Γρηγόρης Βαλτινός «Η αγάπη είναι η μόνη λογική πράξη…»

του Δημήτρη Μπρούχου

Ο εν λόγω κύριος, απασχολεί εδώ και 45 χρόνια το φιλοθεάμον κοινό, και είναι από τους πρώτους της γενιάς του που καθιερώθηκε στην υψηλή τέχνη της υπόκρισης, κερδίζοντας αρχικά το ενδιαφέρον, στη συνέχεια τον θαυμασμό, για να φτάσει με σκληρή δουλειά να απολαμβάνει σήμερα την καταξίωση και τις πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων δύο Βραβεία Α΄ Ανδρικού Ρόλου και ένα Βραβείο «ΒΕΑΚΗ».

Δίπλα στη λέξη ηθοποιός, θα προσέθετα αβίαστα τη λέξη δραματουργός, με την ευρύτερη έννοια, καθώς είναι  ένα άτομο που γνωρίζει τους γραπτούς και άγραφους κανόνες του πολιτισμού. Σκηνοθετεί, διορθώνει, προσαρμόζει, γνωμοδοτεί, συντονίζει, συνεργάζεται και τελικά πρωταγωνιστεί, υποστηρίζοντας έτσι συνολικά την «παράσταση». Στην πραγματικότητα γίνεται γέφυρα ανάμεσα στον συγγραφέα και το έργο.

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, πέρασε τα πιο γόνιμα συναισθηματικά του χρόνια στη μοναξιά, βιώνοντας την επαρχία και τον διαφορετικό προσανατολισμό των γονιών του, μ’ ένα αίσθημα αστείρευτο κι έναν καταπιεσμένο, ανεκδήλωτο πόνο. Μεγαλωμένος χωρίς ανδρικό πρότυπο, έψαχνε να βρει απαντήσεις και λύσεις επεξεργαζόμενος ρόλους, δείχνοντας από μικρός μια τάση στις παραστατικές τέχνες.

Η μητέρα του υπήρξε πάντοτε η «ψυχή» του και ο «φύλακας άγγελός» του, ενθαρρύνοντας τις επιλογές του και αναπληρώνοντας μέσα του τα κομμάτια του πάζλ που θα διαμόρφωναν τον χαρακτήρα του.

Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από την οποία αποφοίτησε με άριστα και την οποία διάλεξε συνειδητά, έναντι άλλων Σχολών, για πιο κλασσικές σπουδές, επιπροσθέτως γιατί στις κρατικές Σχολές οι εξετάσεις γίνονται παρουσία κοινού. Εκεί τον πρωτοείδε ο Ντασέν και τον επέλεξε δίνοντάς του ρόλο στο «Γλυκό πουλί της Νιότης» , όπου πρωταγωνιστούσαν η Μελίνα Μερκούρη και ο Γιάννης Φέρτης, κερδίζοντας στο μέλλον τη στήριξη της Μελίνας. Παρακολούθησε μαθήματα τραγουδιού και χορού και το 1980 ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία, έχοντας την ευλογία ως νέος ηθοποιός να συμπράξει σχεδόν με όλους τους θιάσους των μεγάλων πρωταγωνιστών (Μερκούρη – Φέρτη, Bουγιουκλάκη, Καρέζη – Καζάκου, Αλεξανδράκη -Γαληνέα, Γκιωνάκη, Δανδουλάκη, Καλογεροπούλου, Ντενίση κ.ά.), καθώς και με το Εθνικό Θέατρο και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, του οποίου είναι σήμερα για δεύτερη θητεία, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Είναι επίσης μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και του Θεατρικού Μουσείου.

Έχει πρωταγωνιστήσει σε όλα τα είδη θεάτρου, από το αρχαίο δράμα (Σοφοκλής, Ευριπίδης, Αριστοφάνης) ως την κωμωδία, την πρόζα, την επιθεώρηση, την όπερα («Σταύρωση»), το ορατόριο («Το χρονικό της Αλώσεως», «Κοσμάς ο Αιτωλός»), την οπερέτα («Εύθυμη χήρα»), το μιούζικαλ («Ο βιολιστής στη στέγη») και έχει διακριθεί για την ερμηνεία του, τόσο στο κλασικό όσο και το σύγχρονο ρεπερτόριο: Ο΄ Νηλ, Ουίλιαμς, Άλμπι, Μίλερ, Σνίτσλερ, Αντρέγιεφ, Τουργκένιεφ, Γκέρνι, Mάργκιουλις, Σάιμον, Κάουαρντ, Ψαθά, Σακελλάριο, Πρίσλεϊ κ.ά., έχοντας συνεργαστεί μεταξύ άλλων με σκηνοθέτες όπως οι: Ζυλ Ντασσέν, Ανδρέας Βουτσινάς, Φρανκ Χόζερ, Κώστας Τσιάνος, Σταμάτης Φασουλής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Ρότζερ Ουίλλιαμς, Γιώργος Θεοδοσιάδης, Διαγόρας Χρονόπουλος, Ντίνος Δημόπουλος, Σταύρος Τσακίρης, Σωτήρης Χατζάκης κ.α.

Με την ερμηνεία του στον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή, που παρουσιάστηκε από το Εθνικό Θέατρο, γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία και διεθνή προβολή, καθώς η πρεμιέρα της παράστασης δόθηκε το καλοκαίρι του 2000 στο Κολοσσαίο της Ρώμης, που άνοιξε με αυτή την ευκαιρία τις πύλες του ύστερα από 1500 χρόνια. Η ίδια παράσταση παίχτηκε στη Νέα Υόρκη και σε όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές.

Συμμετείχε ως αφηγητής σε μεγάλα μουσικά έργα, όπως «Άξιον Εστί», «Λειτουργία του Ορφέα», «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «Ωδή στον Μεγαλέξανδρο», «Ελλάδα – Γέννηση και Αναγέννηση των Αιώνων», «Παύλος – Το Σκεύος της Εκλογής», «Κωνσταντίνος ο Υδραίος – Άγιος Νεομάρτυς» κ.ά.

Έχει πρωταγωνιστήσει σε τηλεοπτικές σειρές, όπως: «Αστροφεγγιά», «Ο θάνατος του Τιμόθεου Κώνστα», «Φάκελος Αμαζών», «Ανατομία ενός εγκλήματος», «Πρόβα νυφικού», «Ο μεγάλος θυμός», «Τα παιδιά της Νιόβης», «Έρωτας» , «Δίδυμα Φεγγάρια» κ.ά.

Ο ίδιος, από το 1990 και μετά, έχει σκηνοθετήσει πολλές παραστάσεις κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου.

Σημαντικό κομμάτι εξάλλου στην καλλιτεχνική του φύση και δράση, αποτελεί το τραγούδι. Ο Θεοδωράκης, ο Μαρκόπουλος, ο Πλέσσας, ο Χατζηνάσιος και άλλοι «ων ουκ έστιν αριθμός», είναι μερικοί μόνον από τους συνθέτες που τραγούδια τους βρήκαν στη φωνή του μια εντελώς ξεχωριστή, εκφραστική ερμηνεία. Και βέβαια, η μεγάλη του αγάπη, τα ρεμπέτικα…

Από τους πρόσφατους θεατρικούς του ρόλους, ξεχωρίζει εκείνος του Τζωρτζ στο «Ποιός Φοβάται τη Βιρτζίνια Γούλφ» του Ε. Άλμπι, για την ερμηνεία του στο οποίο, τιμήθηκε με το Βραβείο Α΄ Ανδρικού Ρόλου, η ερμηνεία του στον «Βιολιστή στη Στέγη», για την οποία τιμήθηκε με το Βραβείο «ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΒΕΑΚΗΣ» και ο ρόλος του Μόρι στο εμβληματικό «Κάθε Τρίτη με τον Μόρι», που του χάρισε το 2019 και πάλι το Βραβείο Α΄ Ανδρικού Ρόλου.

Για το ξεκίνημα της φετινής σεζόν, επέλεξε τη Θεσσαλονίκη, επανερχόμενος δυναμικά στα θεατρικά δρώμενα με τον ρόλο του Morrie Schwartz, από το παγκόσμιο best seller του Mitch Albom « ΚΑΘΕ ΤΡΙΤΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΟΡΙ», το οποίο διασκευάστηκε σε θεατρικό έργο από τον ίδιο τον συγγραφέα Μitch Albom και από τον Jeffrey Hatcher. H παράσταση που απέσπασε ενθουσιώδεις, επαινετικές κριτικές και χάρισε στο Αθηναϊκό κοινό δυνατές συγκινήσεις. Μετά από καθημερινά sold out στην Αθήνα την σεζόν (2018-19), ανεβαίνει ξανά ύστερα από απαίτηση χιλιάδων θεατών που δεν πρόλαβαν να τη δουν, ξεκινώντας μια μεγάλη περιοδεία από το Θέατρο «Αριστοτέλειον»της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια σε επιλεγμένες πόλεις ανά την Ελλάδα. Επί σκηνής συναντά για ακόμη μια φορά τον πολυτάλαντο Γιάννη Σαρακατσάνη, ενώ τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.

Ερ. Κύριε Βαλτινέ, καλωσορίσατε στη γενέθλια πόλη! Έχετε δημιουργήσει ένα «βαρύ» όνομα, χάρη στη διορατικότητά σας, στην ευρηματικότητά σας, στις επιλογές του ρεπερτορίου σας, στην εργατικότητα και τη συνέπειά σας, στην υπευθυνότητα που σας διακρίνει, τα περισσότερα από 45 χρόνια που υπηρετείτε το Θέατρο «ποιώντας ήθος». Ρόλοι, συνεργασίες, διακρίσεις κι εσείς πορεύεστε με τον ίδιο ενθουσιασμό, την ίδια ταπεινότητα, το ίδιο «σέβας» κατά τον Καζαντζάκη, σαν να βρίσκεστε στο ξεκίνημά σας… Πώς το καταφέρνετε αλήθεια αυτό;

Απ.Μα βρίσκομαι στο ξεκίνημα!Το θέατρο για μένα, ήταν και εξακολουθεί να είναι μια διέξοδος.Από παιδί, δεν ήμουν ευχαριστημένος με τη ζωή που ξανοιγότανε μπροστά μου. Έψαχνα να βρω λύσεις και απαντήσεις σε απωθημένα. Επεξεργαζόμουν τον εαυτό μου μέσα από ρόλους. Διάβασα και διαβάζω πάρα πολύ ποίηση. Η ποίηση με γύμνασε και με στήριξε και την υποστηρίζω ακόμα με κάθε ευκαιρία. Κάθε φορά που ετοιμάζω ένα έργο,νοιώθω σαν την πρώτη φορά, που ξεκίνησα να κυνηγήσω τ’ όνειρό μου! Κι επειδή αυτό με τρέφει, φροντίζω να διαλέγω πάντα αυτό που θα με «δονήσει», που θα έχει πέρα από την πλοκή, ένα κοινωνικό μήνυμα. Δεν κάνουμε Τέχνη για τους εαυτούς μας. Κάνουμε Τέχνη – Θέατρο εν προκειμένω –για να δώσουμε στο κοινό την ευκαιρία της ψυχαγωγίας με την αρχαιοελληνική της έννοια (αγωγή της ψυχής), την ευκαιρία να σκύψει μέσα του και να ανακαλύψει έναν καινούργιο τρόπο να διαβάζει τον κόσμο.

Ερ. Το έργο με το οποίο έρχεστε στην πόλη μας, το έχετε επανειλημμένως χαρακτηρίσει «εμβληματικό». Θα θέλατε να μας μιλήσετε λίγο γι’ αυτό, βάζοντάς μας στο πνεύμα του;

Απ.Πρόκειται για ένα έργο βαθιά κοινωνικό, το οποίο παρουσιάζει την πραγματική ιστορία του διάσημου καθηγητή κοινωνιολογίας Morrie Schwartz, που στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του, κατάφερε να αφυπνίσει πνευματικά τον μαθητή του, αλλά και εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Μια υπέροχη ιστορία υπαρξιακής αναζήτησης, ανάμεσα σε έναν σπουδαίο καθηγητή κι έναν ανήσυχο μαθητή, που εξελίσσεται στο χρόνο, αμφισβητώντας τα στερεότυπα και ανακαλύπτοντας τις σημαντικές αξίες της ζωής.Ο Μόρι και ο Μιτς, ο Μιτς και ο Μόρι… Δυο πρόσωπα σε εναλλασσόμενους ρόλους (δασκάλου – μαθητή, μαθητή – δασκάλου), σε μια φιλοσοφική κατάδυση στα αιώνια ζητήματα της αγάπης, του έρωτα και της συγχώρεσης, των ανθρώπινων σχέσεων και της οικογένειας, κάνουν μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής. Με απόλυτη ειλικρίνεια, αστείρευτο χιούμορ αλλά και αυτοσαρκασμό, γοητεύουν με τη δυνατή προσωπικότητά τους, αφήνοντας όχι απλά ένα αίσθημα ευχαρίστησης, που σβήνει μετά από λίγο όταν φύγεις από την παράσταση, αλλά μια φλόγα που έχει ανάψει μέσα σου και ζεσταίνει την ψυχή σου.

Ερ. Ποιοί ρόλοι θεωρείτε ότι σας καθόρισαν, ότι σας «σημάδεψαν», όπως λέμε;

Απ. Ο κάθε ρόλος, είναι σαφές ότι αφήνει στη θεατρική μάσκα του καθενός από εμάς, το αποτύπωμά του. Άλλοτε πιο βαθύ, άλλοτε πιο ρηχό. Καθοριστικοί για μένα, στην προσωπική μου διαδρομή ρόλοι είναι αυτοί που υποδύθηκα στον «Βιολιστή», στον «Ζορμπά», στο «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ», στο «Ψηλά απ’ τη γέφυρα», με κορυφαίο τον «Οιδίποδα», που με οδήγησε στο θέατρο και που μέσα από αυτό, αποφάσισα τελικά να ασχοληθώ με την Τέχνη. Στο πλαίσιο βέβαια του βιοπορισμού, υπήρξαν πολλές στιγμές, ευτυχώς όμως με λίγες παραχωρήσεις. Τώρα παίζω ένα έργο που με εκφράζει απόλυτα με προσαρμογή κειμένου πολύ κοντά στον ψυχισμό και στη φιλοσοφία κάθε φυσιολογικού ατόμου.

Ερ. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η προοπτική του θεάτρου στο μέλλον;

Απ. Το θέατρο είναι μια ανθρωποκεντρική τέχνη. Γλώσσα του σώματος. Χοροθέατρο. Έκφραση του πιο νοήμονος όντος πάνω στον πλανήτη. Δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει και προς το παρόν είναι δύσκολο να αντικατασταθεί από την εικονική πραγματικότητα απ’ όπου λείπει η σκέψη, η επεξεργασία, η κριτική ικανότητα, η καταγγελία, η επικρότηση, το σχόλιο η γύμναση του συναισθήματος. Εν ολίγοις ο μισός άνθρωπος. Βλέπετε, ότι παρά τον περιορισμό που δέχτηκε μέσα στον κορωνοϊό, συνεχίζει τη συνύπαρξή του με τον άνθρωπο. Ο κόσμος τρέχει σ’ αυτό, ως πηγή ζωής. Τα πάντα γύρω μας είναι τέχνη. Όπου και ότι πλησιάζει ο άνθρωπος, καταλήγει να το κάνει τέχνη. Ακόμα και τα άκρως τεχνολογικά επιτεύγματα (λάπτοπ ρούχα, σχεδιασμοί με την ευρύτερη έννοια κλπ), αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα. Αυτό, είναι μια από τις καλές ιδιότητες του ανθρώπου.

Ερ. Παρατηρούμε ότι σε όλες τις πόλεις λίγο-πολύ υπάρχουν θεατρικές σκηνές μικρές ή μεγάλες, με αριθμητικά σημαντική συμμετοχή ανθρώπων κάθε ηλικίας, που είτε αναζητούν μια διέξοδο στις εσωτερικές τους ανησυχίες είτε αποβλέπουν (ιδιαίτερα οι σπουδαστές και οι απόφοιτοι των διαφόρων Θεατρικών Σχολών και Εργαστηρίων), σε μια φιλόδοξη καλλιτεχνική σταδιοδρομία. Πόσο δύσκολο θεωρείτε ότι είναι αυτό στις μέρες μας; Αρκούν οι καλές σπουδές και το ταλέντο;

Απ.Αυτές μπορεί να είναι κάποιες προϋποθέσεις. Σπουδές χωρίς ταλέντο ή ταλέντο χωρίς σπουδές, είναι κάτι σαν ημιτελής συμφωνία. Ακούμε συχνά να λέγονται διάφορα, του τύπου: «Το θέατρο είναι έρωτας, το θέατρο είναι ταύτιση με τους κάθε φορά ρόλους» και άλλα παρόμοια. Θεωρώ ότι όλα αυτά είναι λάθος. Ο έρωτας σε τυφλώνει και βλέπεις μόνο το δέντρο και όχι το δάσος. Η ταύτιση με τον ρόλο, σε βγάζει «ψεύτικο». Μία είναι η μαγική, η καθοριστική λέξη: «Μίμηση»! Μίμηση είναι το θέατρο. Και υπόκριση. Μιμείσαι και υποκρίνεσαι. Ή… υποδύεσαι, αν το προτιμάτε… Που σημαίνει ότι για να «παίξεις» έναν ρόλο, πρέπει να αποκτήσεις μια ολιστική θεώρησή του, για να μπορέσεις να τον αποδώσεις «σαν να…». Να μην πεθαίνεις όταν πεθαίνεις (στο ρόλο φυσικά) αλλά να κάνεις «σαν να πεθαίνεις». Αλλά να το κάνεις μ’ έναν τρόπο διακριτό, που να μετουσιώνει και το ταλέντο και τις γνώσεις και τις ικανότητες και τις δυνατότητες…

Νομίζω πως θα ήταν κοινοτυπία να τελειώσει αυτή η από καρδιάς συνομιλία απευθύνοντας ένα απλό «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» (δεδομένο), σ’ έναν πραγματικό ευπατρίδη, σ’ έναν αληθινό φίλο, σ’ έναν αγαπημένο συνεργάτη. Προτιμώ να κλείσουμε αυτή τη συνάντηση, με κάποια χαρακτηριστικά λόγια του Μόρι και του Μιτς, από το έργο «ΚΑΘΕ ΤΡΙΤΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΟΡΙ», που παρουσιάζεται αυτές τις μέρες στην πόλη μας. Ως έναν επαναπροσδιορισμό του καθενός από εμάς, απέναντι στη δική μας ύπαρξη και στάση ζωής, αφήνοντας να φανερωθεί το εσωτερικό φως, που πρώτος ο δάσκαλος διακρίνει:

«Μου αρέσει περισσότερο ο εαυτός μου όταν είμαι μαζί σου», θα ομολογήσει ο άλλοτε κυνικός Μιτς. Ο δάσκαλος θα επιμείνει ότι «χωρίς αγάπη είμαστε πουλιά χωρίς φτερά» και πως «δεν υπάρχει σκοπός όταν αγαπάς. Το να αγαπάς είναι ο σκοπός». Άλλωστε, όπως λέει ο Μόρι, «η αγάπη είναι η μόνη λογική πράξη».-


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

Προηγούμενο άρθροΔημήτρης Καρέλλης: «Δε βρήκα χρόνο ποτέ για κάτι άλλο εξόν από το θέατρο. Δεν άδειασα, όπως έλεγε η γιαγιά μου, για κάτι άλλο, καλύτερο ή χειρότερο».
Επόμενο άρθροΤο ΕΑΠ γίνεται όλο και περισσότερο ελκυστικό και για τους 18άρηδες.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ