Πρόκειται για βαθιά ριζωμένο σκάνδαλο με θύμα την κυπριακή κοινωνία για το οποίο επικρατεί σιωπή. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 93/13/ΕΟΚ τέθηκε σε ισχύ στην Κύπρο το 1997 ενόψει της ένταξής μας στην ΕΕ και αφορά την προστασία των καταναλωτών έναντι καταχρηστικών όρων/πρακτικών και παράνομων υπερχρεώσεων ιδιαίτερα από τις τράπεζες. Η Οδηγία επικρατεί έναντι οποιασδήποτε εγχώριας νομοθεσίας στην εκδίκαση υπόθεσης από τα Δικαστήρια των κρατών-μελών κι επιπλέον, προέκυψαν αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ που καθοδηγούν δεσμευτικά τα εγχώρια Δικαστήρια. Σε περιπτώσεις αμφιβολίας ή θέματος ερμηνείας, τα εγχώρια Δικαστήρια παραπέμπουν προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της ΕΕ για γνωμοδότηση.
Παραθέτουμε μερικά γεγονότα.
Η Κύπρος υπήρξε για δεκαετίες χείριστο παράδειγμα μαζικής χρήσης καταχρηστικών/παράνομων τραπεζικών όρων και πρακτικών με θύματα χιλιάδες καταναλωτές και εταιρείες. Από το 1997, που η Κύπρος υποχρεωτικά θέσπισε αρμόδια αρχή για την παρακολούθηση εφαρμογής της συγκεκριμένης νομοθεσίας, η πρώτη απόφαση της αρχής εναντίον τράπεζας εκδόθηκε το 2016, χωρίς νομική δεσμευτικότητα! Πέρασαν σχεδόν 20 χρόνια για έκδοση απόφασης κατά τράπεζας που εν τέλει, δεν έχει δεσμευτικότητα, ούτε μέχρι και σήμερα.
Μεγάλη τράπεζα με διασυνδέσεις με την εξουσία παρανομούσε με υπερχρεώσεις για ποσό €50 εκατομμυρίων και η αρμόδια αρχή της επέβαλε πρόστιμο €250 χιλιάδων και επιστροφή των €30 εκατομμυρίων μόνο. Για παραβιάσεις μεταξύ 2012-2020, επιβλήθηκαν 13 χρηματικές ποινές, αλλά με απόφαση του αρμόδιου Υπουργείου, στις 9 από αυτές το ποσό μειώθηκε και σε 2 ακυρώθηκε εντελώς.
Το Δικαστήριο της ΕΕ αποφάνθηκε ότι πρόκειται για θέμα δημόσιας τάξης που επιβάλλει την θεμελιώδη υποχρέωση κάθε κράτους-μέλους στην εφαρμογή του κράτους δίκαιου με απονομή της δικαιοσύνης. Στην Κύπρο, τα θύματα των τραπεζών παραμένουν δέσμια των παράνομων καταχρηστικών όρων που τους επιβλήθηκαν.
Για χρόνια πρωτοστατώ στην ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωκοινοβουλίου, που ανταποκρίθηκαν καλώντας κράτη-μέλη όπως η Κύπρος να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους για έμπρακτη και αποτελεσματική εφαρμογή της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Για το θέμα έφτασα μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου, αλλά υπήρξε παντελής απογοήτευση.
Σε άλλα κράτη-μέλη αξιοποιούν την ευρωπαϊκή νομοθεσία (όπως επιβάλλεται) και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ για απονομή της δικαιοσύνης προστατεύοντας τους αδύνατους καταναλωτές. Στην Κύπρο τα Δικαστήρια την παραβλέπουν τόσο που δεν έχουν υποβάλει ούτε καν ένα προδικαστικό ερώτημα προς το Δικαστήριο της ΕΕ. Μάλιστα, σε υποθέσεις που ο καταναλωτής ζήτησε ο ίδιος να παραπεμφθεί προδικαστικό ερώτημα, το Κυπριακό Δικαστήριο το απέρριψε. Η Δρ Ρ. Οικονομίδου-Αποστολίδου (πρώην ανώτατο στέλεχος στο Δικαστηρίου της ΕΕ) υπήρξε δηκτική: «Είναι αμφίβολο αν το δίκαιο της ΕΕ ενσωματώνεται όπως προβλέπεται και όπως επιβάλλεται στο κυπριακό δίκαιο.»
Εφόσον η Ευρωπαϊκή νομοθεσία υπερτερεί της εγχώριας, ποιος εμποδίζει το προστατευτικό δίκαιο της ΕΕ να φτάσει στην Κύπρο για απονομή της δικαιοσύνης στον συγκεκριμένο τομέα;
Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S & D), Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο