Γράφει ο Δημήτρης Παρούσης
«Αφού δεν μπορώ να πάω στην πατρίδα, έφερα την πατρίδα στο σπίτι μου». Η λέξη, πατρίδα, ξυπνά πρωτόγονες ανάγκες στους ξενιτεμένους, σα να συμπληρώνει το DNΑ τους και να τους ολοκληρώνει ως ανθρώπους.
Αν οι 300 της Σπάρτης κατόρθωσαν με τη θυσία τους να σώσουν την πόλη και τη χώρα, σήμερα οι 300 της χώρας, μαζί με όλα όσα γραφειοκρατικά και αναξιοκρατικά εκπροσωπούν στο διάβα των χρόνων από το 1821, άφησαν την Σπάρτη και όλο το κράτος στο έλεος των χαμένων ευκαιριών.
Η ιστορία της Σπάρτης, η ελληνική μυθολογία και η ταινία «300», καθιέρωσαν την αρχαία πόλη της Πελοποννήσου, ως μια από τις πιο γνωστές στον κόσμο. Θα περίμενε κανείς με τόση δωρεάν προβολή σε παγκόσμιο επίπεδο, η Σπάρτη να αποτελούσε μια σπουδαία τουριστική ατραξιόν. Προς χάριν των Σπαρτιατών δεκάδες πόλεις στην υφήλιο ονομάστηκαν Σπάρτη. Αντ’ αυτού ο τόπος των Λακεδαιμονίων, η αληθινή Σπάρτη, είναι ένας συνηθισμένος φτωχικός Δήμος.
Η χαμένη ευκαιρία της Σπάρτης, τουλάχιστον να προσελκύει χιλιάδες τουρίστες, είναι μια σμίκρυνση της πραγματικότητας στον ελλαδικό χώρο.
Αποκορύφωμα των χαμένων ευκαιριών, αποτελεί η εγκατάλειψη από την μητέρα πατρίδα των ελλήνων της Διασποράς, της «άλλης Ελλάδας».
Είμαστε μια χούφτα Έλληνες σε αυτό τον πλανήτη.
Ενώ είναι σαφές, ότι πια δεν μας περισσεύει κανένας, με ευθύνη των 300, έχουμε εγκαταλείψει τον μισό μας πληθυσμό. Αν είμαστε 10 εκατομμύρια, άλλοι τόσοι είναι διάσπαρτοι και πια χαμένοι, στα τέσσερα σημεία του πλανήτη.
Τα δημογραφικά στοιχεία λένε ότι στο άμεσο μέλλον θα είμαστε λιγότεροι. Κι εμείς αντί να δράσουμε, απεμπολούμε τα αδέρφια μας του εξωτερικού.
Γεννήθηκα από μετανάστες γονείς στην Ολλανδία. Είδα, άκουσα και βίωσα πολλές ιστορίες ξεριζωμού. Από μικρός αισθάνθηκα, όπως πιστεύω και όλοι οι Έλληνες της ξενιτιάς, το βάρος της λέξης πατρίδα να αγγίζει βαθιά την ψυχή μου.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα είδα την πατρίδα να βαλτώνει μέσα στην αναξιοκρατία, τα βολέματα, το ρουσφέτι, τη διαφθορά και τον παραγκωνισμό των ικανών. Ένιωσα και τις ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον.
Είναι αυτονόητο ότι καλύτερο μέλλον σε σαθρό υπόβαθρο δεν υφίσταται. Έτσι το 2004, σε μια περίοδο «ψευτανάτασης» για την Ελλάδα, αποφάσισα να παραιτηθώ από τα… εγχώρια. Η αρχή μιας δεύτερης ξενιτιάς.
Πήρα το σάκο μου ως godimitris και άρχισα το γύρο του κόσμου με στόχο σε τούτη την περιπλάνηση να βρω και χαμένους Έλληνες της Διασποράς. Στην ουσία ταξίδεψα σε μια άλλη Ελλάδα.
Βρήκα Έλληνες ακόμα και στο τέλους το κόσμου, στην Παταγονία. Τους συναντούσα, ή μάλλον τους εντόπιζα σχεδόν σε όσα μέρη πήγαινα. Έφερα σε επαφή δεκάδες χαμένες οικογένειες. Πολλοί ένοιωσαν στο πρόσωπό μου ότι η Ελλάδα δεν τους ξέχασε. Η λέξη, πατρίδα, ξυπνά πρωτόγονες ανάγκες στους ξενιτεμένους, σα να συμπληρώνει το DNA τους και να τους ολοκληρώνει ως ανθρώπους.
Βοήθησα στο να δημιουργηθούν, ή να αποκτήσουν φωνή ή να οργανωθούν πολλές ελληνικές κοινότητες. Στο τέλος έγινα και πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας στη Λίμα του Περού.
Μάταια ζητούσα τη βοήθεια των ελληνικών πρεσβειών. Δεν ξέρω πως το καταφέραμε αυτό, αλλά οι ελληνικές πρεσβείες είναι από τις πλέον γραφειοκρατικές που μπορεί κανείς να συναντήσει.
Με το χέρι στην καρδιά, όσους πρέσβεις έχω γνωρίσει σε αυτή την περιπλάνηση, δυστυχώς ήταν κατά πολύ κατώτεροι των περιστάσεων. Και η πλειοψηφία των υπαλλήλων, άνθρωποι κομπλεξικοί, ανίκανοι. Κάποτε ήταν και πολλοί. Αφάνταστη η ταλαιπωρία των ελλήνων του εξωτερικού. Ευτυχώς υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, όπως ο Κύπριος πρέσβης στο Μεξικό την περίοδο 2007. Την επόμενη χρονιά ο έλληνας πρέσβης στην ίδια χώρα είχε καθαιρεθεί από τα αξιώματά του, έπειτα από δημοσιεύματά μου στο godimitris.com, τα οποία προκάλεσαν ειδική έρευνα που διατάχθηκε από τον τότε αρμόδιο υπουργό. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
Ακόμη και χθες διάβασα ένα σχόλιο στο GriegosdelUruguay, στο Facebook, όπου απεγνωσμένα κάποιος προσπαθεί εδώ και καιρό να έρθει σε επαφή με την πρεσβεία μας εκεί. Σε μία μέρα η ανακοίνωση είχε 16 σχόλια στα οποία αγανακτισμένα μέλη της κοινότητας του απλά επισημαίνουν: Η ελληνική πρεσβεία είναι το πιο γραφειοκρατικό ίδρυμα στην Ουρουγουάη. Δεν τους ενδιαφέρει τίποτα».
Ξενιτεμένους έχουν όλες οι χώρες. Παντού θα συναντήσεις Γερμανούς μετανάστες, Ιταλούς, Ισπανούς, Άγγλους, Γάλλους, Τούρκους, Κινέζους, Ιάπωνες… Θαυμάζω τον τρόπο οργάνωσής τους. Δεν είναι τόσο θέμα χρημάτων, όσο ικανών ανθρώπων. Μεθοδικής δουλειάς και αξιοκρατίας.
Ένα μικρό παράδειγμα είναι η ενημέρωσή τους. Οι περισσότερες χώρες έχουν το δικό τους τηλεοπτικό κανάλι για τους απόδημους. Κι εμείς έχουμε την ERT WORLD. Πριν κλείσει η ΕΡΤ, θυμάμαι ότι στο δορυφορικό κανάλι εργαζόταν μια χούφτα ανθρώπων, τη στιγμή που στο μισθολόγιο υπήρχαν τετραπλάσιοι εγγεγραμμένοι δημοσιογράφοι. Θυμάμαι να ξοδεύονται εξωφρενικά κονδύλια σε αναθέσεις παραγωγών και μεγαλοστελέχη να έχουν υπέρογκους μισθούς. Με τόσα χρήματα μπορούσαμε να έχουν ένα αντάξιο BBC, αλλά δυστυχώς εμείς δεν μπορούσαμε να στείλουμε ούτε το σήμα στις 5 ηπείρους.
Μόλις το 1983 δημιουργήθηκε η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού. Διατηρούσε ιδιαίτερο προϋπολογισμό. Κύριος σκοπός η ανάπτυξη των δεσμών των απόδημων με την πατρίδα αλλά και μεταξύ τους.
Ήταν η πρώτη φορά όπου το κράτος στάθηκε δίπλα στον έλληνα της ξενιτιάς. Η προσωπική μου εμπειρία από το 2003 και μετά έδειξε ότι υπήρξαν περιπτώσεις κακοδιαχείρισης χρημάτων και σχεδόν ανύπαρκτη πολιτική διαχείρισης. Και πάλι η αναξιοκρατία, το κομματικό συμφέρον και η διαφθορά έκαναν το θαύμα τους. Σήμερα η ΓΓΑΕ είναι απλά μια συρρικνωμένη γραμματεία με ελάχιστες δράσεις και ενδιαφέρον.
Το 1995 δημιουργείται το ΣΑΕ (Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού), με στόχο να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη δύναμη ο Ελληνισμός. Μια από τις τελευταίες ελπίδες πριν αποκολληθεί το μεγάλο παγόβουνο με τους ομογενείς μας. Κομματικά συμφέροντα, αδιαφορία και έλλειψη υπεύθυνων ανθρώπων οδήγησε το Συμβούλιο στην κατάργησή του μέσα σε 15 χρόνια.
Η ευθύνη των 300 σε αυτή την υπόθεση είναι μεγάλη. Όλων των κυβερνήσεων. Ένα απίστευτα πολύτιμο δυναμικό Ελλήνων και φιλελλήνων για την μητέρα πατρίδα, απομακρύνεται πια. Η αδιαφορία των υπευθύνων είναι εγκληματική.
Σε ένα κόσμο που πια η επικοινωνία και η δικτύωση των ανθρώπων είναι τόσο απλή, εμείς απομακρυνόμαστε και αποξενωνόμαστε από τους δικούς μας.
Οι χαμένοι προϋπολογισμοί μπορούν με το χρόνο να διορθωθούν και να ανατραπούν. Οι χαμένες όμως ευκαιρίες για την σύνδεση της Ελλάδας με τους έλληνες της Διασποράς, την άλλη Ελλάδα, είναι πλέον μη αναστρέψιμες.