Τάκης Χρυσικάκος – Ο κόσμος ψάχνει την αλήθεια

Τα τελευταία χρόνια ο Τάκης Χρυσικάκος δίνει θεατρική πνοή σε σημαντικές παραδόσεις της πνευματικής μας κληρονομιάς: ο Παπαδιαμάντης πρώτα και τώρα το ρεμπέτικο, χάρη στην παράσταση «Τα κατά Μάρκον», οδηγούνται στους θεατές μέσω ενός μοναδικού διαύλου, που περισσότερο έχει να κάνει με κατάνυξη, μέθεξη και λειτουργία, παρά με «καθαρή» θεατρική πράξη.

«Ο κόσμος αγκαλιάζει πολύ το ρεμπέτικο», λέει ο Τάκης Χρυσικάκος. «Ανεβαίνουμε συνεχώς στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα και δίνουμε συνέχεια παραστάσεις. Μου κάνει εντύπωση που έρχονται όλες οι ηλικίες! Οι νέοι ανακαλύπτουν το ρεμπέτικο, οι μεσήλικες που έχουν ακούσει και φυσικά οι μεγάλοι που τους αρέσει. Είναι τόσο συγκινητικό αυτό που συμβαίνει…»

Πώς το ερμηνεύετε αυτό; Το έχει ανάγκη ο κόσμος;

Έχουμε πολλά δήθεν στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια κι αυτό το γνήσιο αναζητείται. Έχει στρέψει ο κόσμος τα μάτια του σε ο,τιδήποτε είναι πολύ γνήσιο. Υπάρχει κι ένα lifestyle στη ζωή μας που είναι αναπόφευκτο, το καταλαβαίνω αυτό, αλλά από την άλλη υπάρχει κι αυτή η μερίδα του κόσμου που ψάχνει να βρει τι είναι αληθινό σ’ αυτήν την «ψεύτικη» ζωή που ζούμε. Οπότε μόλις αντικρίζει κάτι που περιέχει αλήθεια αμέσως το αγκαλιάζει. Το κείμενο του Λάμπρου Λιάβα στην παράσταση έχει δυο πράγματα, έτσι όπως το διασκεύασα και το ανέβασα: αλήθεια και απλότητα. Θα δανειστώ τη φράση του Τσάρλι Τσάπλιν που λέει «η απλότητα δεν είναι καθόλου απλό πράγμα». Αυτό που μετά από δυο ώρες μένει στη σκηνή έχει πίσω της δουλειά έξι μηνών, μακριά από σκηνοθετικά τερτίπια και εντυπωσιασμούς. Είναι μόνο η γυμνή αλήθεια!

Είναι περίεργο που σε μια εποχή άκρατου ατομικισμού, τέτοιες χειρονομίες βρίσκουν τόσους αποδέκτες. Ειδικά το ρεμπέτικο, διαφορετικά από τον ατομικισμό πράγματα διακονεί…

Λέει ο Μάρκος: «εμείς δεν φτιάχναμε τραγούδια με νότες και στιχάκια, τα φτιάχναμε με τα όνειρα των ανθρώπων». Τα όνειρα δεν χάνονται. Αντλούσαν από τον κόσμο, τους καημούς και τα ντέρτια τους, τα παράπονα τους. Αυτά τα τραγούδια ήταν για τον κόσμο μια παρηγοριά. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, γιατί κι αυτοί οι άνθρωποι ήταν το ίδιο, υπέφεραν κι αυτοί. Έκαναν εξορίες, περάσαν πολλά… Αυτό που έχει η παράσταση και ο κόσμος στέκεται σ’ αυτό και μ’ ευχαριστεί γι αυτά που έμαθε, είναι γιατί ο Λιάβας έχει στηρίξει την παράσταση στο κοινωνικοϊστορικό υπόβαθρο που υπάρχει και ο κόσμος δεν το ξέρει.

Ακούει τα τραγούδια, αλλά δεν ξέρει κάτω από ποιες συνθήκες γράφτηκαν. Ο Μάρκος ήταν 7 χρονών όταν ξέσπασε o Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και δούλευε από τότε για να ζήσει την οικογένεια του, μετά Μικρασιατική Καταστροφή, πρόσφυγες στην Κοκκινιά, όπου ήταν και ο Μάρκος. Εκεί συναντά τον Βαγγέλη Παπάζογλου κι αρχίζουν και δουλεύουν μαζί. Τι είναι, λέει τότε ο Μάρκος, το λαϊκό τραγούδι; Περαίας, Μικρασία κι ανάμεσα η Σύρα! Συναντιόνται αυτοί οι άνθρωποι και δημιουργείται αυτή η μουσική. Γιατί, ξέρετε, πριν από τον Μάρκο υπήρχε άλλο είδος τραγουδιού, με άλλο ρυθμό. Ο Μάρκος είναι η τομή και αρχίζει το ρεμπέτικο και το λαϊκό μέχρι τις μέρες μας που είναι το έντεχνο. Ο Μάρκος είναι η τομή! Όλα αυτά τα βλέπει ο κόσμος, τις συνθήκες, τη φτώχεια, αυτήν τη δημιουργία με τόσο πάθος.

Και όλο αυτό το παρουσιάζετε σαν θεία λειτουργία…

Καταρχήν η ιδέα ξεκίνησε από τον Λάμπρο Λιάβα κι από εκεί και πέρα το προσέγγισα σαν μια λειτουργία. Δεν είναι τυχαίο που από τη μια μεριά είμαι εγώ και από την άλλη είναι ο μουσικός, σαν να είναι ο παπάς και ο ψάλτης, τόσο επιτελικό. Οι δε πίνακες του Χρήστου Μποκόρου στο βάθος είναι πίνακες ποιητικοί, ακριβώς για να δώσουμε αυτό το στοιχείο και να αποφύγουμε όσο μπορούμε την ηθογραφία στην οποία πιθανόν να πέφταμε. Κοιτάξτε, εκείνη την εποχή, τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά παιζόντουσαν σε ταβέρνες, καφενεία και τεκέδες. Χαμηλόφωνα και οι άνθρωποι δεν έβγαζαν μιλιά, άρα υπήρχε αυτό το στοιχείο της λειτουργίας, σαν κατάνυξη. Όταν αρχίζει η παράσταση και ανάβω δυο κεριά και τα τοποθετώ μπροστά στον μουσικό, αυτό το στοιχείο αναδεικνύω.

Τι σας λέει ο κόσμος μετά την παράσταση;

Το καλό θέαμα υπάρχει όταν ο κόσμος ξαφνιάζεται. Εδώ, στην παράστασή μας, δεν το περιμένει! Τους κρατάει ασάλευτους σχεδόν δυο ώρες και κοιτάνε με ολάνοιχτα μάτια! Οι ανατροπές είναι η μια μετά την άλλη, με κάθε τρόπο περνάω από τη μια κατάσταση στην άλλη, η ατμόσφαιρα αλλάζει συνεχώς. Δουλεύοντας όλα αυτά τα χρόνια με τον τρόπο της δραματοποιημένης αφήγησης έχω ανακαλύψει το εξής: μην έχοντας άλλα πρόσωπα επί σκηνής, μην έχοντας σκηνικά χώρου που εναλλάσσονται στη σκηνή, αλλά μόνο την αφήγηση, λειτουργεί όπως ένα βιβλίο που διαβάζουμε ή ένα τραγούδι που ακούμε. Ο θεατής γίνεται συνδημιουργός της παράστασης, αρχίζει να φτιάχνει εικόνες, να ταξιδεύει, αυτό μου λένε όλοι… Όπως και στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη που έπαιζα και με ρώτησαν πώς γίνεται να μυρίζω θάλασσα… Όταν το συνειδητοποίησα έχτισα πάνω σ’ αυτό: ανάγλυφος λόγος, απόλυτα πειστικός, για να μπορεί ο κόσμος να ταξιδεύει, να φεύγει!


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

Προηγούμενο άρθροΣτηρίζουμε την αναπτυξιακή διάσταση των έργων για τον Αθλητισμό
Επόμενο άρθροΔ. Κουτσούμπας: Είναι ντροπή και αίσχος το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνθηκε στους φασίστες ψάχνοντας για ψηφαλάκια

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ