Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας Παγγαίου- Ένα σπάνιο κλεμμένο κειμήλιο του 10ου αιώνα επιστρέφει και αποκαλύπτει την ιστορία του

Γράφει ο Bill Siscoglou

Η επιστροφή των πολιτιστικών θησαυρών αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της Ευρώπης σήμερα.

Είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα που απασχολεί εκατομμύρια πολίτες ανά τον κόσμο και στο οποίο δυστυχώς όλες οι χώρες (κυρίως αυτές που κατέχουν κλεμμένους πολιτιστικούς θησαυρούς) δεν δείχνουν καμία αλληλεγγύη ή ακόμα διάθεση συνεργασίας να τα επιστρέψουν ή να συνεργαστούν ώστε να βρεθούν και να επιστραφούν. Από τα πιο ηχηρά παραδείγματα η Μεγάλη Βρετανία, η Τουρκία και πιο πρόσφατα η Βουλγαρία.

Εκείνο που διαφεύγει πάντως από αρκετούς εμπλεκόμενους εθνικούς οργανισμούς είναι ότι η πολιτιστική κληρονομιά κάθε χώρας αποτελεί ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο.

Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, η είδηση ότι ένα από τα μεγαλύτερα θεματικά μουσεία του κόσμου, το Μουσείο της Βίβλου, που εδρεύει στην Ουάσιγκτον και δέχεται ένα εκατομμύριο επισκέπτες ετησίως, προτίθεται να επιστρέψει στην Ελλάδα και ειδικότερα στην ιερά μονή Εικοσιφοίννισας, ένα σπάνιο χειρόγραφο ευαγγέλιο, έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία.

Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα στον κόσμο σωζόμενα ελληνικά χειρόγραφα ευαγγέλια, γραμμένο στο τέλος του 10ου αρχές του 11ου αιώνα που είχε κλαπεί από την ιστορική ιερά μονή της Εικοσιφοίνισσας στο Παγγαίο, όπου φυλάσσεται και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Είναι το δεύτερο κατά σειρά κειμήλιο που επιστρέφεται στην πολύπαθη ιερά μονή μετά τον επαναπατρισμό το 2016 ενός χειρόγραφου κειμένου του 9ου αιώνα, ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, που είχε στην κατοχή της η Λουθηρανική Θεολογική Σχολή του Σικάγου.

Η ιστορία του χειρόγραφου ευαγγελίου

Το χειρόγραφο, με αριθμό ταξινόμησης 220, αφορά σε ένα περγαμηνό ευαγγέλιο που είχε εξαφανιστεί για πάρα πολλά χρόνια καθώς δεν βρίσκονταν στα κλεμμένα κειμήλια που φυλάσσονται στο εθνικό και ιστορικό μουσείο της Σόφιας. Από το 2011 βρίσκεται στην κατοχή του Μουσείου της Βίβλου.

Τον Ιανουάριο εκπρόσωποι του μουσείου επισκέφθηκαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον ενημέρωσαν ότι το μουσείο διεξήγαγε έρευνα ρουτίνας προέλευσης σε ένα ελληνικό λειτουργικό χειρόγραφο των τεσσάρων Ευαγγελίων στα τέλη του 10ου έως τις αρχές του 11ου αιώνα. Η έρευνα αποκάλυψε ότι ήταν ένα από τα πολλά αντικείμενα που λεηλατήθηκαν από την ιερά μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης από βούλγαρους στρατιώτες κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ταυτόχρονα εξέφρασαν την πρόθεση να επιστρέψουν το κειμήλιο στον αρχικό κάτοχό του, την ιερά μονή.

Ο κ. Βαρθολομαίος κατά τη διάρκεια της συνάντησης ευχαρίστησε το μουσείο για την επιστροφή και προσφέρθηκε να επιτρέψει στο μουσείο να εκθέτει το κειμήλιο μέχρι την επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Οκτώβριο του 2021. Επιπλέον, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα δανείσει στο μουσείο για έκθεση τρία κειμήλια (χειρόγραφα της ελληνικής βίβλου) για έκθεση. Να σημειωθεί πως το μουσείο της Βίβλου δέχεται ένα εκατομμύριο επισκέπτες το χρόνο.

Η καταστροφή της μονής

Τον Μάρτιο του 1917, οι βούλγαροι στρατιώτες λεηλάτησαν το μοναστήρι της Εικοσιφίνισσας αφαιρώντας ολόκληρη τη μοναστική βιβλιοθήκη, η οποία περιελάμβανε πάνω από 430 χειρόγραφα και 470 θρησκευτικά αντικείμενα (εικόνες, λειτουργικά σκεύη κ.α.). Πολλά πουλήθηκαν τη δεκαετία του 1920 και μπήκαν σε συλλογές στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Το περγαμηνό Ευαγγέλιο του 10ου αιώνα πωλήθηκε το 1958 στη Νέα Υόρκη. Το μουσείο της Βίβλου το απέκτησε από τον οίκο δημοπρασιών Christie’s τον Ιούνιο του 2011. Κατά την έρευνα, ο επιμελητής του μουσείου Brian Hyland εντόπισε σημειώσεις στο χειρόγραφο που επιβεβαίωσαν ότι ανήκε σε εκείνα που λεηλατήθηκαν από το μοναστήρι το 1917. Μεταγενέστερη έρευνα επιβεβαίωσε την ταυτότητά του περγαμηνού ευαγγελίου ως «Χειρόγραφο Eikosiphoinissa 220».

Ο εκπρόσωπος του Μουσείου της Βίβλου στη συνάντηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο είχε δηλώσει ότι η αποκάλυψη της ιστορίας αυτού του χειρογράφου δεν ήταν εύκολη. Απαίτησε μια έντονη έρευνα εκ μέρους του επιμελητή τους για να εντοπίσει το θλιβερό του παρελθόν, να επιβεβαιώσει την ταυτότητά του και να προσδιορίσει το πού βρίσκονταν πριν από το 1958.

Προηγούμενο άρθρο«Και φωνάζω κούι κούι, μα κανένας δεν μ’ ακούει…»
Επόμενο άρθροΒιβλία για την καραντίνα!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ