
της Άννας Κωνσταντινίδου*
Πλανώμαστε, εάν πιστέψουμε ότι η Τουρκία (άσχετα εάν τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι επικεφαλής Κυβέρνησης ο Ερντογάν) θα σταματήσει την ακραία ρητορική της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Και φυσικά, με αυτό που γράφω κάθε άλλο παρά τετραγωνίζω τον κύκλο, όμως αυταπατώμαστε, εάν πιστεύουμε ότι η κατάσταση αυτή έχει να κάνει απλά και μόνο με τις ενεργειακές εξελίξεις, τόσο όσον αφορά το ηλεκτρικό καλώδιο διασύνδεσης Ελλάδας -Κύπρου- Ισραήλ όσο και τα ελληνικά οικόπεδα νοτίως της Κρήτης που θα βγάλει το εθνικό Υπουργείο Ενέργειας σε διαγωνισμό. Τα ενεργειακά είναι μόνο η αφορμή!
… Και η αιτία είναι μία… Αυτά τα 5 χρόνια διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Ελλάδα δεν κατάφερε μόνο να επανατοποθετήσει τις σχέσεις της με τα αραβικά Κράτη και κυρίως να συσφίξει τις σχέσεις της με τους δύο πυλώνες του Αραβισμού και του Αραβικού Κόσμου, την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία (…δεν ξεχνάμε επίσης την τεράστια παρακαταθήκη στη Στρατιωτική Διπλωματία τού Επίτιμου Α/ΓΕΕΘΑ, Στρατηγού Φλώρου), αλλά το Ισραήλ επέλεξε σύμμαχο και εταίρο, και είναι η χώρα μας. Και φυσικά το κυριότερο εξ όλων που “πονάει” την Τουρκία -και μάλιστα – περισσότερο από καθετί άλλο, το ισραηλινό Κράτος είναι δίπλα στην Κύπρο.Με λίγα λόγια, ο Ελληνισμός κατάφερε να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις του με δύο κόσμους, Ισραήλ και Αραβικό, που η Τουρκία διαμόρφωνε συνθήκες συμπόρευσης. Ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι οι σχέσεις αυτές -και είναι γνωστό κυρίως όσον αφορά τους Άραβες – στηρίζονταν σε λυκοφιλία, εντούτοις δεν παύει, το τουρκικό Κράτος να κατάφερε, να έχει λόγο για πολύ σημαντικές στιγμές στη μεσανατολική περιοχή.
Φυσικά, κάποιος θα αντιτείνει- και- εύλογα, ότι εάν ο Τούρκος πρόεδρος δεν έδειχνε εθνικιστικό παροξυσμό, ιδιαίτερα μετά την τρομοκρατική ενέργεια εναντίον του Ισραήλ, τα πράγματα δεν θα είχαν πάρει αυτήν την τροπή και κυρίως όσον αφορά τις σχέσεις της Τουρκίας μαζί του και δευτερευόντως με τους Άραβες (αφού καπηλεύτηκε και ένα δικό τους πολιτικό-εθνικο ζήτημα, το Παλαιστινιακό).Και όμως αυτό που πιστεύεται, είναι λάθος.
Και είναι λάθος γιατί πολύ απλά όταν η Τουρκία άλλαζε το εθνικό δόγμα της το 2015, είναι παράλογο να θεωρείται , ότι η “Γαλάζια Πατρίδα”, το όραμα που έφερνε αφετηρία το βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου, Στρατηγικό Βάθος (που συντάχθηκε την εποχή που ο Κόσμος έκανε την “αναθεώρησή” του σε πολυπαραγοντικό επίπεδο το 2008 , τόσο στην ΕΕ, όσο και στις ΗΠΑ, αλλά και στη Μέση Ανατολή) στρεφόταν μόνο εναντίον του Ελληνισμού. Όλες οι χώρες της περιοχής, ακόμα και το Ισραήλ μέσω της Κρίσης τού Mavi Marmara (2010), είδαν τον κίνδυνο να έρχεται και έφερνε την εθνική υπογραφή μίας χώρας… αυτή της Τουρκίας. Ο νεο-οθωμανισμός του Ερντογάν, ως γνωστόν, αναφέρεται και αφορά όλα τα εδάφη που σε κάποια στιγμή της Ιστορίας τους βρέθηκαν υπό την Υψηλή Πύλη, ενώ δεν ξεχνάμε τον εθνικό όρκο των Τούρκων, το Mîsâk-ı Millî ή Millî Misak, που είναι το ιδεολογικό στάδιο που ακολούθησε του Οθωμανικού Κράτους.Οπότε, εκτός των άλλων, όλη αυτή η κατάσταση κάθε άλλο παρά είναι μόνο έργο Ερντογάν, αλλά ένας εθνικός σχεδιασμός, συνταγματικά κατοχυρωμένος από την ίδρυση του Κράτους το 1923. Τα έχουμε ξαναπεί, και ειδικά στη βάση των εξελίξεων, δεν είναι κακό να τα αναφέρουμε ξανά ως υπενθύμιση.
Διάβαζα ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Michael Rubin( https://www.washingtonexaminer.com/opinion/3377768/congress-ensure-israel-qualitative-military-edge-against-turkey/), το οποίο γράφει ότι η Τουρκία συμπεριφέρεται όπως το Ιράν και για τον λόγο αυτό οι ΗΠΑ είναι αναγκαίο να μειώσουν την αμυντική ισχύ της, τουλάχιστον στο ποσοστό που δεν θα μπορεί να επηρεάσει την παγκόσμια ασφάλεια. Προσωπικά, θεωρώ ότι η Τουρκία όχι μόνο συμπεριφέρεται, όπως το Ιράν, αλλά έτσι όπως εξελίσσει τον πολιτικό βηματισμό της σε περιφερειακό επίπεδο επιδιώκει να υποκαταστήσει τη θέση του, όσον αφορά τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν/ή θέλει να την βλέπουν.
Η Τουρκία πρέπει να πούμε, ότι στηρίχθηκε σε μία φήμη, που της έδωσε “απλόχερα” η Διεθνής Κοινότητα και την οποία ακούμε ακόμα και από χείλη αξιωματικών των ΕΔ της χώρας μας, για την επίζηλη γεωγραφική θέση της. Ας μην ξεχνάμε όμως, τόσο τις Συμφωνίες Διαμελισμού της ως Οθωμανικό Κράτος όσο κυρίως ότι η ίδια η Διεθνής Διπλωματία μέσω της Συνθήκης του Μοντρέ αλλά και προγενέστερα, με αυτή της Λωζάννης (εκχωρώντας σε αυτήν την Ίμβρο και την Τένεδο) από τις οποίες διαφαίνεται ότι η αυτή και μόνο αυτή έχει, εν ολίγοις, το “μαχαίρι και το καρπούζι” όσον αφορά το μέλλον της Τουρκίας. Οπότε, για ποιο γεωγραφικό πλεονέκτημα μιλάμε και (να μου επιτραπεί η φράση) “παραμυθιαζόμαστε”, όταν η Ιστορία και τα σύνορα του τουρκικού Κράτους στηρίχτηκαν ή πιο σωστά ήταν “έμπνευση” της Διεθνούς Διπλωματίας;
Είναι από τους μύθους που αρεσκόμαστε να πιστεύουμε περί γεωγραφικού πλεονεκτήματος, όπως αρεσκόμαστε και σε τόσους άλλους μύθους που εδραίωσαν οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Και τελειώνω με το θέμα, το οποίο άρχισα. Η Τουρκία δεν απειλεί με την ρητορική της εξαιτίας των ενεργειακών πλάνων που υπάρχουν στην περιοχή. Η Τουρκία φοβάται τις συμμαχίες από τις οποίες είναι απούσα. Και όχι μόνο είναι απούσα, αλλά την αντιλαμβάνονται ως εχθρό…
*Δρ Άννα Κωνσταντινίδου: Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Διδάσκουσα στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σχέσεων Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, Επιστημονική Συνεργάτιδα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (Θεσμοθετημένο Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας), εξωτερική διαλέκτρια στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ), Συνεργάτιδα του Canadian Hellenic Congress
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ
