Διογένης Δασκάλου – Η κωμωδία και η σάτιρα είναι το όπλο του απελπισμένου

30 χρόνια σάτιρας μετά μουσικής ανακεφαλαιώνονται στις παραστάσεις που πραγματοποίησε στη Θεσσαλονίκη ο Διογένης Δασκάλου με τους Monie & Monie Conniente. Ο πρωτοπόρος του stand up comedy στην Ελλάδα μίλησε στο SPEAKNEWS και τον Περικλή Βλάχο για αυτά τα 30 χρόνια, για το πως ξεκίνησε και που βρίσκεται σήμερα, τόσο ο ίδιος όσο και το είδος που εκπροσωπεί, για αυτά που τον εμπνέουν αλλά και για όσα τον εξοργίζουν, και τον οδηγούν στη σκηνή να δοκιμάζει τα περίφημα όρια της σάτιρας.

Μίλησέ μας για τις παραστάσεις που πραγματοποιείς αυτές τις μέρες στη Θεσσαλονίκη.

Αποφάσισα τελευταία στιγμή να κάνω τρεις παραστάσεις και με έκπληξη διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν πολλοί διαθέσιμοι χώροι. Λέω αντί για μια-δυο θα κάνω τρεις-τέσσερις σε ένα μικρότερο χώρο, που αν μη τι άλλο είναι οι χώροι οι οποίοι ανέδειξαν αυτό το είδος και χαίρομαι που ήμουν ο πρώτος που το έκανε στη Θεσσαλονίκη το 1994. Ήταν κάτι εντελώς άγνωστο για τη Θεσσαλονίκη, που το αγάπησε πάρα πολύ από τότε.

Επομένως έχουν έναν επετειακό χαρακτήρα αυτές οι παραστάσεις.

Έχουν επειδή κλείνουμε τα 30 χρόνια. Αλλά εγώ επειδή μισώ την παρελθοντολαγνεία, δεν ήταν σκοπός μου να κάνω μια αναδρομή σε αυτά τα τριάντα χρόνια. Περισσότερο ήθελα να μετρήσω τον παλμό του κόσμου, γιατί δεν σου κρύβω ότι δεν μου αρέσει πλέον η νύχτα. Για μένα έχει γίνει πάρα πολύ άγρια. Και δεν μιλάω φυσικά για τα μπουζούκια. Αυτά πάντα έτσι ήταν. Μιλάμε για χώρους οι οποίοι είχαν έναν άλλον τρόπο, είχαν την έννοια της ψυχαγωγίας. Δεν ήταν αυτές οι αρένες που βλέπουμε σήμερα, όπου ξεπερνιούνται τα όρια της σάτιρας. Γιατί μπορεί να λένε ότι η σάτιρα δεν έχει όρια, αλλά τα όρια της σάτιρας μπαίνουν από τον ίδιο τον σατιρικό καλλιτέχνη. Όταν για να μεμφθείς κάτι άσχημο, γίνεται το ίδιο άσχημος και ο δικός σου ο λόγος, τότε η σάτιρα αυτόματα εξατμίζεται.

Σ’αυτή την παράσταση τι θα δούμε; Θα έχει επικαιρότητα μέσα;

Οι δικές μου οι παραστάσεις πάντα έχουν επικαιρότητα. Η πρόζα λοιπόν είναι καθαρά αυτοσχεδιαστική και έχει να κάνει με τη σύσταση της κάθε βραδιάς όσον αφορά τον κόσμο, τις συνθήκες και την επικαιρότητα. Δηλαδή τώρα εγώ θα πω π.χ. για τη Γιουροβίζιον, και για τα τρένα και τον Κώστα Αχ. Καραμανλή ή οτιδήποτε προκύπτει κάθε φορά, γιατί είναι και αυτό που θέλει ο κόσμος να δει, αλλά και στο οποίο εγώ θέλω να αναφερθώ. Από την άλλη όμως πρέπει να προσέχουμε εμείς που κάνουμε αυτή τη δουλειά, γιατί το κοινό δεν είναι σαν εμάς, είναι λίγο πιο αποστασιοποιημένο. Εμείς θα αρπάξουμε την είδηση, θα την καταναλώσουμε και θα την προσφέρουμε άμεσα. Το κοινό όμως έχει μια ελαφρά καθυστέρηση στο να την αφομοιώσει. Το θυμάμαι σαν τώρα, όταν έγινε η παράδοση του Οτσαλάν, που το βράδυ το είπα στην παράσταση, και είδα ένα παγωμένο κόσμο από κάτω γιατί είχε γίνει μόλις. Ο κόσμος θέλει ένα χρόνο ζύμωσης για να ανταποκριθεί.

Οι τραγωδίες της επικαιρότητας, τα Τέμπη π.χ. μπορούν να περάσουν σε μία παράσταση με χιούμορ;

Εγώ την κωμωδία και την σάτιρα την ορίζω σαν το όπλο του απελπισμένου και τη βαλβίδα εκτόνωσης. Εξαρτάται λοιπόν. Αν ο τρόπος είναι δηκτικός και έχει νουθεσία και έχει κούνημα δαχτύλου δεν μπορεί να είναι σάτιρα. Το μόνο που μπορείς να κάνεις με αυτά είναι να παρατηρήσεις ένα γεγονός μέσω του αυτοσαρκασμού. Αυτός είναι ο Δούρειος Ίππος για να περάσεις τα δυσάρεστα πράγματα. Έχουμε και το political correct πλέον στη σάτιρα, που αυτό μας δεσμεύει. Ο χοντρός μπορεί να πει το χοντρό χοντρό, αλλά δεν μπορεί να πει μαύρο τον μαύρο.Ο μαύρος μπορεί να πει μαύρο το μαύρο, αλλά δεν μπορεί να πει το χοντρό χοντρό, αν είναι αυτός αδύνατος. Από την άλλη κι εγώ κουβαλάω τις παραδόσεις αλλά και τα κουμπώματα μιας γενιάς, τα οποία προσπαθώ να τα σπάω επί σκηνής.

Τριάντα χρόνια πριν, όταν ξεκινούσες ποια ήταν η έμπνευση; Ποιοι σε επηρέασαν;

Οι επιρροές ήταν πάρα πολλές και ασυνείδητες, από Ρένα Βλαχοπούλου, Τζίμη Πανούση, Γιώργο Μαρίνο, Τζέρι Λιούις, χίλια πράγματα μαζί. Απλά όλα αυτά κούμπωσαν, και τα έβαλα κάτω για να τα μελετήσω αφού το είχα κάνει, όχι πριν το κάνω. Η αγανάκτηση πιστεύω και η οργή είναι ο μεγαλύτερος μοχλός. Θυμάμαι στην πρώτη εμφάνιση, κάναμε πρεμιέρα στο Μύλο, και η αφίσα μας βγήκε με μια μαύρη φωτογραφία που δεν φαινόταν καν. Και με εξόργισε τόσο πολύ αυτό που επί σκηνής, χωρίς να το σκεφτώ, πήρα μια αφίσα μαζί μου, την άνοιξα και είπα “Παιδιά, εδώ βλέπετε την πρώτη αφίσα ξυστό. Ξύνεις και εμφανίζονται οι συντελεστές”. Δηλαδή ήταν τόση η αγανάκτησή μου που ξαφνικά γέλασε ένα μαγαζί ολόκληρο, ενώ είχα προετοιμάσει μόνο μουσική. Και εκείνο το βράδυ αναπτύχθηκε και κάτι άλλο που δεν ήξερα καν ότι λέγεται stand up comedy.

Πώς βλέπεις την άνθιση του stand up comedy στην Ελλάδα;

Αυτό που το έκανε δυνατό, είναι ότι είναι ένας τρόπος φτηνής διασκέδασης. Δηλαδή αυτό ξεπήδησε, αν θυμάσαι, μέσα από τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης, και ακολούθησε η καραντίνα και όταν επανήλθαμε αυτό πια είχε ανδρωθεί. Αλλά πιστεύω ότι το μεγαλύτερο, το πιο σημαντικό κομμάτι της ζύμωσης, είναι η φτηνή διασκέδαση. Είχαμε ολοκληρώσει έναν κύκλο από μιούζικ χωλ, μεγάλες σάλες, ακριβά θεάματα, άλογα μέσα σε πίστες και μπαλέτα ατελείωτα. Και όλο αυτό όταν έφθασε κάποια στιγμή στα 500 ευρώ το μπουκάλι δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει τη μηχανή του θεάματος. Έπρεπε να γίνει κάτι καινούργιο. Το stand up comedy ήρθε εκείνη τη στιγμή.

Υπάρχουν καλλιτέχνες του stand up που σου αρέσουν;

Από τους Έλληνες αυτός που βλέπω πιο πολύ είναι ο Γιώργος Χατζηπαύλου. Δεν μου αρέσουν καθόλου οι στρατευμένοι της όποιας πλευράς, και αυτό είναι μια άλλη πληγή. Το να είσαι αντικειμενικός σημαίνει ότι πρέπει να κάνεις και μεγάλα διαλείμματα με μεγάλες αποχές μέχρι να μαζευτεί ένα υλικό. Όπως το κάνω εγώ γιατί θεωρώ ότι δεν μπορείς να βγαίνεις συνέχεια και να αναμασάς αυτά που έχεις συνηθίσει στον κόσμο να λες. Μέσα σου πρέπει να γεννηθεί μια ανάγκη από τα νέα γεγονότα.

Με τον πολιτισμό στην Ελλάδα σήμερα πως τα βλέπεις τα πράγματα;

Θα σου πω, εγώ τα έχω με την Μενδώνη όσο και με αυτούς που είναι κατά της Μενδώνη. Τι θέλω να πω με αυτό; Αμέσως μόλις υπάρξει μια σκέψη, μια κίνηση για κάτι, σχηματίζονται τα εμφυλιακά στρατόπεδα. Για μένα είναι η μεγαλύτερη κατάρα, κατά του πολιτισμού σ αυτή τη χώρα, σε οτιδήποτε συμβαίνει. Από την άλλη, βλέπουμε τα πολιτιστικά κιμπούτς, δηλαδή αυτές τις αίθουσες που είναι ίδρυμα δεστε, ίδρυμα ακούστε, ίδρυμα πιάστε, τα οποία έχουν έναν αυτισμό ως προς τις λαϊκές τάξεις. Που έχουν ένα σπόρο απομάκρυνσης ελιτισμού μέσα τους. Το να πρέπει να βλέπω μια παράσταση με τραγούδια του Άκη Πάνου στο Μέγαρο Μουσικής, μου φαίνεται λίγο υβριδικά ανώμαλο. Προσπαθούν να βάλουν το θα σπάσω κούπες μαζί π.χ. με τη Diamanda Gallas, σ ένα ρεπερτόριο τόσο ερμαφρόδιτο, που χάνει κάθε ενδιαφέρον.

Kαι επίσης με προβληματίζει πολύ το νέο λεξιλόγιο. Οι λέξεις που βγάζουμε τελευταία, είναι θεαματικές εκφράσεις λόγου που δεν εμπεριέχουν νοήματα. Όπως π.χ. η ενσυναίσθηση. Η ενσυναίσθηση είναι η τελευταία λέξη που με νευριάζει γιατί έχουμε καταργήσει τη λέξη φιλότιμο. Ντρεπόμαστε να πούμε τη λέξη φιλότιμο γιατί δεν ξέρουμε τις λέξεις μας, γιατί οι λέξεις μας είναι μαγαζιά που κουβαλάνε συναισθήματα. Αυτό όλο το πράγμα εμένα με ενοχλεί, γιατί θα μείνουμε με 45 λέξεις και θα είναι κούφιες. Το θέμα είναι πώς θα τα αντιληφθεί η νέα γενιά.


Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε τις ειδήσεις του speaknews.gr στο Google News πατώντας εδώ

Προηγούμενο άρθροΆννα Δημάκη – Η γυναίκα είναι το σύμβολο ζωής και αναγέννησης, είναι η πηγή έμπνευσης μου
Επόμενο άρθροΑντρέα Αντρέου – Να κοιτάξουμε λίγο περισσότερο την πατρίδα, να κοιτάξουμε λίγο περισσότερο την ψυχή μας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ