*του Μιχάλη Κούπκα, δημοτικού συμβούλου Δήμου Θεσσαλονίκης, Υποδιοικητή 3ης Υ.ΠΕ. Μακεδονίας*
Η Θεσσαλονίκη, όχι μόνο ως κεντρικός δήμος αλλά ως ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή, χρειάζεται άμεσα να χαράξει ένα νέο στρατηγικό πλάνο με ορίζοντα το 2050. Για πολύ καιρό, η πόλη μας παραμένει παγιδευμένη σε αναπτυξιακές ιδέες και έργα που προέκυψαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Αυτή η στασιμότητα αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για την περαιτέρω πρόοδο της πόλης.
Είναι αναμφισβήτητο ότι η αδυναμία να ξεπεράσουμε αυτό το στάδιο έχει πολλαπλές αιτίες, τις οποίες γνωρίζουμε όλοι λίγο-πολύ. Το σημαντικό, όμως, δεν είναι να καταλογίσουμε ευθύνες, αλλά να ανοίξουμε έναν νέο, ουσιαστικό διάλογο για το μέλλον της πόλης. Ένα διάλογο που να υπερβαίνει την τοπική και εθνική πολιτική ατζέντα και να διαμορφώνει μία κοινή αντίληψη για το πώς οραματιζόμαστε τη Θεσσαλονίκη τις επόμενες δεκαετίες.
Μπορεί να ακούγεται δύσκολο να μιλήσουμε για το μέλλον, όταν δεν έχουμε ακόμη ολοκληρώσει τα μεγάλα έργα υποδομής της παρελθούσας γενιάς. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να ξεκινήσουμε αυτή τη συζήτηση άμεσα. Οι ανάγκες της πόλης είναι ήδη μεγάλες και απαιτητικές, και ο χρόνος που διαθέτουμε για να προετοιμαστούμε μειώνεται συνεχώς.
Τα ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τη Θεσσαλονίκη μέχρι το 2050 είναι καθοριστικά και αφορούν την κλιματική αλλαγή, την πληθυσμιακή εξέλιξη και το νέο παραγωγικό μοντέλο. Με άλλα λόγια, για να φανταστούμε την πόλη μας σε 30 χρόνια, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πολλές παραμέτρους και να τις ιεραρχήσουμε ανάλογα με τη σημασία τους.
Ένα από τα πιο πιεστικά ερωτήματα αφορά τον πληθυσμό της πόλης και τη δημογραφική του δομή το 2050. Πόσοι θα είμαστε τότε και ποια θα είναι η ηλικιακή σύνθεση της κοινωνίας μας; Αν η θερμοκρασία συνεχίσει να ανεβαίνει και δεν αντιμετωπιστούν φαινόμενα όπως η αστική θερμική νησίδα, αν δεν προβούμε σε ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος και δεν αυξηθούν οι πράσινες περιοχές, αν δεν έχουμε πετύχει τους κλιματικούς στόχους όπως ορίζει το κλιματικό συμβόλαιο που υπογράψαμε ως Θεσσαλονίκη το 2023, τότε η Θεσσαλονίκη θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα σε μερικά χρόνια. Το φετινό καλοκαίρι, με τις υψηλές θερμοκρασίες και τον παρατεταμένο καύσωνα, ήταν μόνο η αρχή.
Αντίστοιχα, η διαχείριση των υδάτινων πόρων και η υδροδότηση της πόλης είναι εξίσου σημαντικά ζητήματα. Οι ανάγκες για αντιπλημμυρικά έργα θα αυξηθούν καθώς οι κλιματικές συνθήκες γίνονται όλο και πιο ακραίες. Η ανθεκτικότητα της πόλης σε τέτοιες αλλαγές αποτελεί βασικό πυλώνα για την ανάπτυξή της.
Εξίσου σημαντικό είναι το ζήτημα του παραγωγικού μοντέλου. Αν συνεχίσουμε να εστιάζουμε σε μορφές απασχόλησης χαμηλής προστιθέμενης αξίας και χαμηλών μισθών, δεν θα καταφέρουμε να προσελκύσουμε τις απαραίτητες επενδύσεις που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία της πόλης. Το πώς διαχειριζόμαστε τη γη, η επέκταση του πολεοδομικού σχεδίου, η χωροταξία, η αναβάθμιση βασικών υποδομών, τα δίκτυα και η διαχείριση απορριμμάτων είναι ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν μέσα από τη σκοπιά του 21ου αιώνα και όχι με τις προσεγγίσεις του περασμένου αιώνα.
Για να συνοψίσουμε, είναι επιτακτική ανάγκη να ξεκινήσουμε αυτόν τον διάλογο το συντομότερο δυνατό. Η Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να μένει πίσω, όταν οι υπόλοιπες πόλεις γύρω μας προχωρούν μπροστά. Πρέπει να αναθεωρήσουμε το στρατηγικό μας όραμα και να προετοιμάσουμε την πόλη μας για το μέλλον. Αν δεν το κάνουμε, κινδυνεύουμε να βρεθούμε πίσω από τις εξελίξεις, σε μια εποχή όπου ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων γίνεται ολοένα και πιο σκληρός.
Το νέο αυτό όραμα για τη Θεσσαλονίκη δεν πρέπει να περιοριστεί σε τεχνικές συζητήσεις για τις υποδομές, αλλά να αγκαλιάσει όλες τις πτυχές της ζωής στην πόλη. Να σκεφτούμε δηλαδή τη Θεσσαλονίκη όχι μόνο ως ένα σημείο στον χάρτη, αλλά ως ένα ζωντανό οργανισμό που εξελίσσεται συνεχώς και που χρειάζεται να προσαρμοστεί στις νέες πραγματικότητες.
Η πόλη πρέπει να γίνει ανθεκτική, όχι μόνο σε φυσικές καταστροφές, αλλά και στις οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις του μέλλοντος. Για να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο, χρειάζεται συνεργασία, ανοιχτός διάλογος και δέσμευση από όλους τους φορείς της πόλης.
Η Θεσσαλονίκη του 2050 πρέπει να είναι μια πόλη πράσινη, βιώσιμη και πρωτοποριακή. Μια πόλη που θα προσφέρει υψηλή ποιότητα ζωής στους κατοίκους της και που θα προσελκύει επενδύσεις, τουρίστες και νέους κατοίκους. Για να το επιτύχουμε αυτό, πρέπει να δράσουμε τώρα, με όραμα και αποφασιστικότητα.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.