Χάρης Καστανίδης : «Ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ εστιάζει σε δύο πεδία ρυθμίσεων: στην αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση και στην αυστηρή επιτήρηση των ακαδημαϊκών χώρων. Δεν ασχολείται, δηλαδή, με θέματα ποιότητας των σπουδών»

Βουλευτής ΚΙΝΑΛ

Συνέντευξη στον Περικλή Βλάχο

Ο βουλευτής Α Θεσσαλονίκης του ΚΙΝΑΛ, Χάρης Καστανίδης, μιλάει στο SPEAKNEWS, σχολιάζει το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ, και καταθέτει τις απόψεις του για την αστυνόμευση των πανεπιστημίων, την ελάχιστη βάση εισαγωγής, την ανάγκη αναδιάρθρωσης όλης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και τα περιθώρια για ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα.

Κύριε Καστανίδη, η πανδημία για μία ολόκληρη ακαδημαϊκή χρονιά κράτησε ουσιαστικά τους φοιτητές μακριά από το φυσικό τους χώρο. Τι αντίκτυπο πιστεύετε ότι θα έχει στο επίπεδο των σπουδών των φοιτητών;

Στη διάρκεια της πανδημίας εφαρμόστηκε αναγκαστικά και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση η τηλεκπαίδευση. Παρατηρώ, καταρχήν, ότι η εξ αποστάσεως διδασκαλία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εκ του σύνεγγυς διδασκαλία, με τη φυσική παρουσία των φοιτητών και των ακαδημαϊκών δασκάλων τους στις αίθουσες. Πιθανολογώ, εξάλλου, ότι ο αριθμός των φοιτητών και των φοιτητριών που παρακολούθησαν τα μαθήματα με τηλεκπαίδευση ήταν μικρότερος από τον αριθμό εκείνων που παρακολουθούν δια ζώσης τα μαθήματα. Εκτιμώ, ακόμη, ότι η εξ αποστάσεως διδασκαλία είχε διαφορετικά αποτελέσματα από σχολή σε σχολή. Μπορώ π.χ. να καταλάβω ότι ήταν καλύτερα στις θεωρητικές σχολές, ενώ σε άλλες όχι. Όπως προσφυώς παρατηρούσαν φοιτητές και φοιτήτριες των ΤΕΦΑΑ, είναι μάλλον δύσκολο και αξιοπερίεργο να παρακολουθεί κάποιος μαθήματα κολύμβησης ή να ασκείται σε αυτήν μέσω του υπολογιστή. Συμπεραίνω ότι ο αντίκτυπος της τηλεκπαίδευσης στο επίπεδο των σπουδών είναι διαφορετικός κατά περίπτωση και πάντως, γενικά, δεν μπορεί να είναι ικανοποιητικός, συγκριτικά με τη ζωντανή ακαδημαϊκή διαδικασία.

Εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση παρουσίασε ένα νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ. Ποια είναι η άποψή σας για το νομοσχέδιο και τις επιπτώσεις του στην ακαδημαϊκή πορεία των ΑΕΙ;

Ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ εστιάζει σε δύο πεδία ρυθμίσεων: στην αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση και στην αυστηρή επιτήρηση των ακαδημαϊκών χώρων. Δεν ασχολείται, δηλαδή, με θέματα ποιότητας των σπουδών. Ο συντηρητικός νομοθέτης δείχνει να μην ενδιαφέρεται για την αναβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων. Συνεπώς, δεν διαβλέπω κάποιες θετικές επιπτώσεις του νέου νόμου στην ακαδημαϊκή πορεία των ΑΕΙ. Στην καλύτερη περίπτωση τα πράγματα θα παραμείνουν στάσιμα.

Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε την απουσία των φοιτητών για να περάσει το νομοσχέδιο;

Πιστεύω, ναι. Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας η κυβέρνηση εφάρμοσε ένα «θεάρεστο» δόγμα: «εγώ μεν ως κυβέρνηση, εν μέσω κρίσης, μπορώ να αποφασίζω και να νομοθετώ ό, τι θέλω, εσείς δε, ως κοινωνία, υποχρεούστε να μην αντιδράτε, γιατί δεν το επιτρέπουν τα υγειονομικά πρωτόκολλα». Η έκταση εφαρμογής αυτού του δόγματος, απολύτως αντιδημοκρατικού και κομματικά ιδιοτελούς, κάλυψε σχεδόν το σύνολο των δημοσίων δραστηριοτήτων. Από τις απευθείας αναθέσεις δημοσίων έργων και προμηθειών μέχρι τις νομοθετικές ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση. Κρίνω ότι οι αντιδράσεις τις νεολαίας ήταν απολύτως δικαιολογημένες.

Η κυβέρνηση επικαλείται την ευνομία στα Πανεπιστήμια. Εσείς ως νομικός, βουλευτής και πρώην υπουργός, πιστεύετε ότι το νομοσχέδιο αυτό θα λύσει τα όποια θέματα παραβατικότητας εντός των χώρων των ΑΕΙ, ή θα δημιουργήσει νέες αρρυθμίες στο χώρο της ανώτερης εκπαίδευσης;

Υπέρ της ευνομίας στα πανεπιστήμια πρέπει να είναι συντεταγμένη όλη η ακαδημαϊκή κοινότητα και φυσικά όλη η κοινωνία. Φαινόμενα παραβατικής συμπεριφοράς, όπως π.χ. η άθλια διαπόμπευση του Πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, πρέπει να μας βρίσκουν καθολικά αντίθετους, διότι υπονομεύουν τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και την ποιότητα της ακαδημαϊκής ζωής. Η κυβέρνηση, στο όνομα της ευνομίας, επιχειρεί να επιβάλλει ένα καθεστώς αυταρχικής επιτήρησης, που φοβάμαι ότι μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές περιπλοκές. Αναθέτει σε μία κλασικού τύπου αστυνομική δύναμη να επιβάλλει την «τάξη» στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παρά τις διαφωνίες των πρυτανικών αρχών, ακόμη και των συνδικαλιστικών οργανώσεων των αστυνομικών. Θυμίζω, ότι οι πρυτανικές αρχές ζήτησαν να έχουν αυτές την ευθύνη για τη δημιουργία και τον έλεγχο μιας εσωτερικής δύναμης για την παρακολούθηση της ομαλής λειτουργίας των πανεπιστημίων. Επιπροσθέτως, ο νόμος για τα ΑΕΙ προβλέπει τη χρήση διαφόρων ηλεκτρονικών μέσων για την επιτήρηση των ακαδημαϊκών χώρων, μερικά εκ των οποίων είναι άκρως επικίνδυνα και όχι συμβατά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Στη Γαλλία, η χρήση drones σε ανάλογες περιπτώσεις κρίθηκε αντισυνταγματική από το Ανώτατο Γαλλικό Ακυρωτικό Δικαστήριο. Παρόλα αυτά, η ελληνική συντηρητική κυβέρνηση επιμένει να αρμενίζει στραβά.

Πως σχολιάζετε την ελάχιστη βάση εισαγωγής στα πανεπιστήμια, και τον περιορισμένο αριθμό ετών φοίτησης, που προβλέπει το νέο νομοσχέδιο. Εξυπηρετούν τέτοια μέτρα την βελτίωση του επιπέδου σπουδών, ή απλά θέτουν εμπόδια προς τους υποψήφιους για την πρόσβασή τους στην ανώτερη εκπαίδευση;

Δεν είμαι αντίθετος στον εξορθολογισμό του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μπορώ να δεχθώ την αύξηση των βάσεων. Αλλά αυτό προϋποθέτει, πρώτα απ’ όλα, την εκ βάθρων αναδιάρθρωση και βελτίωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι εισαγωγικές εξετάσεις δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται αυτόνομα και εντελώς ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει, κυρίως, στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πολύ περισσότερο, όταν η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ασκείται σε έναν πρωταθλητισμό προχειρότητας και γονατογραφίας, όπως π.χ. συμβαίνει με την τράπεζα θεμάτων, για την οποία το σύνολο σχεδόν της εκπαιδευτικής κοινότητας προειδοποιεί ότι, εν μέσω πανδημίας, δεν είναι δυνατή η πρέπουσα προετοιμασία. Σημειώνω για άλλη μία φορά ότι η κυβέρνηση, με βάση το σύνολο των νομοθετημάτων της, δείχνει να μην ενδιαφέρεται για την αναβάθμιση του σχολείου και των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων.

Σε ομιλία σας στη βουλή αναφερθήκατε σε αντιφάσεις του νομοσχεδίου και αφήσατε να εννοηθεί ότι με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση εξυπηρετεί τα ιδιωτικά κολλέγια. Υπάρχει τελικά χώρος για ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα; Θεωρείτε ότι η υπάρχουσα δομή και λειτουργία και τα προγράμματα σπουδών δεν είναι ισοδύναμα με τα κρατικά ΑΕΙ;

Στην ομιλία μου στη Βουλή είπα με σαφήνεια ότι η αύξηση των βάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με τη θεσμοθέτηση ενός άκρως περίεργου αλγορίθμου, θα έπρεπε να αφορά όχι μόνο τα δημόσια ιδρύματα, αλλά και τα ιδιωτικά. Θύμισα ότι, λίγους μήνες πριν από τη ψήφιση του νέου νόμου, η κυβέρνηση εξίσωσε τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων των κολλεγίων με εκείνα των πτυχιούχων των δημόσιων πανεπιστημίων. Με δεδομένη αυτή την πραγματικότητα, θα είναι μεγαλύτερος ο αριθμός των παιδιών που αποτυγχάνουν στις εισαγωγικές εξετάσεις και θα προστρέχουν να εγγραφούν στα ιδιωτικά κολλέγια, από τη στιγμή που τα τελευταία μπορούν να εγγράφουν όποιον θέλουν και χωρίς καμία προϋπόθεση, πλην της οικονομικής δυνατότητας της οικογένειας. Να γιατί ισχυρίστηκα ότι η κυβέρνηση με τις ρυθμίσεις της αυξάνει τη δεξαμενή των υποψηφίων για εκπαίδευση στα ιδιωτικά κολλέγια.

Με ρωτάτε αν υπάρχει χώρος στην Ελλάδα για ιδιωτικά πανεπιστήμια. Η συζήτηση είναι άσκοπη, με δεδομένο ότι δεν τροποποιήθηκε το άρθρο 16 του Συντάγματος κατά την πρόσφατη Συνταγματική Αναθεώρηση. Θυμίζω, ωστόσο, ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν αποτελούν παράδοση της ηπειρωτικής Ευρώπης, αν εξαιρέσει κανείς τον Αγγλοσαξονικό κόσμο. Η Ευρώπη δίδει κυρίως σημασία στη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα δε ελάχιστα μη κρατικά πανεπιστήμια είναι ταυτόχρονα μη κερδοσκοπικά και ελέγχονται από ισχυρούς θεσμικούς φορείς, όπως η αυτοδιοίκηση.

Και μια τελευταία ερώτηση για την πόλη μας. Πιστεύετε ότι έργα όπως το μετρό και η ανάπλαση της ΔΕΘ θα συμβάλλουν στην καλύτερη εικόνα και λειτουργία της Θεσσαλονίκης, ή δεν αρκούν από μόνα τους και χρειάζονται και άλλες παρεμβάσεις.

Η Θεσσαλονίκη, όπως και ολόκληρη η χώρα, χρειάζονται συνολικά και καλά επεξεργασμένα αναπτυξιακά σχέδια. Δυστυχώς, η δεκαετής δημοσιονομική κρίση δεν επέτρεψε έναν ευρύτερο εθνικό ή τοπικό σχεδιασμό. Πρέπει να το κάνουμε τώρα. Δεν υποτιμώ τη σημασία έργων, όπως το ΜΕΤΡΟ της Θεσσαλονίκης και η ανάπλαση της ΔΕΘ. Ωστόσο, και αυτά παρουσιάζουν εμφανή προβλήματα. Η διαμάχη σχετικά με τον σταθμό Βενιζέλου θα μπορούσε να τερματισθεί και, έτσι, να αρθούν αμφισβητήσεις για την ταχύτητα της παράδοσης του έργου, αν γινόταν δεκτή η πρόταση που υποβάλλαμε πριν από πολύ καιρό να ορισθεί μία κοινής αποδοχής επιτροπή, συγκροτούμενη από επιστήμονες κύρους, που θα γνωμοδοτούσε σχετικά με την καλύτερη λύση για το συγκεκριμένο σταθμό. Επιπλέον, η ανάπλαση της ΔΕΘ επιχειρείται να γίνει στα στενά όρια της σημερινής εγκατάστασής της, κάτι που στερεί από την πόλη και τους πολίτες της έναν μεγάλο Μητροπολιτικό χώρο πρασίνου, που θα εκτείνεται ενιαία από το παραλιακό μέτωπο μέχρι το δάσος του Σέιχ Σου.

Προηγούμενο άρθροΑνώτερη Δραματική Σχολή Ανδρέας Βουτσινάς
Επόμενο άρθροΚρίστης Κουπάτος – Για το λαμπρό κόσμο του Κινηματογράφου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ