Γράφει η Καρίνα Ιωαννίδου*
-Λοιπόν, στον κόσμο μας υπάρχουν τα βαρετά, τα προβλέψιμα, τα κακογραμμένα, τα αντιπαθητικά… Εξαιρούμαστε τα παρόντα, βεβαίως …
–“No Room for Small Dreams”, dear companion! Εμείς, thank God ανήκουμε στα αγαπημένα, στα ενδιαφέροντα, στα πρωτότυπα, στα συναρπαστικά!
-Με μόνη εξαίρεση αυτό που μπήκε σφήνα ανάμεσά μας.
-Κάποτε ζούσαμε ταξινομημένα σύμφωνα με το περιεχόμενό μας. Κάποτε είμασταν «φροντισμένα». Κάποτε υπήρξαμε ευτυχισμένα … Αγάπη φώλιαζε στα άνω, κάτω και πλάγια ράφια. Νιώθαμε το πρωινό γαργάλημα απ΄ το φτερό ξεσκονίσματος ενώ τα βράδια αναριγούσαμε από τα δάκτυλα της πάνω στις ράχες μας που έψαχναν ανάμεσα στους «τίτλους» το βιβλίο εκείνο που θα τη «συντροφεύσει».
-Κάποτε σε αυτό το σπίτι «αγαπιόμασταν» …
-Φευ τώρα βιώνουμε μια εποχή εγκατάλειψης, θλίψης. Η ύπαρξή μας τραμπ-αλίζεται από τότε που μπήκε ανάμεσά μας αυτό…
-“The Book of Dust”, Yes, indeed…
-Μιλάς Γαλλικά! Oυάου!
-Μάλλον Αγγλικά μιλάω που «ξεσήκωσα» από τις βιβλιογραφίες …
-Τι έξυπνο! Μπράβο σου! Ενώ το «εξαιρεμένο» δε βγάζει γκιχ…
-Υποκρίνεται το ήσυχο, το κουτό, όμως, κάτι τέτοια σκληρόδετα έντυπα μπορεί να πάρουν ακόμα και το βραβείο Νόμπελ, έτσι ήσυχα και απλά. Αλλά, για να δούμε “For Whom the Bell Tolls”…
… Trolls με «τρολάρουνε» από παντού. Μια ολόκληρη βιβλιο-κοινωνία με προκαλεί να αντιδράσω. «Μην ανοίγεις συζήτηση μαζί τους. Απλά αδιαφόρησε» σκέφτομαι και σιωπώ. Μια φορά μόνον προσπάθησα κάτι να πω, κι όλα μαζί πέσανε επάνω μου να με φάνε: «Εσύ μας έλειπες τζιτζιφιόγκο. Εσύ κι φιόγκος σου. Δεν μας έφτανε η ημεδαπή κουλτούρα, έχουμε τώρα και την αλλοδαπή!…». Έκτοτε τηρώ μια αδιάφορη στάση καθώς δεν θέλω τάτσι-μίτσι-κότσι με ουτοπικά, χαζορομαντικά και με άλλα περιπετειώδη είδη. Ως βιβλίο σκέψης, ιδανικά, επιθυμώ να «επικοινωνώ» μόνον με όσους με καταλαβαίνουν… Ωστόσο, η αποστροφή προς το πρόσωπό μου εξαπλώνεται εν είδει «πανώλης των εν-χειριδίων».
«Προδότη» με ανεβάζουν «κακοσήμαδο» με κατεβάζουν γιατί βρίσκομαι σαν ορθοστάτης τοποθετημένο κάθετα, σφήνα, in between, με τρόπο ώστε να οριοθετώ τα read books από τα unreadable books, λένε. Υποστηρίζουν πως με τον τρόπο αυτό «εξυπηρετώ» την «ιδιοκτησία», ενώ από την άλλη ο βιβλιοστάτης, έξαλλος, με κατηγορεί για αθέμιτο ανταγωνισμό. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά κυκλοφορεί κι η φήμη για μαζικό ξεσκαρτάρισμα της βιβλιοθήκης. Πανικός! Γύρω μου διαδραματίζονται σκηνές από μεξικάνικη τηλενουβέλα καθώς τα «αδιάβαστα» προσπαθούν να «πηδήξουν» τον «φράχτη Τράμπ», όπως με αποκαλούν, για να βρεθούν στη θεωρητικά safe πλευρά με τα «διαβασμένα». Πλέον βρίσκομαι σε κατάσταση «ορθοστατικής συμ-πίεσης» με άμεσο κίνδυνο «εμφράγματος». Επανα-τυλιγμένο όπως όπως στο χαρτί περιτυλίγματος μου, με λυμένο τον κάποτε επιβλητικό φιόγκο μου, παραμένω «ορθοστατών» στις αρχές μου με όση αξιοπρέπεια μου έχει απομείνει… Παραμένω «κλειστό» στο ράφι «κιτρινισμένο» απ΄ την πολυκαιρία με το χρόνο να κυλάει άσκοπα και να «σκονίζει» επάνω μου. Τίποτα, ωστόσο, δεν μπορεί να μπει σφήνα στις σκέψεις μου γιατί οι σκέψεις δεν κατοικούν στα ράφια, αλλά στην κεντρική σελίδα μου, στην καρδιά μου…
Ας όψεται ο ηλίθιος που έγραψε την αφιέρωση: «Να το διαβάσεις όταν θα είσαι ευτυχισμένη…». Εκείνη μόλις τη διάβασε οργίστηκε τόσο που έσπασε ένα κορεάτικο βάζο celunon prunus. Τώρα το ξέσπασμα αυτό αν είχε να κάνει με το πρόσωπο του δωρίζοντος ή με ένα κρυμμένο μήνυμα στην αφιέρωση, δεν το γνωρίζω. Εκείνο που γνωρίζω είναι πως αυτή άρχισε να ουρλιάζει και σταματημό δεν είχε. Βέβαια, όσον αφορά αυτή καθαυτή τη φράση θεωρώ ότι ήτανε ατυχής και φευ προδίκαζε το μέλλον μου. 248 σελίδες σε πόσο χρόνο μπορούν να διαβαστούν; Πόση διάρκεια μπορεί να έχει η ευτυχία ώστε να προλάβει να το διαβάσει κανείς εντός των συμπιεσμένων χρονικών αυτών ορίων; Έτσι μια χειρόγραφη αφιέρωση, αθώα εκ πρώτης όψεως, με «έστειλε» στα «αδιάβαστα»… Τις τελευταίες μέρες δε τρέμουν τα φυλλο-κάρδια μου γιατί οι συζητήσεις που διαμείβονται, οι σιωπές που μεσολαβούν, δείχνουν σαν κάτι πολύ κακό να επωάζεται και να είναι έτοιμο να εκραγεί…
-Θα μας στείλει στον κάδο ανακύκλωσης χαρτιού…
– “No Country for Old Books”…
-Βρε την εγκληματία!
-Μαζί με τα αδιάβαστα είπε μήπως κάτι για τα διαβασμένα;
-Πού να ξέρω τι συλλογισμούς κάνει η κάτοχος.
-Τα διαβασμένα έχουμε άυλη μεν αλλά υπολογίσιμη αξία για αυτήν.
-Ναι, αλλά και τα αδιάβαστα έχουμε άυλη και αν-υπολόγιστη, ακόμα, αξία για αυτήν.
-Μας πετάει στα σκουπίδια σαν απλό χαρτί χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι οι ζωές μας δεν είναι «χάρτινες». Περικλείουν ανθρώπους, ιστορίες, κόσμους ολόκληρους. Τίποτα δεν υπολογίζει, η «βιβλιοκτόνος»!
-Αυτό θα έπρεπε να τιμωρείται από το Νόμο.
«Αντ΄ αυτού τιμωρούνται οι στοχαστές κι οι ονειροπόλοι», αναστέναξα. Ωστόσο, μέσα μου χαιρέκακα σκέφτηκα πως ίσως μαζεύτηκε πολύ μπίχλα εδώ μέσα που δημιουργεί traffic και μπλοκάρει τα τσάκρα, τα δικά της και τα δικά μου.
Πέταξε πολλά βιβλία εκείνη την ημέρα, διαβασμένα και αδιάβαστα. Καθώς τα τραβούσε βίαια από τα ράφια της βιβλιοθήκης εκείνα έσκουζαν τόσο σπαραχτικά που ο ήχος τους προκαλούσε ανατρίχιασμα στο χώρο. Καθώς δε άρχιζε να αποκολλάται από επάνω τους η σιχαμερή παχιά σκόνη σαν το «μαλλί της γριάς» που είχαν «πιάσει» από την πολυκαιρία, αυτά έβγαζαν τσιριχτούς ήχους σαν γουρουνάκια που τα σφάζουν. Καθώς απομακρύνονταν με συριγμούς κι αναφιλητά άφηναν πίσω τους μια άσχημη μυρωδιά φόβου ανάμειχτη με οσμή από την κιτρινίλα των σελίδων τους… Κάποια τα έπιασε εντελώς απροετοίμαστα κι αυτό πάντα πονάει περισσότερο, κυρίως ψυχικά.
-Τίποτα δεν μας αναγνωρίστηκε. Τόσος κόπος για να γραφτεί ένα βιβλίο και τώρα με πόση ευκολία η κάτοχος, μας καταχωρεί στα «άνευ λόγου ύπαρξης» βιβλία.
-Δεν είμαστε ούτε άχρηστα, ούτε κακογραμμένα… Κάποτε εδώ κατοικούσε αγάπη. Τώρα η «αγάπη» απαγορεύεται. Τη θέση της πήρε η κακία…
Καθώς πέταγε βιβλία δεξιά κι αριστερά ξαφνικά άρχισα να τραμπαλίζομαι και γδουπ να γκρεμίζομαι και να καταλήγω σφηνωμένο στη νότια πλευρά του δωματίου κάτω από ένα έπιπλο. Εκεί έμεινα αθέατο για «αιώνες» έως ότου με «ανακάλυψε» η «ανασκαφή» της ρομποτικής σκούπας και με έφερε στην επιφάνεια. Τότε, ήταν που κίνησα την προσοχή της! Με έβγαλε από το αμπαλάζ μου και με «άνοιξε». Το βλέμμα της έπεσε πάνω στην αφιέρωση. Κάγχασε «Ναι, καλάααα!», ωστόσο, αφού ανοιγόκλεισε τις σελίδες μου σαν ακορντεόν διάβασε την παρακάτω παράγραφο: «Ένας μοναχός με προσκάλεσε να πιούμε τσάι, μαζί με έναν διερμηνέα. Του εκμυστηρεύτηκα πόσο αγχωτική ήταν η ζωή μου τον περασμένο χρόνο, καθώς ο σύζυγός μου είχε περάσει από ένα περίπλοκο χειρουργείο. Άρχισα να κλαίω. Ο μοναχός δεν έχασε καιρό. «Τώρα είμαστε χαρούμενοι», είπε μειλίχια. Αλλά, προτού ο διερμηνέας μεταφράσει τα λόγια του, εγώ είχα ήδη αλλάξει θέμα…».
«Αλλάζω θέμα, ε; Τολμάς και με κρίνεις, εσύ που δεν τήρησες την υπόσχεσή σου πως δεν θα με εγκαταλείψεις ποτέ. «Έφυγες» έτσι απλά. «Θα πάω μια βόλτα» μου είπες. Δεν μου είπες, όμως, πως η βόλτα αυτή θα ήταν «ουράνια». «Να το διαβάσεις όταν θα είσαι ευτυχισμένη…», μου έγραψες. Δεν μου είπες, όμως, πόσο πιθανό ή απίθανο είναι αυτό»…
Αυτά είπε και μετά ταραγμένη διάβασε ένα ακόμα απόσπασμα, έβγαλε ένα ουφ, γύρισε σελίδα και μετά κι άλλη κι άλλη και μετά έβγαλε ένα τεράστιο ουφ, και με «έκλεισε»… Τί ουφ ήτανε αυτό το τελευταίο; Δυσφορίας; Απογοήτευσης; Χαράς; Ανακούφισης; Δεν ξέρω! Ύστερα με μια μεγαλοπρεπή κίνηση με τοποθέτησε κάτω από το προσκεφάλι της. Η ελπίδα, να «διαβαστώ» μπαινόβγαινε από την αισιοδοξία στην απελπισία κάθε φορά που σήκωνε το μαξιλάρι της για να τινάξει από πάνω του τα ακάρεα… Όμως, μετά πάλι το σκοτάδι έτρωγε το φως, όπως, τα ακάρεα τα νεκρά της κύτταρα. Κι η ειρωνεία είναι πως αν με διάβαζε ίσως εγώ, ένα ταπεινό, κορεάτικης φιλοσοφίας βιβλίο, να κατάφερνα να αλλάξω έστω και λίγο τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα στη ζωή… ίσως την έκανα να νιώσει «ευτυχισμένη»…
Σήμερα το πρωί ξύπνησα σαστισμένο καθώς το “Back to life” αντηχούσε σε κάθε γωνιά του «χειμωμιάτικου» σπιτιού. “Lost in thought and lost in time | While the seeds of life and the seeds of change were planted…”. Μια μικρή υποψία ελπίδας φώλιασε στην καρδιά μου. Επιβεβαιώθηκε δε όταν εκείνη άρχισε να με διαβάζει, να με διαβάζει… Μετά πήρε χαρτί και μολύβι κι άρχισε να γράφει, να γράφει… Από γύρω τα σχόλια έδιναν κι έπαιρναν…
-Μήπως επιστρέφουμε στην κανονικότητα;
-Τί «κανονικότητα»; Δεν βλέπεις; Γράφει…
–Oh God! Όχι, άλλος συγγραφέας! Πήξαμε εδώ μέσα… Θα «πιάσουμε κορέους»!
-Αυτό της «έμπηξε» τη «σφήνα» στον εγκέφαλο»… γιατί… «κοιμούνται» μαζί!
… Και «ξυπνάμε» μαζί. «Χουχουλιάζω» την ελπίδα μου στα λεπτά της χέρια. Ο «πυρετός» του μυαλού της, «πυρακτώνει» το χαρτί σαμουά των φύλλων μου. Παράγραφο με παράγραφο, κεφάλαιο με κεφάλαιο οδεύουμε μαζί προς την εποχή του μετασχηματισμού. «Συνταξιδεύουμε» με κατεύθυνση την άλλη πλευρά της «Κορέας»… Εκεί που το «σ’ αγαπώ» 당신 … επιτρέπεται… Είμαστε επάνω στην επικίνδυνη στροφή… Όμως, να! Μόλις ένα μικρό Χριστουγεννιάτικο δέντρο έχει ξε-αμπαλαριστεί… 당신
* Η Καρίνα Ιωαννίδου είναι θεατρική συγγραφέας, εργάζεται στο τμήμα Δημοσίων Σχέσεων του ΚΘΒΕ και είναι ιδρυτικό μέλος του «Θέατρο Φλέμινγκ»
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.