Κωνσταντίνος Γκιουλέκας: «Συστηματικά και αθόρυβα αναβαθμίζουμε τις Ένοπλες δυνάμεις μας, ώστε να εγγυώνται την ειρήνη και την ασφάλεια του ελληνικού λαού»

Συνέντευξη: Ανδρέας Γερμανός

 

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής Κωνσταντίνος Γκιουλέκας, μιλάει στο SPEAKNEWS και τον Ανδρέα Γερμανό για την αμυντική θωράκιση της χώρας μας έναντι στην τουρκική προκλητικότητα, για την συνεχιζόμενη τραγωδία της Κύπρου, για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την κρίση που έφερε σε επίπεδο τιμών και ενέργειας παγκοσμίως, για τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται και για τα σενάρια πρόωρων εκλογών.

Κύριε Γκιουλέκα,

πέρασαν 48 χρόνια από την εισβολή της Τουρκίας και την κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Ως έμπειρος δημοσιογράφος και πολιτικός, πως βλέπετε τις εξελίξεις στην Κύπρο; Βλέπετε περιθώρια λύσης του Κυπριακού;

«Είμαι πολύ ανήσυχος για τις εξελίξεις, ιδίως αυτήν την περίοδο. Οι προκλήσεις της Τουρκίας έχουν ξεπεράσει κάθε όριο. Τόσο σε βάρος της Κύπρου όσο και σε βάρος της Ελλάδας.

Μια συνεχιζόμενη τραγωδία… Κάπως έτσι μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει το Κυπριακό το οποίο αποτελεί μια διαρκή ντροπή για την πολιτισμένη ανθρωπότητα. Δυστυχώς, όχι μόνον η Τουρκία συνεχίζει αμετανόητη την κατοχή στο ένα τρίτο Μεγαλονήσου, αδιαφορώντας πλήρως για τα καταδικαστικά ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αλλά προκαλεί ακόμη περισσότερο παραβιάζοντας ανοιχτά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου. Και όλο αυτό με την ανοχή πολλών ισχυρών φίλων και συμμάχων, οι οποίοι εφαρμόζουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά, κατά περίπτωση και ουσιαστικά ανέχονται την άκρως παραβατική και προκλητική συμπεριφορά της Άγκυρας. Εξαιτίας όλων αυτών  η Τουρκία αποθρασύνεται. Τώρα θέτει την απαράδεκτη αξίωση, το ζήτημα της «συνύπαρξης δυο κρατών». Ωστόσο, ο αγώνας για την εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό συνεχίζεται, στη βάση πάντοτε της ενιαίας Κύπρου, χωρίς στρατεύματα κατοχής, χωρίς εποίκους, όπως επιτάσσει το Διεθνές Δίκαιο, η διεθνής νομιμότητα.»

Μετά από 48 χρόνια φαίνεται ότι η Τραγωδία της Κύπρου δεν προβλημάτισε και δεν αφύπνισε τον Ελληνισμό. Που οφείλεται αυτό κατά την γνώμη σας;

«Είναι χρέος για κάθε Ελληνίδα, για κάθε Έλληνα να μην ξεχνά τι συνέβη το 1974, να καταγγέλλει διαρκώς την στάση της Άγκυρας. Η εισβολή του Αττίλα χτύπησε κατάστηθα ολόκληρο τον Ελληνισμό και αποτελεί μέχρι σήμερα μια ανοιχτή πληγή. Και οι τραγωδίες ούτε «συνηθίζονται» ούτε αμβλύνονται με την πάροδο του χρόνου. Συνεχίζουν να υπάρχουν για να θυμίζουν τις δυσκολίες από τις οποίες διέρχεται πάντοτε στην πορεία του ο Ελληνισμός».

Πως αντιμετωπίζει η Ελλάδα τις τουρκικές προκλήσεις;

«Η ακραία ρητορική της Τουρκίας και οι προκλήσεις στο Αιγαίο φανερώνουν την πρόθεση κλιμάκωσης του τουρκικού αναθεωρητισμού. Απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα απαντάμε με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση, προτάσσοντας τα δικά μας επιχειρήματα. Δεν παρασυρόμαστε σε μια άγονη αντιπαράθεση. Θέτουμε τις κόκκινες γραμμές μας και βάζουμε όρια σε αυτό, θωρακίζοντας την άμυνά μας, διευρύνοντας τις συμμαχίες μας και ενημερώνοντας συνεχώς τους συμμάχους και τους εταίρους μας για αυτήν την απαράδεκτη τουρκική συμπεριφορά. Η Ελλάδα τηρεί στάση αναμονής – αλλά όχι αδράνειας – οχυρώνει την ειρήνη της και παρακολουθεί τις τρέχουσες εξελίξεις ενδυναμώνοντας την θέση της ως σταθεροποιητικού παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή.

Αυτά τα τρία χρόνια έγιναν πολλά στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και της Άμυνας που έχουν αποφέρει συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα. Η Συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με την Γαλλία, με ρήτρα, μάλιστα, αμυντικής συνδρομής, όπως και η αντίστοιχη Συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η διεύρυνση της Συμφωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής με την αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης και της Σούδας και την συνύπαρξη, μαζί με τα ελληνικά, και αμερικανικών στρατευμάτων, οι Συμφωνίες με το Ισραήλ, με την Αίγυπτο για τον ορισμό των θαλασσίων ζωνών, η συνεργασία που έχουμε αναπτύξει με άλλα κράτη της περιοχής όπως η Σαουδική Αραβία έχουν δυναμώσει σημαντικά την θέση της χώρας μας, γεγονός που προκαλεί έναν έντονο εκνευρισμό και ποικίλες αντιδράσεις από την Άγκυρα. Το πρόσφατο ταξίδι του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, η συνάντησή του με τον Αμερικανό Πρόεδρο Μπάιντεν και η πολύ σημαντική ομιλία του στο Κογκρέσο, με τις συνεχείς επιδοκιμασίες των Αντιπροσώπων του αμερικανικού λαού, πρόσθεσαν πολύ σημαντικά οφέλη στο κεφάλαιο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Αδιάψευστος μάρτυρας οι έντονες τουρκικές αντιδράσεις σε όλα αυτά. Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από όσα γίνονται σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο για την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδος στην ευρύτερη περιοχή.

Παράλληλα, θωρακίζουμε την άμυνά μας στο στρατιωτικό πεδίο, προκειμένου να ενισχύουμε και να αναβαθμίζουμε διαρκώς το επίπεδο ετοιμότητας των Ενόπλων Δυνάμεών μας, ώστε η χώρα, σήμερα,  να διαθέτει την απαραίτητη ισχύ, έναν δυνατό αποτρεπτικό μηχανισμό, τον οποίον υπολογίζουν όλοι εκείνοι που ενδεχομένως επιβουλεύονται την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή μας».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πόσο πρέπει να μας ανησυχούν οι τουρκικές προκλήσεις; Παρατηρούμε ότι εξελίσσονται και προχωρούν πολλά εξοπλιστικά προγράμματα αυτήν την περίοδο για τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας. Αυτό παράλληλα σημαίνει και μεγάλες δαπάνες για την προμήθεια αμυντικού υλικού. Πόσο απαραίτητες είναι τέτοιου είδους κινήσεις αυτήν την περίοδο;

«Παρακολουθούμε με προσοχή, με νηφαλιότητα, αποφασιστικότητα αλλά και εθνική αυτοπεποίθηση τις προκλητικές κινήσεις της Τουρκίας.  Γι’ αυτόν τον λόγο, συστηματικά και αθόρυβα πολλές φορές αναβαθμίζουμε τις Ένοπλες δυνάμεις μας, όπως προείπα, καθιστώντας τες ακόμη πιο ισχυρές και αποτελεσματικές, ώστε να εγγυώνται την ειρήνη και την ασφάλεια του ελληνικού λαού.

Στα χρόνια αυτά η Ελλάδα απέκτησε νέα μαχητικά αεροσκάφη, τα γαλλικά Ραφάλ – τα έξη πρώτα από τα 24 συνολικά έχουν ήδη ενσωματωθεί στην Πολεμική Αεροπορία μας – , αναβαθμίζει τα πολεμικά αεροσκάφη τύπου F – 16, προχώρησε στην συζήτηση της απόκτησης μιας – με προοπτική και άλλης μιας – μοίρας είκοσι υπερσύγχρονων αμερικανικών αεροσκαφών F – 35, ξεκίνησε η διαδικασία για την απόκτηση των τριών, επίσης υπερσύγχρονων φρεγατών τύπου Μπελαρά για το Πολεμικό Ναυτικό μας. Επίσης μια ακόμη σειρά από εξοπλιστικά προγράμματα όπως η απόκτηση των σύγχρονων ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων Romeo, των τορπιλών βαρέως τύπου κ.α. είναι οι κινήσεις που έγιναν ώστε να καλυφθούν πολύ αποτελεσματικά διάφορα κενά στην εθνική άμυνά μας και να αποκατασταθούν ευαίσθητες ισορροπίες που είχαν διαταραχθεί σε βάρος μας τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης.

Ταυτόχρονα, η Τουρκία όχι μόνον αποβλήθηκε από το πρόγραμμα απόκτησης των αμερικανικών σκαφών F – 35, αλλά, όπως όλα δείχνουν, βλέπει να καταλήγει σε αρνητικό αποτέλεσμα το αίτημά της για την αναβάθμιση των υπαρχόντων ή την απόκτηση νέων αμερικανικών αεροσκαφών τύπου F- 16. Όλα αυτά είναι απαραίτητες ενέργειες για την θωράκιση της εθνικής άμυνάς μας, για την εξασφάλιση της ειρήνης μας. Η Ελλάδα είναι μια ισχυρή χώρα, η οποία απαντά με αυτούς τους τρόπους στις προκλήσεις που δέχεται.

Μακάρι να μπορούσαμε τα χρήματα για τα εξοπλιστικά προγράμματα να τα δίναμε για να φτιάχναμε νέα σχολεία, νέα. Βρισκόμαστε, όμως, σε μια περιοχή, και, μάλιστα, αυτήν την συγκεκριμένη περίοδο, που πρέπει να είμαστε πολύ ισχυροί, ώστε να διασφαλίζουμε την εθνική κυριαρχία μας και τα κυριαρχικά δικαιώματά μας. Η θέση της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι ότι δεν μπορούμε να ρισκάρουμε στα θέματα της άμυνας. Λυπάμαι αλλά πρέπει να στιγματίσω το γεγονός ότι από κάποιες άλλες πλευρές του πολιτικού κόσμου διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις, με τις οποίες διαφωνούμε απολύτως, όπως αυτές που έλεγαν ότι η άμυνα δεν είναι αυτοσκοπός ή ότι δεν πρέπει να είμαστε μοναχοφάηδες στο Αιγαίο. Κάθε περαιτέρω σχόλιο είναι περιττό.

Πόσο πιθανό θεωρείτε να προκαλέσει σε βάρος μας ένα θερμό επεισόδιο η Τουρκία;

«Προετοιμαζόμαστε για να αποτρέψουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Από την πλευρά μας κάνουμε ότι είναι δυνατό ώστε η χώρα να είναι σε θέση να μπορεί να αντιμετωπίσει όλους τους διαγραφόμενους κινδύνους. Πιστεύουμε ότι δεν θα ανοίξει η πόρτα του φρενοκομείου στο Αιγαίο ή την Κύπρο γιατί κάτι τέτοιο είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει τεράστια ζημία σε όλες τις πλευρές. Ωστόσο, πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη του και τον κίνδυνο πρόκλησης ατυχήματος, που ελλοχεύει σε περιόδους μακράς έντασης, όπως αυτή από την οποία διερχόμαστε, για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να πέσουν οι τόνοι και να μπορεί ο διάλογος να λειτουργεί ανάμεσα στις δύο πλευρές, ακόμη και στις πιο κρίσιμες στιγμές».

Εκτιμάτε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα συνεχιστεί επί μακρόν;

«Δυστυχώς όλες οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες. Φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι Ρώσοι θα συνεχίσουν τις εχθροπραξίες στην Ουκρανία και όλο αυτό θα οδηγήσει τις εμπόλεμες πλευρές στην συνέχιση μιας ανθρώπινης τραγωδίας με ανυπολόγιστες συνέπειες. Εκατόμβες θυμάτων θρηνούμε σε αυτόν τον πόλεμο καθημερινά και όσο συνεχίζεται η εμπόλεμη κατάσταση τόσο μεγαλώνει ο μακρύς κατάλογος των ανθρωπίνων απωλειών.

Πέραν, όμως, από την ανθρώπινη διάσταση υπάρχουν και άλλες παράμετροι και συνέπειες πολύ μεγάλες και σημαντικές, όπως αυτές της τεράστιας ενεργειακής κρίσης αλλά και της διαφαινόμενης επισιτιστικής κρίσης. Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη πορεία τους λογαριασμούς των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ευρώπη, συμπαρασύροντας όχι μόνον το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στα ύψη, αλλά και μια ολόκληρη αλυσίδα προϊόντων και αγαθών, τα οποία αυξάνονται ανεξέλεγκτα εξαιτίας αυτής της κρίσης. Ο πληθωρισμός παντού, ακόμη και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, έχει ξεφύγει πέρα από κάθε πρόβλεψη και όλη εκτιμούν ότι ο επικείμενος χειμώνας θα φέρει μαζί του τρομερά προβλήματα που θα πλήξουν την ζωή, κυρίως, των Ευρωπαίων πολιτών. Αν σκεφτεί κανείς ότι σε λίγους μήνες οι ανάγκες για θέρμανση και για καύσιμα θα είναι πολύ μεγάλες, ιδίως στις βορειοευρωπαϊκές χώρες, τότε μπορεί να αντιληφθεί τι έρχεται, σαν τσουνάμι οικονομικό και ενεργειακό, από τον προσεχή Σεπτέμβριο – Οκτώβριο. Τις τραγικές συνέπειες τις πληρώνουμε κυριολεκτικά και μεταφορικά στην ζωή μας και τους λογαριασμούς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου όλους αυτούς τους μήνες και τα μέτρα τα οποία λαμβάνει η κυβέρνηση διαρκώς είναι μέτρα που ανακουφίζουν αλλά σαφέστατα δεν αφομοιώνουν, δεν εξουδετερώνουν την ζημία που όλοι υφιστάμεθα εξαιτίας της εμπόλεμης κατάστασης.

Μια άλλη παράμετρος, εξίσου σημαντική, είναι αυτή της επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης, αφού η Ουκρανία ήταν ο κύριος σιτοβολώνας που τροφοδοτούσε πολλά κράτη διατροφικά. Ένα απλό παράδειγμα είναι η Αίγυπτος των εκατό και πέρα εκατομμυρίων κατοίκων η οποία κάλυπτε έως τώρα το 90% των αναγκών της σε σιτάρι με εισαγωγές από την Ουκρανία – κάτι το οποίο ασφαλώς διεκόπη λόγω των γεγονότων. Δεν απέχει, λοιπόν, πολύ από την πραγματικότητα ένα εφιαλτικό σενάριο της μετακίνησης κάποιων εκατομμυρίων ατόμων σε άλλες χώρες και, κυρίως, προς την Ευρώπη, ως απόρροια των πολύ σημαντικών ελλείψεων που διαγράφονται μπροστά μας.

Για τα θέματα της Ουκρανίας η Τουρκία βγαίνει κερδισμένη από τη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία;

«Προσκαίρως η Τουρκία καθίσταται συνομιλητής πολλών πλευρών, οι οποίες την χρησιμοποιούν, όσο διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ωστόσο, έχω την εδραία πεποίθηση ότι κανείς δεν εκτιμά τους αναξιόπιστους συνομιλητές, όπως η Τουρκία, η οποίοι επιλέγουν να πατούν σε δυο βάρκες, να πιέζουν και να εκβιάζουν, διαχωρίζοντας την θέση τους από την συνολική θέση που επέλεξαν να κρατήσουν σε αυτήν την κρίση όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Τα όποια πρόσκαιρα οφέλη της Τουρκίας είμαι βέβαιος ότι θα ανατραπούν σε βάρος της σε βάθος χρόνου. Βλέπουμε, ήδη, την αντιμετώπιση των ΗΠΑ προς την Τουρκία, σε σχέση και με τα αμερικανικά αεροσκάφη F – 35, από το πρόγραμμα παραγωγής των οποίων απεβλήθη η Τουρκία, όπως προελέχθη, αλλά και την διαφαινόμενη δύσκολη πορεία εξέλιξης του τουρκικού αιτήματος σχετικά με την αναβάθμιση των παλαιών η την απόκτηση νέων αμερικανικών αεροσκαφών F – 16…»

Η αντιπολίτευση και, κυρίως, το κόμμα της Αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορεί την κυβέρνηση για έλλειψη στρατηγικής στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής.

«Από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση Μητσοτάκη απάντησε στην τουρκική επιθετικότητα με ψύχραιμους και υπεύθυνους χειρισμούς. Επιδοθήκαμε σε έναν πολιτικό και διπλωματικό μαραθώνιο, χτίζοντας και ενδυναμώνοντας συμμαχίες, προκειμένου να αποδείξουμε στην διεθνή κοινότητα τον αποσταθεροποιητικό ρόλο που διαδραματίζει η Τουρκία στην ευρύτερη περιοχή. Έναν μαραθώνιο που ξεκίνησε να αποδίδει καρπούς σε όλα τα επίπεδα και να ενισχύει πολιτικά και διπλωματικά την θέση της πατρίδας μας.

Πέραν αυτών, όμως, η καταψήφιση των Συμφωνιών από τον ΣΥΡΙΖΑ, έστειλε ένα πολύ αρνητικό μήνυμα τόσο προς το εσωτερικό της χώρας όσο και προς την διεθνή κοινότητα. Οι διαφορές μας με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξωτερική πολιτική, είναι σαφείς. Εμείς δεν ρισκάρουμε την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών, σε αντίθεση με όσα είχαν δηλώσει περί ανάληψης τέτοιου ρίσκου παλαιότερα γνωστά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Εμείς θεωρούμε ότι η άμυνα της χώρας είναι αυτοσκοπός, σε αντίθεση με όσα περί του αντιθέτου δήλωσαν κάποια άλλα στελέχη. Και, τέλος, εμείς δεν πιστεύουμε στην διατυπωθείσα από πρώην Υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ θέση ότι «δεν πρέπει να είμαστε μοναχοφάηδες στο Αιγαίο». Με την Τουρκία δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτα άλλο παρά να διευθετήσουμε την μια και μοναδική διαφορά μας, που είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και, κατ’ επέκταση, τις Ανεξάρτητες Οικονομικές Ζώνες με την γείτονα. Όλα τα υπόλοιπα που η Τουρκία θέλει να παρουσιάσει ως «ελληνοτουρκικές διαφορές» δεν είναι παρά μονομερείς ιταμές τουρκικές διεκδικήσεις, τις οποίες ασφαλώς η Ελλάδα ούτε αναγνωρίζει ούτε δέχεται να αποτελέσουν μέρος της ατζέντας ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου. Αυτή είναι η ξεκάθαρη εθνική θέση, από την οποία δεν μπορεί να απομακρυνθεί κανείς. Οι θεωρίες περί εντοπισμού που διατυπώθηκαν από κάποιες πλευρές και στο εξωτερικό και στην Ελλάδα είδαμε ότι όχι μόνον δεν αποδίδουν τίποτα αλλά, αντιθέτως, αποθρασύνουν την Άγκυρα, ώστε να προσθέτει και άλλα θέματα υπό αμφισβήτηση. Και θεωρώ ότι είναι άκρως απαραίτητο υπό τις παρούσες συνθήκες να αρθούν όλοι στο ύψος των περιστάσεων και να επιδείξουν ομόνοια και ενότητα, τουλάχιστον στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας»

Εν μέσω όλων αυτών εκτιμάτε ότι η χώρα μπορεί να οδηγηθεί σε εκλογές; Ποια είναι η εκτίμησή σας για το πότε θα πραγματοποιηθούν;

«Το τελευταίο διάστημα ακούστηκαν πολλά για τις πιθανές εκλογές. Πρέπει, όμως, να αναφέρουμε ότι η κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή της θητείας της, κλήθηκε να αντιμετωπίσει πρωτοφανείς κρίσεις οι οποίες συνεχίζουν μέχρι και σήμερα. Πανδημία, τουρκική προκλητικότητα, ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία είναι προβλήματα που δεν έχουν τελειώσει και, έως ότου ολοκληρωθούν, θα βρισκόμαστε σε μια διαρκή επιφυλακή. Σε μια τέτοια κρίση και όταν όλα αυτά τα προβλήματα είναι σε έξαρση, δεν μπορούμε να πάμε σε εκλογές και να μην υπάρχει ισχυρή κυβέρνηση. Ο Πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν στο τέλος της τετραετίας».

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΑκρόαση του διοικητή ΕΥΠ και του προέδρου ΑΔΑΕ ζητεί η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ
Επόμενο άρθροΓ. Καραγιάννης: Τέλος 2023 η βασική γραμμή του Μετρό Θεσσαλονίκης – Μέσα 2024 η επέκταση προς Καλαμαριά

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ