλου του κράτους.
Οι Κύπριοι πολίτες έχουν ψηλότερες απαιτήσεις σε πολλά θέματα της καθημερινότητας. Για παράδειγμα, ανησυχούν για τα φαινόμενα υψηλής παραβατικότητας και για την παράνομη μετανάστευση. Είναι επίσης διάχυτη η εντύπωση ότι τα σώματα ασφαλείας θα πρέπει να αναβαθμισθούν, να είναι φιλικά προσκείμενα προς τους πολίτες και να προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες. Το ίδιο ισχύει και σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας διοίκησης.
Στον τομέα της εκπαίδευσης υφίστανται σοβαρά προβλήματα τα οποία κληρονόμησε η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη. Το ζήτημα είναι να υπάρξουν νέες προσεγγίσεις για επίλυση των προβλημάτων και για ουσιαστική αντιμετώπιση των στρεβλώσεων. Μέχρι τώρα, δεν έχει παρατηρηθεί οποιαδήποτε ουσιαστική αναθεώρηση πολιτικής και πρακτικών. Μεταξύ άλλων, σημειώνεται ο μεγάλος αριθμός πανεπιστημίων και κολεγίων, η άναρχη ανάπτυξη στο πεδίο αυτό και η μη ορθολογιστική κατανομή και αξιοποίηση πόρων. Υπάρχει επίσης και ζήτημα λογοδοσίας τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ένα επιπρόσθετο ζήτημα είναι η ποιότητα πτυχίων καθώς και η αξία τους στην αγορά εργασίας. Εν πολλοίς η παραπαιδεία είναι αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής.
Δεν μπορεί επίσης να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι οι επιδόσεις Κυπρίων μαθητών μέσης εκπαίδευσης στα μαθηματικά σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς διαγωνισμούς είναι πολύ χαμηλές. Επιπρόσθετα, δεν υπάρχει ιστορική αυτογνωσία ενώ δεν ενθαρρύνεται η κριτική σκέψη. Και τούτο παρά το γεγονός ότι οι απολαβές των καθηγητών των κρατικών πανεπιστημίων καθώς και των εκπαιδευτικών στη μέση και δημοτική εκπαίδευση είναι σχετικά υψηλές σε σύγκριση με το τι συμβαίνει στις πλείστες χώρες της ΕΕ. Εν ολίγοις, εύλογα υπάρχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις σε θέματα ποιότητας και απόδοσης. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να διαιωνίζεται καθώς ελλοχεύουν κίνδυνοι και πολυδιάστατα προβλήματα με αρνητικές επιπτώσεις.
Τέλος, είναι θλιβερό το γεγονός ότι ούτε και η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη αξιολόγησε σοβαρά την ανάγκη της Κύπρου να είναι παρούσα στη διεθνή αγορά διακίνησης και ανταλλαγής ιδεών. Ένα ελαφρυντικό των προηγούμενων Προέδρων είναι ότι δεν είχαν επαρκή γνώση του αντικειμένου καθώς ανήκαν σε παλαιότερες γενεές. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης όμως; Προφανώς υπήρχαν προσδοκίες οι οποίες δεν έχουν υλοποιηθεί. Θα είναι χρήσιμο να αξιολογηθεί το μέγεθος των πόρων που χορηγούνται στις δεξαμενές σκέψης στις μεγάλες χώρες. Για παράδειγμα, το 2019 στις ΗΠΑ η χορηγία από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση στη RAND ανήλθε στα $1.409.000.000(!), στο Wilson Center $51.692.380, στο Brookings Institution $1.820.002, κλπ. Υπογραμμίζεται ότι υπάρχει στήριξη σε πολλούς οργανισμούς ανεξάρτητα από τη φιλοσοφία που ακολουθούν. Εν ολίγοις, οι ΗΠΑ που είναι μια υπερδύναμη σε όλα τα επίπεδα θεωρούν απαραίτητη τη στήριξη των δεξαμενών σκέψης οι οποίες, μεταξύ άλλων, συνιστούν μια ήπια δύναμη. Εάν οι ΗΠΑ που έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στη σκληρή ισχύ (hard power) θεωρούν απαραίτητη την επένδυση στην ήπια ισχύ/δύναμη (soft power), η Κύπρος η οποία έχει πενιχρή στρατιωτική δύναμη και αντιμετωπίζει υπαρξιακά ζητήματα δεν χρειάζεται την ήπια δύναμη; Ο νοών νοείτο.
Όταν είχε εκλεγεί ο Νίκος Χριστοδουλίδης η πλειοψηφία των πολιτών πίστεψε ότι θα ήταν η απαρχή μιας νέας εποχής αξιοπιστίας, αξιοκρατίας και προόδου σε όλα τα επίπεδα. Οι προσδοκίες αυτές δεν έχουν εκπληρωθεί. Εν κατακλείδι είναι προφανές ότι απαιτούνται πολύ περισσότερα από μια διακυβέρνηση για να θεωρείται επιτυχημένη. Η Κύπρος θα πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα υπαρξιακά ζητήματα που έχει ενώπιον της. Προφανώς απαιτούνται πολλά να γίνουν.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ
