του Γιώργου Μάη*
Από την ανεξαρτησία της η Κυπριακή Δημοκρατία (1960) μέχρι την βάρβαρη Τουρκική εισβολή τον Ιούλιο του 1974, είχε ένα πολύ ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης της τάξης 7% συν ετησίως, με εξαίρεση την περίοδο 1963 – 1964 που ξέσπασε η τουρκο-ανταρσία.
Εκείνο που συντάραξε και ταρακούνησε συνθέμελα την Κυπριακή οικονομία, αλλά και τις δομές του κράτους ήταν η Τουρκική εισβολή του 1974. Η χώρα απώλεσε το 37.5% του εδάφους και τους σημαντικότερους πλουτοπαραγωγικούς πόρους και υποδομές (ανεπτυγμένες καλλιέργειες που τροφοδοτούσαν την μεταποιητική βιομηχανία, βιομηχανίες, ξενοδοχειακές μονάδες, το μεγαλύτερο λιμάνι, αυτό της Αμμοχώστου, το Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας κά).
Για τους πιο πάνω λόγους και το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του ενεργού πληθυσμού αναγκάστηκε να ξενιτευτεί, το έργο της ανασυγκρότησης γινόταν ακόμα πιο δύσκολο και οι προοπτικές ανάκαμψης φαίνονταν πολύ απομακρυσμένες.
Η Τουρκική εισβολή κατέστρεψε σχεδόν τα πάντα, όλοι οι δείκτες της οικονομίας κοκκίνισαν και η αβεβαιότητα επιδείνωνε περισσότερο την κατάσταση. Το ΑΕΠ της χώρας υποχώρησε στο -14.6% το 1974 και στο -19% τον αμέσως επόμενο χρόνο. Το δημόσιο χρέος από 10% του ΑΕΠ πριν από την εισβολή εκτινάχθηκε στο 19.54% του ΑΕΠ το 1974 και στο 27.29% του ΑΕΠ το 1975, η ανεργία ανέβηκε στο 16.2% το 1975.
Δύσκολα θα μπορούσε να πιστέψει κανείς ότι μετά από ένα τέτοιο κτύπημα θα μπορούσε η Κυπριακή οικονομία να ανακάμψει αφού ήταν σχεδόν διαλυμένη. Έγινε όμως κατορθωτό, με την παροχή ξένης βοήθειας κυρίως από την Ελλάδα και τις ΗΠΑ, αλλά και τα διάφορα σχέδια οικονομικής δράσης που είχαν εφαρμοστεί.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 η Κυπριακή Οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλή πορεία, η ανάπτυξη του τουρισμού είναι σημαντική και η χώρα προχωρεί στους σχεδιασμούς της, έρχεται πιο κοντά στην Ευρώπη και υπογράφει την Τελωνειακή Ένωση με την ΕΟΚ, εξέλιξη που επηρέασε αρνητικά κάποιες βιομηχανίες αλλά που βοήθησε την οικονομία αφού πλέον τα Ευρωπαϊκά προϊόντα διατίθεντο στην Κυπριακή αγορά σε χαμηλότερες τιμές λόγω μείωσης των δασμών.
Το δημοσιονομικό έλλειμα και το δημόσιο χρέος όμως είχαν φτάσει σε υψηλά επίπεδα κυρίως λόγω των δαπανών για δημιουργία βασικών υποδομών και την ανακούφιση των εκτοπισμένων.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και ενώ η οικονομία άρχισε να σταθεροποιείται, ξέσπασε η κρίση στον Περσικό Κόλπο που έφερε σοβαρές αναταράξεις. Η Κύπρος είχε αρκετές συναλλαγές και εξάρτηση από τις αγορές της Μ. Ανατολής. Το πλήγμα που υπέστη ο τουρισμός και η οικοδομική βιομηχανία ήταν πολύ σοβαρό.
Με σωστές κινήσεις έγινε κατορθωτό να αλλάξουν τα δεδομένα της οικονομίας, κάτι που επέτρεψε την υποβολή αίτησης της Κυπριακής Δημοκρατίας για ένταξη στην τότε ΕΟΚ.
Οι μέχρι σήμερα εμπειρίες αποδεικνύουν ότι λόγω του μικρού μεγέθους της οικονομίας, παρέχεται στην χώρα το πλεονέκτημα της ευελιξίας, από την άλλη όμως διαφαίνεται και πόσο ευάλωτη είναι σε εξωγενείς παράγοντες όπως η διεθνής οικονομική κρίση, οι περιφερειακές συρράξεις κλπ.
Η οικονομία συνέχισε να βελτιώνεται και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Κύπρος κατέστη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που δημιούργησε νέες προοπτικές για την οικονομία αλλά και για το Εθνικό μας θέμα.
Στην συνέχεια υπήρξαν πολιτικές εξελίξεις οι οποίες δεν επηρέασαν σοβαρά την οικονομία (όπως το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν το 2004, η διάνοιξη των οδοφραγμάτων της Πράσινης γραμμής, η εισδοχή της χώρας στην ζώνη του Ευρώ κ.ά.).
Η διεθνής οικονομική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και επεκτάθηκε στην Ευρώπη επηρέασε αρνητικά τη μικρή ευάλωτη Κυπριακή οικονομία. Οι αρχικές εκτιμήσεις ότι δεν θα επηρεαζόταν η Κύπρος αποδείχθηκαν τελείως λανθασμένες. Ο τραπεζικός και ο δημόσιος τομέας παρουσίασαν τεράστια προβλήματα. Η τότε κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποταθεί για βοήθεια στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης και τον Ιούλιο του 2012 έφθασε στην Κύπρο κλιμάκιο της Τρόικα. Η κυβέρνηση απέτυχε να έρθει σε συμφωνία αφού δεν δεχόταν κάποιες από τις προτάσεις της Τρόικα, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να περιέλθουν σε δεινή θέση λόγω και της απομείωσης των Ελληνικών Ομολόγων, γεγονός που ώθησε όλους τους οίκους αξιολόγησης να υποβαθμίσουν την Κυπριακή οικονομία κατατάσσοντας την στην κατηγορία σκουπίδια.
Την περίοδο αυτή ως ήταν αναμενόμενο όλοι οι δείκτες είχαν επιδεινωθεί καταγράφοντας αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και ανεβάζοντας το δημόσιο χρέος στο 85.81% του ΑΕΠ και την ανεργία στο 11.8%, κάτι πρωτοφανές για τα Κυπριακά δεδομένα. Τα πιο πάνω συνέπεσαν με την αλλαγή διακυβέρνησης της χώρας. Η νέα κυβέρνηση είχε να διαχειριστεί μια σειρά από προβλήματα και εξελίξεις που διαμορφώνονταν με ασύλληπτα μεγάλες ταχύτητες, εξελίξεις και γεγονότα που δεν είχαν προηγούμενο για την χώρα μας, (κλείσιμο τραπεζών, κούρεμα καταθέσεων, παντελής έλλειψη ρευστότητας) που είχαν σαν συνέπεια την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, τον περιορισμό στις συναλλαγές και την δραματική μείωση του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων.
Ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε στο -7.9% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμα στο -8.7% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος στο 109,2% του ΑΕΠ, η δε ανεργία σκαρφάλωσε στο 16.1%.
Η συνεργασία της κυβέρνησης με τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι θυσίες των πολιτών και των επιχειρήσεων έφεραν αποτέλεσμα και μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει. Το 2014 από την κατηγορία σκουπίδια εισήλθε στις αγορές, κάτι που έκανε τους Ευρωπαίους να μιλούν για “success story”. Μπορεί η Κύπρος να κατάφερε τον Ιούνιο του 2014 να εξέλθει του μνημονίου που υπέγραψε με την Τρόικα, άφησε όμως ανοικτές πληγές τόσο για τις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις όσο και για τους απλούς πολίτες της χώρας.
Στην συνέχεια η οικονομία δοκιμάστηκε από τις συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού η οποία επέφερε συρρίκνωση της οικονομίας της τάξης του -5,1% του ΑΕΠ το 2020. Αρκετές επιχειρήσεις κυρίως του τουριστικού τομέα παρέμειναν κλειστές, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, με πολλές επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους να αλλάζουν χέρια και άλλες να κλείνουν οριστικά οδηγούμενες σε πτώχευση. Σαν επακόλουθο η ανεργία να ανέβηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Τα διάφορα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης βοήθησαν αρκετές επιχειρήσεις να κρατηθούν στην ζωή και διασώθηκαν αρκετές θέσεις εργασίας, δεν ήταν ικανά όμως να στηρίξουν τις επιχειρήσεις στο σύνολο τους και στον βαθμό που αυτές χρειαζόντουσαν.
Σήμερα είμαστε ενώπιον μιας νέας γεωπολιτικής κρίσης με τον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας. Με τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί να πλήττεται σοβαρότατα η Κυριακή οικονομία κυρίως στους τομείς του τουρισμού, των υπηρεσιών και των επενδύσεων. Πέραν αυτού έχουμε να αντιμετωπίσουμε τις απειλές και την επιθετικότητα της Τουρκίας η οποία απροκάλυπτα απειλή την ειρήνη στην περιοχή και δυσχεραίνει το επιχειρηματικό κλίμα.
* Γιώργος Μάης, Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πάφου
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.