του Στέλιου Κούκου
Ίσως! (Αλλά αυτό πρόκειται για υπόθεση εργασίας για να πάμε παρακάτω). Ξεπερασμένος, όμως, γιατί; Και αν αυτό αφορά την φόρμα… εργασίας του, δηλαδή το διήγημα, το πεζογράφημα, όπως το αποκαλεί ο ίδιος, σίγουρα όχι! Γιατί έχουμε και σήμερα εξαιρετικές ανάλογες δημιουργίες στο λογοτεχνικό αυτό… καλούπι. Και ως προς αυτό, μάλλον, θα μπορούσαν κάποιοι να ισχυριστούν πως ήδη έχουν προσπεράσει τον Ιωάννου!
Και αν αυτό ισχύει, είναι αρκετό για να πούμε άπαξ και διά παντός πως έχει ξεπεραστεί; Προσωπικά δεν το νομίζω και αυτό δεν είναι υπόθεση εργασίας. Αλλά αυτό θα πρέπει να το πω στο τέλος αν τελικά… συμφωνήσω και με τα λοιπά που θα παραθέσω! (Ευτυχώς που δεν είμαι ούτε κριτικός ούτε φιλόλογος και μπορώ δια του τρόπου του μεθοδολογικού αναρχισμού του Φέγεραπεντ να λέω και μια κουβέντα παραπάνω. Τι μια κουβέντα! Και έτσι να χαιρόμαστε και το γράψιμο και ελπίζω και εσείς την ανάγνωση! Προχωράμε…).
Μένει να εξετάσουμε τις εντάσεις στο έργο του, και γενικά το πλήρες φορτίο και φόρτωμα που κουβαλά μέσα του για να είναι συγχρόνως εύπλαστο, στιβαρό και, βεβαίως, άμεσο όπως πρέπει να είναι το διήγημα, και οπωσδήποτε ένα σύγχρονο ποίημα.
Πράγματι, υπάρχουν σήμερα κάποιοι διηγηματογράφοι οι οποίοι εξέλιξαν το είδος. Μερικοί από αυτούς, μάλιστα, δεν θα αρνιόντουσαν πως πράγματι «πάτησαν» στον Γιώργο Ιωάννου και κάποιοι άλλοι μπορεί και όχι. (Οι τελευταίοι, ίσως, και να ισχυριστούν πως πάτησαν τον Ιωάννου. Λέμε τώρα)!
Όπως και να έχει η εντύπωσή μου είναι πως δύσκολα μπορούμε να βγάλουμε τον Ιωάννου από την μέση και πως φίλοι και εχθροί πέρασαν διά μέσου του έργου του.
Η μικρή φόρμα, το διήγημα, έμοιαζε στα χέριά του ως ένα τέλειο και σχεδόν πρωτότυπο «εργαλείο» κι ας μην ήταν καθόλου πρωτότυπο. Προφανώς, όμως, δεν ήταν η φόρμα που του έδινε λάμψη, αλλά ο ίδιος έδωσε λάμψη και νέα ζωή στην φόρμα αυτή! Η προσωπική του χρήση, η δική του «εκμετάλλευσή» της. Ο ευρύτερος κόσμος του. Εσωτερικός και εξωτερικός!
Παράλληλα, όμως, έδωσε αμέσως δυνατότητες και εχέγγυα σε όσους… πεζογραφούσαν ή θα πεζογραφούσαν στο μέλλον, να επιλέξουν το διήγημα χωρίς καμία ενοχοποίηση, ότι ασχολούνταν με ένα «σχήμα» ξεπερασμένο. Να υπενθυμίσω πως το λογοτέχνημα αυτό αποκλήθηκε και ως αγώνισμα δρόμου μικρών αποστάσεων σε σχέση με το ανοικονόμητο και μεγάλων αποστάσεων μυθιστόρημα!
Πάντως, πέραν από σχήματα και φόρμες το σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει παρθενογένεση. Και ο Γιώργος Ιωάννου ήταν σταθμός. Ανάμεσα σε παλαιότερους και νεώτερους! Και μάλλον και κόμβος και κομβικό σημείο στην πεζογραφία μας!
Πάμε τώρα να δούμε αν έχει κάποια βάση το ερώτημά, αν δηλαδή ο Γ. Ιωάννου είναι ξεπερασμένος. Δίλημμα που δεν το δημιούργησα και ούτε πρόκειται για υπόθεση εργασίας, αλλά άκουσα μερικούς να το υποστηρίζουν!
Αυτό θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, πως προκύπτει μέσα από το ίδιο του το έργο. Ότι δηλαδή ορισμένες φορές είναι άνισο. Άνισο… ποιητικά ως προς τις εντάσεις, το φόρτωμα που αναφέραμε πιο πάνω. Και με μια… οπισθοβασία θα ήθελα να ξαναδούμε την φόρμα αυτή με ένα άλλο χαρακτηριστικό της την ποιητική της συγκρότηση.
Μην παραξενεύεστε, για την αναφορά σε «ποιητική συγκρότηση» γιατί παρ’ όλο που το διήγημα αποτελεί μία ακραιφνώς πεζογραφική εργασία και… άθλημα ενίοτε και πραγματικός άθλος, εντούτοις δεν μπορεί να σταθεί αν ο λόγος του δεν είναι συμπυκνωμένος. Ήτοι ποιητικός! Αυτό αποδεικνύουν και οι νεότεροι μάστορες του είδους! Και για όσους ήδη έχουν εκνευριστεί και θέλουν να εγκαταλείψουν την ανάγνωση θα ήθελα να τους αναφέρω τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, αλλά και τον παλαιότερα αδικημένο Γεώργιο Βιζυηνό. Ποιητές δεν είναι;
Αλλά πέρα από τον «ποιητικό», τον συμπυκνωμένο λόγο με τον οποίο στοιχειοθετείται, πλέον, ένα διήγημα είναι και κάτι άλλο το οποίο το κάνει… ποίημα. Και αυτό είναι η σύλληψή του. Αυτό νιώθω πολλές φορές. Ότι, δηλαδή, συλλαμβάνεται άμεσα και αποδίδονται τοιουτοτρόπως δίκην ποιήματος. Ή τουλάχιστον, έτσι μας το παρουσιάζει περίτεχνα ο επιδέξιος ποιητής της λογοτεχνικής αυτής φόρμας.
Να αναφέρουμε, επίσης, πως και ο Βιζυηνός και ο Παπαδιαμάντης και ο Ιωάννου έγραψαν και ίδιοι ποιήματα. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, μάλιστα, είχε πει για τον Ιωάννου πως εγκατέλειψε την ποίηση για να αφοσιωθεί με ένα κατώτερο είδος, το διήγημα. Είναι κατώτερο είδος το διήγημα ή εν γένει η πεζογραφία; Αυτό είναι άλλο θέμα…
Ο Ιωάννου, πάντως, μοιάζει να τίμησε το είδος και ίσως μπορούμε να ισχυριστούμε πως το επανίδρυσε με όρους σύγχρονους και μάλιστα αστικούς. Δεν έχω υπόψη εάν έχει κατηγορηθεί επί… ηθογραφία, δίκην παπαδιαμαντικής αναψηλάφησης. Είναι, όμως, ευρέως γνωστό, ότι από τον καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη το έργο του Ιωάννου χαρακτηρίστηκε ως επαρχιακή λογοτεχνία! Κάτι, βεβαίως, που δεν νομίζω πως έγινε κοινά αποδεκτό.
Πάντως, όπως και να το κάνουμε, μοιάζει πως ο Ιωάννου έλαβε μια αναβάθμιση σε σχέση με τον Παπαδιαμάντη, αφού δεν αναφέρθηκε ο όρος ηθογραφία. Όρος που χρησιμοποιείται στα όρια της συσχέτισης ή και της ταύτισης με την λαογραφία και τις ποικίλες έωλες προσπάθειες διάσωσης, ανάδειξης, αν όχι ανασύστασης παρωχημένων εποχών!
Κάτι που ούτε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ούτε ο Γιώργος Ιωάννου θα αποδέχονταν. (Και δεν αντέχω να μην το πω, πολύ περισσότερο ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης)! Και ίσως κάποιος από τους προαναφερόμενους θα μπορούσε να πει, άνετα, εκ μέρους τους, πως «οι γραφικοί ας μας λένε γραφικούς». Και πράγματι αυτό συμβαίνει! Γραφικοί, δήθεν εκσυγχρονιστές μέχρι αποπληξίας!
Η λογοτεχνική πεζογραφική κατάθεση του Θεσσαλονικιού, αλλά και ανατολικοθρακιώτη λογοτέχνη Γιώργου Ιωάννου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σε καμιά περίπτωση ούτε ως ηθογραφία ούτε ως επαρχιακή και ας περιέχεται μέσα της και όλος ο καημός της προσφυγιάς των ανθρώπων των αλησμόνητων πατρίδων της μικρασιατικής τραγωδίας.
Και φυσικά μέσα στο έργο του υπάρχει και λειτουργεί και όλος ο λοιπός κόσμος της Θεσσαλονίκης, αστικός και λαϊκός, ντόπιοι και λοιποί ξενομερίτες, μέσα στον οποίο και ο ίδιος ανδρώθηκε. Έτσι και αυτός περιέχει μέσα του όλο τον κόσμο της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας! Όλον αυτόν τον διαταραγμένο κόσμο (της προσφυγιάς, του β’ παγκοσμίου πολέμου και της γερμανικής κατοχής, του εμφυλίου και της μετεμφυλιακής εποχής) που είδε μπρος στα μάτια του να αναπτύσσεται, να εκτυλίσσεται, αλλά και με ποικίλες αναφορές στην προηγούμενη ιστορία της περιοχής και της όλης πατρίδας.
Και φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει και η μεγάλη τραγωδία που έπληξε την Θεσσαλονίκη. Αναφέρομαι στον απάνθρωπο ολοκληρωτικό, σχεδόν, αφανισμό από τους ναζί της εβραϊκής κοινότητας της πόλης. Θλιβερά πράγματα και βεβαίως σε καμιά περίπτωση επαρχιακά!
Έτσι, ανάμεσα στο έργο του Ιωάννου εμπεριέχονται δύο ολοκαυτώματα, των Ελλήνων της Ιωνίας και των Εβραίων της Θεσσαλονίκης (ως τοπικό έγκλημα ανάμεσα στο ευρύτερο ναζιστικό υπερέγκλημα) τα οποία έχουν οικουμενικές διαστάσεις.
Και όλα αυτά τα συλλαμβάνει, τα καταγράφει και τα αποδίδει η ποιητική ευαισθησία, η ρώμη της καρδιάς του Γιώργου Ιωάννου. Δεν θα μας πείραζε αν ήταν και χωριάτικη ή επαρχιακή! Σημασία έχει να είναι ποιητική! Και στην περίπτωση των ολοκαυτωμάτων που αναφέραμε ο θεσσαλονικιός λογοτέχνης συνθέτει τις τραγωδίες του καιρού του. Κάτι, βεβαίως, που του έχει αναγνωριστεί έμμεσα πλην σαφώς, αφού μοιάζει πως και ο ίδιος όχι μόνον περιέχει όλον αυτό τον καημό, αλλά και περιέχεται!
Και ήδη φτάσαμε στο… βαθύ περιεχόμενο του κόσμου του Γιώργου Ιωάννου που, σίγουρα, δεν εξαντλείται σ’ αυτό, αφού υπάρχουν τόσα και τόσα άλλα· και βεβαίως, δεν απουσιάζει και η Αθήνα από το έργο του, όπως και πράγματα πολύ πιο προσωπικά, εσωτερικά του παρόντος και μέλλοντος κόσμου που τα ψηλάφησε και μας άφησε τα αισθήματα και τις μαρτυρίες του!
Πράγματα και καταστάσεις που και οι ίδιες οι φόρμες και τα… λοιπά δοχεία υποδοχής του ανθρώπινου λόγου κι αυτά δοκιμάζονται! Ιδιαίτερα στα χέρια επιδέξιων χειριστών και κυρίως ιδιαίτερα ευαίσθητων δημιουργών. Ποιητών! Ένας εξ αυτών είναι και ο Ιωάννου.
Έτσι, και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ακόμη και σε… αδειανά πουκάμισα, μοιάζει να ξεχειλίζει η αδήριτη προσωπική έκφραση, η ίδια η ζωή, ο πόνος, η τραγωδία, το ολοκαύτωμα (βάναυσο εξωτερικό ή εσωτερικό, ερωτικό), πράγμα που μας κάνει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί στην πλήρη και ακραιφνή τήρηση της «νομιμότητας» στην χρήση οποιασδήποτε φόρμας!
Και σίγουρα η φόρμα με την οποία ο Ιωάννου περνά από την ποίηση στην πεζογραφία ήταν πράγματι μοντέρνα και η αμεσότητά της καταλυτική. Και μακάρι οι σύγχρονοι πεζογράφοι να τον ξεπεράσουν. Άλλωστε αυτό κι αν είναι… ολυμπιακό άθλημα και όπως γνωρίζετε οι θεατές, στην περίπτωσή μας οι αναγνώστες, πάντα αναμένουν την κατάρριψη των ρεκόρ και να πιστοποιήσουν ότι κάποιος υπερέχει ή δεν υπερέχει κάποιου παλαιότερου πρωταθλητή.
Και ο Γιώργος Ιωάννου αποτελεί συγχρόνως και αφετηρία, αλλά και μέτρο σύγκρισης! Κι’ αυτό δεν τον κάνει ξεπερασμένο, αλλά μας ξεπερνά!
Αιώνιά του η μνήμη!
Και χαίρε αεί, πάντα και εις αιώνας!
Πηγή:antifono.gr
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.