Γράφει η Μικαέλα Γερμανού
Το 2007, η Αμερικανίδα ακτιβίστρια Tarana Burke χρησιμοποίησε τον όρο «Me Too» για να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη και να συμπαρασταθεί στα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Το 2017, μία δεκαετία αργότερα, το hashtag έγινε viral καθώς οι γυναίκες εμφανίστηκαν για να κατηγορήσουν ισχυρούς άντρες για παρενόχληση και κακοποιητική συμπεριφορά. Σήμερα, το #MeToo έχει εξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο κίνημα, που ενδυνάμωσε γυναίκες από όλο τον κόσμο να μοιραστούν τις δικές τους εμπειρίες.
Η γενναία απόφαση της Σοφίας Μπεκατώρου να μιλήσει για τη σεξουαλική κακοποίηση της από υψηλόβαθμο στέλεχος της ιστιοπλοϊκής ομοσπονδίας, πυροδότησε ένα τεράστιο κύμα δημοσίων καταγγελιών. Μέσα σε λίγα 24ωρα, παρακολουθήσαμε γυναίκες – θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης, να μοιράζονται τις δικές τους ιστορίες αποδεικνύοντας ότι οι «Σοφίες» γύρω μας είναι περισσότερες απ’ ότι φανταζόμασταν. Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι το ελληνικό #ΜeΤoo κίνημα μόλις γεννήθηκε.
Η σεξουαλική παρενόχληση δεν είναι το μόνο πρόβλημα ενάντια στο οποίο επαναστατεί το κίνημα #MeToo. Το κίνημα επαναστατεί εξίσου ενάντια σε μια γενικότερη κουλτούρα μισογυνισμού. Αυτός ο μισογυνισμός εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά διαδεδομένος: στο χώρο εργασίας, στη διαφημίσεις, στις προσδοκίες που έχουμε από τις μητέρες (αλλά όχι από τους πατέρες), στα πρότυπα ομορφιάς με τα οποία αναμένεται να συμμορφωθούν οι γυναίκες, ακόμη και στην ανδρική αντίσταση σε οτιδήποτε ‘θηλυκό’.
Σύμφωνα με τον Δείκτη Ισότητας των Φύλων του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων, η Ελλάδα κατατάσσεται, για άλλη μια φορά, τελευταία. Ενώ ίσως οι περισσότεροι άνδρες δεν εμπλέκονται σε συμπεριφορές σεξουαλικής παρενόχλησης, όλοι οι άνδρες αποτελούν μέρος της κουλτούρας της αρρενωπότητας που έχει δημιουργήσει τις συνθήκες που οδηγούν σε αυτά τα αποτελέσματα.
Πότε λοιπόν θα αποδεχτούμε ότι το πρόβλημα είναι η πατριαρχία; Πότε θα κατανοήσουμε ότι οι έμφυλοι ρόλοι δεν είναι παρά μία κοινωνική κατασκευή; Για πόσο ακόμα οι γυναίκες θα υπομένουν παρενοχλήσεις, συστηματικές διακρίσεις και μισογυνισμό στα πλαίσια της πατριαρχικής κοινωνίας;
Όταν συζητάμε για διορθωτικές ενέργειες, συνήθως η συζήτηση επικεντρώνεται στο τι πρέπει να κάνουν οι ίδιες οι γυναίκες ή οι οργανώσεις για να διεκδικήσουν, να προστατευτούν ή να αποτρέψουν ανάρμοστες συμπεριφορές. Είναι λιγότερο πιθανό να ακούσουμε τι πρέπει να κάνουν οι άνδρες.
Οι φωνές των γυναικών αποτέλεσαν το θεμέλιο του κινήματος #MeToo ωστόσο, δεν είναι από μόνες τους αρκετές για να επιφέρουν συστηματικές αλλαγές. Η εμπλοκή των ανδρών στο να ακούει, να μαθαίνει και να αλλάζει ενεργά την πρακτική της αρρενωπότητας, είναι απαραίτητη για τη δημιουργία της κοινωνίας που θέλουμε για όλους. H πρόοδος απαιτεί εμπλοκή, κατανόηση, προθυμία για αλλαγή, και απόκτηση γνώσεων από όλους.
Πως μπορούν λοιπόν οι άνδρες να υποστηρίξουν τις γυναίκες που εγείρουν αυτά τα ζητήματα;
Οι άνδρες μπορούν να αποδεχτούν το προνόμιό τους. Οι άνδρες μπορούν να αναλογιστούν τις φορές που συνέβαλαν στο πρόβλημα ή υπήρξαν μάρτυρες ενεργειών άλλων ανδρών κατά των γυναικών και να μοιραστούν τις ιστορίες αυτές. Οι άντρες μπορούν να υψώσουν το ανάστημα τους στους άλλους άντρες που με οποιοδήποτε τρόπο υποβαθμίζουν τις γυναίκες. Μπορούν να εργαστούν για να αλλάξουν την πτυχή της αρρενωπότητας που κακοποιεί και μειώνει τις γυναίκες και περιθωριοποιεί τους άντρες που δεν συμμορφώνονται με τον παραδοσιακό ανδρικό πρότυπο. Μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι οι άνδρες που είναι κακοποιητικοί στις γυναίκες συχνά μοιάζουν «κύριοι» ή «οι καλοί οικογενειάρχες» στους άλλους άνδρες. Μπορούν να έχουν επίγνωση των πράξεών τους. Μπορούν απλά να ξεκινήσουν να πιστεύουν τις γυναίκες και να αποδέχονται την εγκυρότητα των εμπειριών τους.
Αν πιστεύουν στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια, τότε οι άνδρες είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν ενεργά στο κίνημα #MeToo – όχι ως άνδρες που υποστηρίζουν τις γυναίκες, αλλά ως άνθρωποι που υποστηρίζουν την καλύτερη μεταχείριση των συνανθρώπων τους.
H Mιχαέλα Γερμανού είναι νομικός με μεταπτυχιακές σπουδές στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Οικονομικό Δίκαιο (LLM) με εξειδίκευση στην Προστασία Προσωπικών Δεδομένων και εργάζεται στις Βρυξέλλες στο European Data Protection Supervisor (EDPS)