
του Ανδρέα Θεοφάνους
Κατά καιρούς με αφορμή συγκεκριμένα συμβάντα παρατηρούνται διάφορες τοποθετήσεις οι οποίες παραπέμπουν σε σοβαρές διχογνωμίες σε θέματα ιστορικής αξιολόγησης, πολιτικής προσέγγισης καθώς και ταυτότητας. Στην παρέλαση της 25ηςΜαρτίου στην Ελλάδα εκφωνήθηκε το σύνθημα «Η Κύπρος είναι Ελληνική» από μέλη της Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών Ναυτικού (ΣΜΥΝ) ενώ παράλληλα με αφορμή τη συμπλήρωση 70 χρόνων από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ υπήρξαν και πολλά σχόλια που παραπέμπουν σε διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις. Η κοινωνία μας δεν είναι μονολιθική. Ως εκ τούτου οι διαφορετικές προσεγγίσεις είναι αναμενόμενες. Η Κύπρος όμως είναι μια ημικατεχόμενη πατρίδα η οποία αντιμετωπίζει υπαρξιακούς κινδύνους. Συνεπώςείναι σημαντικό να υπάρχει έστω και ένα ελάχιστοπλαίσιο συναντίληψης.
Η Κύπρος ποτέ δεν ήταν μέρος του ελληνικούκράτους. Ήταν όμως για αιώνες αναπόσπαστο μέρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ήταν από την Κωνσταντινούπολη που η κυπριακή εκκλησίαπήρε κάποια προνόμια περιλαμβανομένου του Αυτοκέφαλου. Ήταν από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ζήνωνα που ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου πήρε το προνόμιο να υπογράφει με κόκκινο μελάνι, προνόμιο με συμβολισμό το οποίοδιατηρείται μέχρι σήμερα.
Δια μέσου των αιώνων ο πληθυσμός της Κύπρου ήταν κατ’ εξοχήν ελληνικός. Και δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι Έλληνες της Κύπρου έδωσαν το παρόν τους σε όλους τους εθνικούς αγώνες. Είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε επίσης τη δολοφονία του Αρχιεπισκόπου, των τριών Μητροπολιτών και άλλων προυχόντων Ελλήνων της Κύπρου από τους Οθωμανούς Τούρκους τον Ιούλιο του 1821. Το ποίημα της 9ης Ιουλίου από τον εθνικό μας ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη είναι ενδεικτικό της ιστορίας και της ταυτότητας της Κύπρου.
Ο αγώνας της ΕΟΚΑ για απελευθέρωση και ένωση ήταν ένα φυσικό επακόλουθο της ιστορικής πορείας του Κυπριακού Ελληνισμού. Σημειώνεται επίσης ότι είχε προηγηθεί μια ιδεολογία αλυτρωτισμού στις περισσότερες περιοχές που κατοικούντο από Έλληνες και δεν ήταν μέρος της Ελλάδας (όπως για παράδειγμα η Κρήτη, η οποία τελικά πέτυχε τον στόχο της ένωσης).
Οι Έλληνες Κύπριοι έδωσαν το παρόν τους στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο προσδοκώντας ταυτόχρονα στην αυτοδιάθεση της Μεγαλόνησου. Με τα καταπιεστικά μέτρα των Βρετανών και το «ουδέποτε η Κύπρος θα είναι πλήρως ελεύθερη» από τον Hopkinson το 1954 ο ένοπλος αγώνας κατέστη αναπόφευκτος. Ο μεγάλος στόχος της ένωσης δεν πραγματοποιήθηκε καθώς υπήρχε ένα τεράστιο ανισοζύγιο δυνάμεων. Όταν δημιουργήθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία δεν υπήρχαν ιδιαίτεροι πανηγυρισμοί καθώς το Σύνταγμα αφ’ ενός θεωρήθηκε δοτό και αφ’ ετέρου διότι δια αυτού δόθηκαν υπερπρονόμιαστην τουρκική κοινότητα.
Εκφράζεται και η άποψη ότι τα δεδομένα θα ήταν καλύτερα εάν επιλέγετο άλλη πορεία όπως είχε εισηγηθεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος από τη δεκαετία του 1930. Η θέση αυτή δεν μειώνει τη σημασία και το μεγαλείο του αγώνα της ΕΟΚΑ.
Και οι Τουρκοκύπριοι; Δημογραφικά οι Τούρκοι της Κύπρου είναι αποτέλεσμα της Οθωμανικής παρουσίας στην Κύπρο από το 1571 καθώς και των εξισλαμισμών Ελλήνων και άλλων κατοίκωντης Κύπρου. Ακόμα και πριν από τον αγώνα της ΕΟΚΑ η τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν αναγνώρισε ποτέ το δικαίωμα της πλειοψηφίας των κατοίκων της Κύπρου να έχουν τον πρώτο λόγο στο πολιτικό γίγνεσθαι της Μεγαλονήσου. Πολύ πιο πριν από τον αγώνα της ΕΟΚΑ οι προύχοντες των Τούρκων της Κύπρου υποστήριζαν όχι τη διχοτόμηση άλλα την επιστροφή της Μεγαλονήσου στην Τουρκία, στην περίπτωση που θα τερματίζετο η Βρετανική αποικιοκρατική διοίκηση. Επιπρόσθετα, εάν ανατρέξει κάποιος στην αξιολόγηση των διακοινοτικών συγκρούσεων του 1963-1964, ο ελληνοκυπριακός τύπος, συμπεριλαμβανομένης και της Χαραυγής, έκανε λόγο για «Τουρκανταρσία» και «τρομοκράτες» οι οποίοι προωθούσαν τα επεκτατικά σχέδια της Άγκυρας.
Ακόμα και ως Πρόεδρος, ο πολιτικός αρχηγός της ΕΟΚΑ, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, εξακολουθούσε να έχει ως στόχο την ένωση. Όταν όμως βεβαιώθηκε ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να ακολουθήσει την πορεία αυτή εξήγγειλε στις αρχές του 1968 την πολιτική του εφικτού, την επιδίωξη ενός ενιαίου κράτους. Και θα πετύχανε τον στόχο αυτό εάν δεν υπήρχε η αποσταθεροποιητική δράση της ΕΟΚΑ Β’ και της Χούντας.
Δεν μπορούμε όμως να εξισώσουμε την ΕΟΚΑ με την ΕΟΚΑ Β’. Μετέπειτα, οι αγωνιστές και οι υποστηρικτές του αγώνα του 1955-59 είχαν εν πολλοίς χωρισθεί σε Μακαριακούς και Γριβικούς. Ο Μακάριος στηριζόταν από ένα ισχυρό πλειοψηφικό ρεύμα, το οποίο περιελάμβανε τους περισσότερους αγωνιστές και το μεγαλύτερο μέρος της Δεξιάς. Υπήρχαν και οι φωνές εκείνες οι οποίες προειδοποιούσαν για τις φοβερές συνέπειες του διχασμού.
Στη σημερινή συγκυρία η Κύπρος αντιμετωπίζει υπαρξιακές απειλές και το μέλλον παραμένει αβέβαιο. Δεν μπορεί όμως ο Κυπριακός Ελληνισμός να είναι εθνικά απονευρωμένος. Υπάρχει κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά δεν υπάρχει κυπριακό έθνος. Είμαστε πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας με νομιμοφροσύνη στο δικό μας κράτος και ταυτόχρονα υπερήφανοι για την εθνική μας καταγωγή. Μόνο εάν σεβόμαστε τη δική μας εθνική καταγωγή είναι δυνατό να σεβόμαστε και την εθνική ταυτότητα των άλλων νόμιμων κατοίκων της Μεγαλόνησου όπως οι ίδιοι την προσδιορίζουν.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ μια τηλεοπτική συνέντευξη του διάσημου Καθηγητή Fouad Ajami (τότε ήταν στο Johns Hopkins University, Washington D.C.και αργότερα στο Stanford University) όταν ήμουν φοιτητής στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1980. Σε συγκεκριμένη ερώτηση ο Καθηγητής Ajamiείπε στον δημοσιογράφο και στους τηλεθεατές ότι «πρέπει να αντιληφθείτε ότι ο Λίβανος είναι μια Σιιτική χώρα/Shiite country καθώς ο Σιιτικόςπληθυσμός της χώρας είναι πέραν του 40% του συνόλου». Αναρωτήθηκα τι θα έλεγε ο FouadAjami για την Κύπρο ιδίως εάν ήτανΕλληνοκύπριος.
Eν κατακλείδι υπογραμμίζω ότι όσο επικίνδυνος είναι ο εθνικισμός και η απουσία ορθολογισμού άλλο τόσο είναι ο εθνομηδενισμός και η εθνική απονεύρωση. Ο δρόμος για μια βιώσιμη λύση του Κυπριακού θα είναι μακρύς. Και ενώ πρέπει να πράξουμε το καλύτερο δυνατό για την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας στα πλαίσια ενόςκανονικού ομοσπονδιακού κράτους, ταυτόχρονα είναι σημαντικό να διασφαλισθεί η εθνική επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού στην γη των πατέρων του. Απαραίτητες αν και όχι επαρκείς προϋποθέσεις για μια τέτοια εξέλιξη είναι η εθνική συμφιλίωση και η κοινωνική συνοχή.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ
