Ισπανικά και Γερμανικά: οι πιο αγαπημένες γλώσσες των Ελλήνων μαθητών

Η ανάγκη εκμάθησης μιας δεύτερης ξένης γλώσσας αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια απόλυτη πεποίθηση για κάθε μαθητή, φοιτητή και επαγγελματία. Διαχρονικά οι Έλληνες μετά τα Αγγλικά στρέφονται ως δεύτερη επιλογή σε δύο γλώσσες, σε δύο διαφορετικές χώρες και κουλτούρες. Τα Ισπανικά και τα Γερμανικά. Η δημοφιλία αυτών των δύο τόσο διαφορετικών γλωσσών στους Έλληνες, οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, και για αυτούς μας μίλησαν οι καθηγητές του SPEAK, Θωμάς Διάφας και Ηλίας Κάμος.

Ο Θωμάς Διάφας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, από Δομηνικανή μητέρα και Έλληνα πατέρα. Στο σπίτι μιλούσαν και τις δυο γλώσσες και από μικρό παιδί μάθαινε ισπανικές λέξεις στους φίλους και τις φίλες του. Έτσι μεγαλώνοντας, άρχισε να παραδίδει μαθήματα στα κοντινά του άτομα κι έπειτα σπούδασε Ισπανική Φιλολογία. Παράλληλα ξεκίνησε να διδάσκει, τόσο την Ισπανική, όσο και την Ελληνική ως ξένη γλώσσα. Καθώς οι Τέχνες είναι το δεύτερο αντικείμενο σπουδών του, ο κύριος στόχος του είναι οι μαθητές και οι μαθήτριες να μάθουν διασκεδάζοντας- και κυρίως μέσω του πολιτισμού. Τον τελευταίο χρόνο μεταδίδει την αγάπη του και τις γνώσεις του για την Ισπανική γλώσσα στο SPEAK.

Η συγκεκριμένη γλώσσα αποτελεί διαχρονικά μία από τις αγαπημένες των Ελλήνων. Ο Θωμάς πιστεύει ότι ο λόγος βρίσκεται πρωτίστως στη μεγάλη έκθεση που είχαμε πάντα στην Ισπανική γλώσσα. Όλοι και όλες μεγαλώσαμε βλέποντας σαπουνόπερες στην τηλεόραση, ακούγοντας μουσικές της Λατινικής Αμερικής, αλλά και της Ισπανίας προσφάτως, στο ραδιόφωνο. Ο Αλμοδόβαρ με τις ταινίες μάς άγγιξε, και μάς έδειξε πως το πάθος και η ζωντάνια είναι κοινό χαρακτηριστικό και των δύο λαών. Αν και δεν είναι απόλυτα σύμφωνος ότι μοιάζουμε μεταξύ μας, κατανοεί ότι αυτό που μας έλκει -και μας κάνει να θέλουμε να μάθουμε την γλώσσα τους αρχικά- είναι πως “εμείς”, όπως και “αυτοί” διαφέρουμε από τα υπόλοιπα κράτη του “ψυχρού βορρά”.

Πρόσφατα, ένας από τους σπουδαστές του ανέφερε ότι “το μάθημα αποτελεί όαση στις καθημερινές απαγορεύσεις”, μιλώντας για την εμπειρία της online παρακολούθησης. Γενικότερα, οι μαθητές του ανταποκρίνονται θετικά στα εξ αποστάσεως μαθήματα, αλλά ο Θωμάς πάντα σκέφτεται ότι απευθύνεται σε άτομα τα οποία είναι περιορισμένα στο σπίτι, και είναι πιθανό να έχει αυξηθεί η σωματική και ψυχολογική κούραση. Ως εκπαιδευτικός νιώθει πως οφείλει να κοιτάξει κατάματα τη σκληρή και βίαιη συνθήκη που βιώνουμε. Η οθόνη δεν βοηθάει να μεταφερθεί όλη η ενέργεια που παράγεται από τα άτομα που συμμετέχουν, παρόλα αυτά- μιας και υπάρχει η θέληση, ο στόχος κατακτιέται με επιτυχία. Ωστόσο, καθηγητής και σπουδαστές ανυπομονούν να βρεθούν από κοντά, στα θρανία, στα καθίσματα και να… λερώσουν τα χέρια με μαρκαδόρο!

Η σχέση μας με τη ξένη γλώσσα είναι μια απαιτητική σχέση ζωής, κατά τον Θωμά. Επομένως, για να διατηρηθεί ζωντανή στη μνήμη μας, οφείλουμε να ερχόμαστε σε επαφή συνεχώς μαζί της και να την διαβάζουμε, να την βλέπουμε, να την ακούμε, να την μιλάμε και να ταξιδεύουμε στα κράτη όπου αυτή ομιλείται. Το να μαθαίνει κανείς μια γλώσσα, σημαίνει πως μαθαίνει συγχρόνως και όσα έχουν παραχθεί από άτομα που τη μιλούν!

Ο Ηλίας Κάμος διδάσκει στο SPEAK δύο γλώσσες, που για πολλούς φαίνονται εντελώς διαφορετικές: Γερμανικά και Ισπανικά. Ήδη από μικρή ηλικία γνώριζε ότι ήθελε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη γερμανική γλώσσα, έτσι το τμήμα Γερμανικής γλώσσας και φιλολογίας ήταν μία ξεκάθαρη επιλογή για τις σπουδές του. Το 2014, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού του, εγκαταστάθηκε για ένα χρόνο στο Μεξικό, όπου είχε την ευκαιρία να εντρυφήσει και στην Ισπανική γλώσσα!

Είναι αρκετές οι διαφορές μεταξύ των δύο αυτών ευρωπαϊκών γλωσσών που μπορεί να σκεφτεί κανείς: ξεχωριστό πολιτισμικό υπόβαθρο, διαφορετικός βαθμός δυσκολίας στην εκμάθηση και εντελώς ανόμοια φωνολογία. Ωστόσο, ο Ηλίας θεωρεί πως αυτό που τις διαφοροποιεί είναι κυρίως οι λόγοι που “κρύβονται” πίσω από την απόφαση ενός σπουδαστή να τις μάθει. Τα Γερμανικά συνδέονται περισσότερο με τον επαγγελματικό τομέα, ενώ τα Ισπανικά με ψυχαγωγικούς σκοπούς. Αυτομάτως αυτό αλλάζει και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η κάθε γλώσσα. Το γεγονός ότι τα Ισπανικά μοιάζουν με τα ελληνικά ως προς τη δομή τους, βοηθά σε τεράστιο βαθμό τον Έλληνα μαθητή να κατανοήσει πολύ πιο γρήγορα τον χαρακτήρα της γλώσσας και να νιώσει οικεία μαζί της. Αντίθετα, με τα Γερμανικά ίσως χρειάζεται να καταβληθεί περισσότερη προσπάθεια, τόσο από τους καθηγητές, όσο και από τους μαθητές, ώστε να γίνει κατανοητή η δομή και η λογική τους. Είναι βέβαιο, όμως, ότι και οι δύο γλώσσες είναι υπέροχες, η καθεμιά για τους λόγους της!

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, λόγω του γενικού lockdown που έχει επιβληθεί, όλα τα μαθήματα του SPEAK έχουν μεταφερθεί από την πραγματική στην ψηφιακή αίθουσα. Ο Ηλίας συμφωνεί ότι η δια ζώσης διδασκαλία διαφέρει σε σημαντικό βαθμό από τα online μαθήματα. Αυτό που αλλάζει, όμως, κατά κύριο λόγο είναι ο τρόπος διάδρασης μεταξύ καθηγητή και σπουδαστή και όχι τόσο η χρήση των μέσων διδασκαλίας. Η άμεση διαπροσωπική επικοινωνία, ακόμα και οι αντιδράσεις των μαθητών σε κάθε τι καινούργιο, όσον αφορά το γλωσσικό κομμάτι, έχουν μεταβληθεί και φιλτραριστεί μέσω μιας οθόνης! Το θετικό, ωστόσο, είναι ότι υπάρχει η ίδια διάθεση για παρακολούθηση και η ίδια προσήλωση στο στόχο.

Η διατήρηση μιας ξένης γλώσσας σε υψηλό επίπεδο μακροπρόθεσμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα “άγχη”. Ποιες είναι μερικές χρήσιμες συμβουλές για να μην ξεχάσουμε ποτέ τις γνώσεις που αποκτήσαμε; Σύμφωνα με τον Ηλία, το πιο αποφασιστικό βήμα που θα μπορούσε να κάνει κάποιος είναι να ταξιδέψει τουλάχιστον μια φορά στη χώρα όπου ομιλείται η γλώσσα που μαθαίνει! Κατά τ’ άλλα, ενδεδειγμένες λύσεις είναι η παρακολούθηση/ακρόαση podcasts, οι ραδιοφωνικές εκπομπές και φυσικά οι ταινίες/σειρές. Ο καθένας διαθέτει τρόπους και λύσεις ώστε να διατηρεί τη γλώσσα που τον ενδιαφέρει ζωντανή μέσα του. Η στείρα εκμάθηση μιας γλώσσας μόνο μέσω των διδακτικών βιβλίων, τείνει να προκαλεί πολύ γρήγορα αποστροφή- και δικαίως. Η όσο το δυνατόν πιο βιωματική εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας, συμβάλλει τόσο στην ψυχολογική ανάταση όσο και στην καλύτερη λειτουργία του εγκεφάλου, όσον αφορά το κομμάτι της εκμάθησης και διατήρησης των νέων γνώσεων στη μνήμη.

Προηγούμενο άρθροΑλεξάνδρα Γουλάκη- Βουτηρά: ” Το Τελλόγλειο Ίδρυμα απαντά στα αιτήματα της εποχής με στόχο να είναι επίκαιρο, προσιτό και ουσιώδες”
Επόμενο άρθροΤέυχος 11, Δεκέμβριος 2020

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ